Saturday 30 October 2010

ΕΚΛΟΓΕΣ;

Κάποτε είδα ένα (ανούσιο) τηλεοπτικό σήριαλ στο οποίο υπήρχε μία δυσλειτουργική οικογένεια, δυσλειτουργική υπό την έννοια ότι είχε ένα πολύ δύσκολο, υπερκινητικό και τελείως ατίθασο παιδί. Όπου λοιπόν μία μέρα λέει ο πατέρας στην σύζυγο και μητέρα: Φεύγω. Τι εννοείς, του λέει εκείνη. Δεν τον αντέχω άλλο (το γιο), φεύγω από το σπίτι. Εκείνη έμεινε αποσβολωμένη – τι έκανε λέει; Λυπάμαι αλλά δεν μπορώ άλλο πια, κλπ. Λοιπόν το τηλεοπτικό επεισόδιο αυτό θυμήθηκα όταν άκουσα τον Πρωθυπουργό να αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο εθνικών εκλογών σε περίπτωση που η χώρα ψηφίσει άρχοντες της αυτοδιοίκησης που βρίσκονται σε αντίθεση με την ακολουθούμενη «πολιτική του Μνημονίου».

Ποιό είναι το νόημα των καλλικράτειων Αυτοδιοικητικών εκλογών; Μία πρώτη απάντηση είναι ότι κανείς δεν ξέρει ακριβώς. Η διαδικασία όπου κάποιοι πολιτικοί θα εκλεγούν απευθείας από εκατομμύρια πλέον πολίτες, και θα αναλάβουν πρωτοφανείς αρμοδιότητες είναι πρωτόγνωρη, και πρωτόγνωρη θα είναι πλέον και η δυναμική που αυτή θα δημιουργήσει όχι μόνο τώρα αλλά σε βάθος χρόνου. Ίσως και να κάνει τον πανταχόθεν λοιδορούμενο δικομματισμό να φαντάζει ως ευγενική διαδικασία. Ίδωμεν ως προς αυτό. Μία δεύτερη απάντηση είναι ότι, μεταφέροντας αρμοδιότητες, πόρους και εξουσίες, ο Καλλικράτης επιχειρεί να απαλλάξει τις τοπικές κοινωνίες από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό ενός πατερναλιστικού κράτους, να αναδείξει και απελευθερώσει τις τοπικές δυνάμεις προς όφελος των τοπικών κοινωνιών. Οι τοπικές κοινωνίες, τόσο σε δημοτικό όσο και περιφερειακό επίπεδο έχουν – δόξα τω θεώ!- πολλά προβλήματα αλλά και πολλές ενδεχομένως κρυμμένες δυνάμεις που ασφυκτιούν. Ο Καλλικράτης αποτελεί μία μεγάλη ευκαιρία να πάρουν οι τοπικές κοινωνίες την τύχη τους στα χέρια τους. Οι τοπικές κοινωνίες έχουν την ευκαιρία να απαγκιστρωθούν από τον στείρο κομματικό διαγκωνισμό, που μάλλον μικρό νόημα έχει επί της ουσίας σε τοπικό επίπεδο, και να αναδείξουν τους αξιότερους με απευθείας εκλογή από την βάση. Υπ’ αυτήν την έννοια, ασφαλώς οι καλλικράτειες Αυτοδιοικητικές εκλογές είναι άσκηση συμμετοχικής δημοκρατίας.

Τι ΔΕΝ είναι ο Καλλικράτης; Ο Καλλικράτης δεν είναι δημοψήφισμα για το πως τα πάει η εθνική κυβέρνηση, όσο δύσκολη και κρίσιμη και αν είναι η εποχή (ή ίσως ακόμα περισσότερο γι αυτό). Η (εθνική) Κυβέρνηση εξελέγη πριν έναν χρόνο με σαφή πλειοψηφία και εντολή, έχει καθαρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, και θα δώσει απολογισμό και θα θέσει την θητεία της στην κρίση των πολιτών στα τέσσερα χρόνια, τον Οκτώβριο του 2013, όπως ορίζει το Σύνταγμα και η κοινοβουλευτική πολιτική και ηθική τάξη. Μέσα σε αυτήν, την δημοκρατική και καταστατική ας μην ξεχνάμε, συλλογιστική, δεν υπάρχουν οι τοπικές εκλογές ως εθνικού τύπου δημοψήφισμα. Οι Αυτοδιοικητικές εκλογές εμφατικά δεν είναι τέτοιου είδους άσκηση συμμετοχικής δημοκρατίας. Και για να το δούμε αλλιώς: Τι ποσοστό «πράσινων» τοπικών αρχόντων θα χρειαστεί να εκλεγούν για να επιβεβαιωθεί η εντολή της κοινωνίας στο ΠΑΣΟΚ και τον Γιώργο Παπανδρέου; Κάθε πότε θα γίνεται τέτοιο «δημοψήφισμα»; - αν πχ. Πέσουν ευρωεκλογές σε άλλο έναν χρόνο, αυτές θα έχουν επίσης δημοψηφισματικό χαρακτήρα; Και τι θα γίνει αν αλλάζει γνώμη κάθε τόσο η κοινωνία προκαλώντας παράλυση;

Ας σκεφτούμε το εξής υποθετικό παράδειγμα. Ας πούμε ότι έχουμε ένα πρόβλημα στο σπίτι, π.χ. μια χαλασμένη βρύση, και φωνάζουμε έναν υδραυλικό για να το δει και να μας πει αν φτιάχνεται, πόσο κάνει, κλπ. Αντί γι αυτά, ο καλός μας (υποψήφιος!) μάστορας αρχίζει να μας μιλάει για κάτι άσχετο, π.χ. το Μνημόνιο! Θα τον προσλαμβάνατε έναν τέτοιο υδραυλικό; - να τον πληρώνετε και αυτός να χαζεύει με άσχετα θέματα; Αν όχι, για σκεφτείτε τον υποψήφιο τοπικό άρχοντα, ο/η οποίος/α και περισσότερη δουλειά θα έχει (προβλήματα, γαρ), και αρμοδιότητες θα έχει, και λεφτά θα μας κοστίσει. Η δουλειά των υποψηφίων είναι μας πείσουν αν και πως έχουν τις δυνατότητες να αντιμετωπίσουν τα πολλά και αυξανόμενα τοπικά προβλήματα, ειδικά μέσα σε συνθήκες κρίσης. Δεν είναι δουλειά τους όμως να αρνούνται ότι υπάρχει κρίση, ούτε να «κατεβαίνουν» με σημαία την άποψη που έχουν για το πώς η υπεύθυνη κυβέρνηση χειρίζεται την κρίση. Το αντίθετο: Όποιος/α ασχολείται με αυτά και όχι με τα τοπικά προβλήματα μας λέει με κραυγαλέο τρόπο ότι δεν είναι ο κατάλληλος μάστορας για τα θέματα που επιδιώκει να αναλάβει, ότι χαζολογάει αντί να κοιτάζει την δουλειά του. Είναι δηλαδή αυτός/ή ο/η υποψήφιος που ΔΕΝ πρέπει να ψηφίσουμε.

Καλά όλ’ αυτά επί του τύπου, ίσως πείτε, όμως στην πράξη η Δημοκρατία δεν δουλεύει έτσι. Ο κυρίαρχος λαός έχει το δικαίωμα να εκφραστεί για το φλέγον τρέχον θέμα της οικονομικής πολιτικής, και η κυβέρνηση έχει υποχρέωση να ακούσει. Εντάξει, σε μία κοινωνία με ένα ανώτερο επίπεδο ωριμότητας του λαού το πράγμα ίσως δούλευε έτσι, όμως στον πραγματικό κόσμο είναι πατερναλιστικό να λέμε στους πολίτες με ποιά κριτήρια πρέπει να ψηφίσουν. Είναι όμως αυτή ακριβώς η ατελής ωριμότητα που ακριβώς γυρίζει την συλλογιστική προς όσα ελέχθησαν παραπάνω. Είχα πάντα μία κάποια απέχθεια στην τάση του ελληνικού λαού (όπως και πολλών άλλων, και σε μεγαλύτερο ίσως βαθμό) να εμπιστεύονται μόνον τους πατερούληδες και τις αυθεντίες. Αν όμως αυτό ειναι αληθινό, αν η ωριμότητα είναι ατελής (και τι σημαίνει «τέλεια ωριμότητα»;) τότε ο υπεύθυνος κυβερνήτης δεν μπορεί να καλεί την κοινωνία να επαναβεβαιώσει νηφάλια την εμπιστοσύνη της στο πρόσωπό του: Όσο και αν ενδόμυχα η κοινωνία αναγνωρίζει πως ισχύει το «Παπανδρέου ή χάος», ενδέχεται να ψηφίσει υπό το κράτος του θυμού ή παρόρμησης. Αντίθετα, ο υπεύθυνος κυβερνήτης οφείλει να συμπεριφερθεί ως ανεκτικός αλλά αποφασισμένος πατέρας, που δεν κάμπτεται από ένα ατίθασο παιδί παρά τις τεράστιες δυσκολίες και το αναμφισβήτητο προσωπικό κόστος. Και ο πατέρας δεν αφήνει στο παιδί να αποφασίσει τις τύχες του σπιτιού. Η αναλογία βέβαια τελειώνει ...το 2013 οπότε ο υπεύθυνος Κυβερνήτης παραδίδει και τίθεται στην κρίση της κοινωνίας.

Οι καλλικράτειες εκλογές δεν επρόκειτο να είναι εύκολες. Έβαλαν και θα βάζουν πάντα επί τάπητος το θέμα της πολυαρχίας, το γεγονός ότι τώρα έχουμε παράλληλους πόλους σημαντικών εξουσιών, όχι βέβαια τοσο σημαντικών όσο της Βουλής ή της κεντρικής κυβέρνησης, αλλά πάντως αξιοσημείωτων. Και προσωπικοτήτων που εκλέγονται απευθείας από την βάση χωρίς (η με «ολίγη») κομματική διαμεσολάβηση, και έτσι αναβαθμισμένων και πιο αυτόνομων. Αλλά μήπως αυτό δεν είναι το βαθύτερο νόημα της συμμετοχικής δημοκρατίας, και όποιος πιστεύει σ’ αυτήν δεν πρέπει να βρεί το γερό στομάχι που χρειάζεται να αντιμετωπίζει τέτοιες καταστάσεις; Και η κατάσταση δεν διευκολύνεται από την ίσως ελλιπή προετοιμασία (νάτος ο μόνιμος γκρινιάρης): Οι υποψήφιοι θα ασχολούνταν λιγότερο με το Μνημόνιο και περισσότερο με την ηλεκτρική καρέκλα που πάνε να καθίσουν αν είχαν πιο σαφείς και δεσμευτικές υπορεώσεις, όπως έχει προταθεί από αυτές τις στήλες: Υποχρέωση να υποβάλλουν δεσμευτικό προϋπολογισμό κάθε χρόνο με περιορισμό μηδενικών ελλειμμάτων, ανώτατους δικαστικούς ως επικεφαλής διευθύνσεων Επιθεώρησης/Δικαστικού, αποσπασμένους δημόσιους υπαλλήλους της κεντρικής διοίκησης ως ανεξάρτητους επικεφαλής διοικητικού, κλπ. Δεν ξέρω τι απ’ όλα’ αυτά έχει θεσπισθεί. Αλλά σε ένα τέτοιο θεσμικό πλαίσιο η προεκλογική συξήτηση θα ήταν περισσότερο για τα τοπικά ζητήματα.
Επίσης, η συζήτηση θα έμπαινε σε νέες βάσεις εάν εθεσπίζετο συνταγματικά ότι οι εκλογές γίνονται κάθε αυστηρά τέσσερα χρόνια. Σε περίπτωση που υπάρξει ουσιαστικός (όχι φανταστικός όπως κάθε φορά) λόγος για πρόωρες εκλογές (δηλαδή τέτοιος λόγος που στην πράξη δεν έχουμε δει μέσρι τώρα, π.χ. καταψήφιση της Κυβέρνησης από την Βουλή), τότε οι εκλογές ξαναγίνονται πάλι τηςν τετραετία από τις προηγούμενες (δηλ., αν γίνονταν τώρα, οι επόμενες θα ήταν πάλι τον Οκτώβριο του 2013). Αυτή η πρόταση γίνεται εδώ. Και αυτή η ρύθμιση θα βοηθούσε ώστε η εσωτερική πολιτική να επικεντρωνόταν σε θέματα ουσίας παρά στον κομματικό μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων. Όπως έγραψε επανειλλημμένα ο Γ. Λακόπουλος στα ΝΕΑ (π.χ. 30-10-2010) στην Ευρώπη προετοιμάζεται νέο θεσμικό πλαίσιο («σκηνικό») όπου οι χώρες που παραβαίνουν τους κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας θα υφίστανται κυρώσεις. Στο βάθος δε του ορίζοντα διαφαίνεται και το ενδεχόμενο τέτοιες χώρες να βλέπουν και την πόρτα της εξόδου από την ΟΝΕ. Όπως έχουμε ξαναγράψει, τέτοιο ενδεχόμενο είναι μακρινό, όμως δεν αποκλείεται καθόλου να αναφανεί ...εν ευθέτω χρόνω, αν βέβαια δεν έχουμε στο μεταξύ αλλάξει ρότα. Απέναντι σε τέτοια ενδεχόμενα, ο τρέχων κομματικός διαγωνισμός φαντάζει εσωστρεφής και κοντόφθαλμος, όσο κι αν ο ένας πόλος (το ΠΑΣΟΚ) έχει δίκιο. Νομίζω πως το ΠΑΣΟΚ και ο Γιώργος Παπανδέρου προσωπικά έπρεπε να εκπέμπει σταθερά το μήνυμα: Το ΠΑΣΟΚ δεν λιποψυχάει μπροστά στις δυσκολίες και το κόστος, δεν φυγομαχεί, δεν εγκαταλείπει.

Η αυτοδιοικητική ψήφος δεν είναι ούτε δημοψήφισμα για το Μνημόνιο αλλά ούτε και χαλαρή ψήφος. Αναμετριέται το παλιό με το καινούργιο, δύο εκ διαμέτρου αντίθετες αντιλήψεις. Αν υποθέσουμε ότι η κοινωνία είναι το πλήρωμα σε ένα καράβι, η παλιά άποψη, διαβρωμένη από τον παγιωμένο δικομματισμό ενός οργανωμένου «από τα πάνω», αυταρχικού, πατερναλιστικού, πελατειακού κράτους, λέει πως η μόνη θέση με ουσιαστική σημασία στο καράβι είναι αυτή του καπετάνιου. Το πλήρωμα τα περιμένει όλα απ’ αυτόν, δεν έχει άλλο νόημα από το να τσακώνεται όλη μέρα για το ποιός θα έιναι καπετάνιος. Η άλλη άποψη λέει ότι η απόδοση του καραβιού είναι θέμα όλου του πληρώματος. Καπετάνιος, αξιωματικός, η ναύτες (ή πρωθυπουργός, δήμαρχος ή υπάλληλος, αν προτιμάτε) έχουν όλοι ρόλο να παίξουν. Το πλήρωμα εκλέγει τον καπετάνιο περιοδικά με κρίση και ωριμότητα, και εν τω μεταξύ κάνουν όσο μπορούν καλύτερα την δουλειά τους στα δικά τους ατομικά καθήκοντα, χωρίς να αερολογούν για το ποιές πρέπει να είναι οι αποφάσεις του καπετάνιου. Όποιες κι αν είναι οι αποφσεις του καπετάνιου, το καράβι θα πάει καλύτερα αν ο καθένας κάνει όσο μπορει καλύτερα την δουλειά του στο πόστο του – και ο Δήμαρχος στο Δήμο και όχι στο Μνημόνιο. Οι παραπάνω απόψεις, για τον ρόλο του Κυβερνήτη ως καλοπροαίρετου πατέρα (ή ποιμένα αν προτιμάτε), στα πλαίσια πάντα της Δημοκρατικής Πολιτείας, μπορεί να ακούγονται λιγάκι πατερναλιστικές, όμως πιστεύω πως στηρίζονται στην έννοια ότι οι τύχες μίας κοινωνίας εξαρτώνται από την προσπάθεια ενός εκάστου στο πόστο του (εν προκειμένω, των τοπικών αρχόντων) και όχι μόνο ενός Πρωθυπουργού, και άρα έχουν το αίτημα της κονωνικής χειραφέτησης στην βάση τους.