Thursday 10 September 2009

Εύγε - και καλή επιτυχία

«Και μη σας ανησυχούν τα κρίματα των ανθρώπων, μη φοβάστε πως θα ματαιώσουν το έργο σας και δεν θα τ’ αφήσουν να πραγματοποιηθεί. Μη λέτε:
‘Το κρίμα είναι σχυρό, είναι ισχυρή η ασέβεια, είναι ισχυρό το κακό περιβάλλον, και μεις είμαστε μονάχοι κι αδύναμοι, θα μας πνίξει το κακό περιβάλλον και δε θ’ αφήσει να πραγματοποιηθεί το θεάρεστο έργο.’
Αποδιώχνετε, παιδιά μου, αυτή την απαισιοδοξία!»
Φ. Ντοστογιέφσκη, Αδελφοί Καραμάζοφ, μτφ. Άρη Αλεξάνδρου, Εκδόσεις Γκοβόστη 1991, τ. 2ος, σ. 254

Οι εξελίξεις ήδη τρέχουν με δραματικούς ρυθμούς: Οι εκλογές έχουν προκηρυχθεί για τις 4 Οκτωβρίου. Η κυβέρνηση της ΝΔ έχει καταρεύσει, υποτίθεται υπό την απειλή εκλογών την άνοιξη του 2010, αλλά κατ’ ουσία υπό το βάρος της ολοσχερούς ηθικής της και πολιτικής χρεωκοπίας. Γιατί βέβαια μία ισχυρή κυβέρνηση δεν θα φοβόταν να πάει στις εκλογές όποτε και αν γίνονταν. Μία πανικόβλητη όμως κυβέρνηση προτίμησε την βέβαιη ήττα τώρα, παρά την συντριβή αργότερα. Ίσως ενδόμυχα ο κ. Καραμανλής να θέλει να παραδώσει, έχει αντιληφθεί (είναι έξυπνος άνθρωπος) ότι δεν τα καταφέρνει στην εξουσία. Η ιστορία θα πει κατά πόσο η πλήρης αποτυχία του (μην ξεχνάμε: η χώρα είναι στα πρόθυρα δημοσιονομικής καταστροφής, ολοκληρωτικής δηλαδή αποτυχίας σε ένα πεδίο προνομιακό για μία συντηρητική παράταξη, αυτό της δημοσιονομικής πειθαρχίας) οφείλεται σε δικές του προσωπικές αδυναμίες ή ανικανότητα της παράταξής του να εμφανιστεί ως συντεταγμένη δύναμη κοινωνικής αλλαγής και μεταρρύθμισης.


Τα φώτα της δημοσιότητας τώρα στρέφονται στο ΠΑΣΟΚ και τον ηγέτη του Γιώργο Παπανδρέου. Η νίκη στις εκλογές είναι περίπου βέβαιη, και πολύ πιθανή η αυτοδυναμία – το αντίθετο θα οδηγήσει την χώρα σε περιπέτειες. Αν υποτεθεί ότι δίνεται αυτοδυναμία, το πραγματικό «στοίχημα» ή διακύβευμα είναι τι θα γίνει την επόμενη μέρα. Όπως έχω κατ’ επανάληψη γράψει, τα συσσωρευμένα προβλήματα και οι αντιφάσεις είναι πολλά/ές και οξυμένα/ες, και ο δρόμος δεν θα είναι ρόδινος. Απαιτείται μία έντιμη και ικανή κυβέρνηση, που θα πάρει γενναίες και ρηξικέλευθες πρωτοβουλίες (όχι πάντα προσανατολισμένες στον άξονα δεξιά-αριστερά, αλλά ίσως περισσότερο εμπνεόμενες από την πρόθεση ανασυγκρότησης της χώρας, και ξεπεράσματος της κοινωνικής της και πολιτικής καθυστέρησης), και που θα εμπνεύσει την κοινωνία να κάνει τα υπόλοιπα (και πολλά) βήματα μόνη της.


Αλλά η αρχή είναι πολύ ενθαρρυντική. Ο Πρόεδρος και η ηγετική ομάδα έχουν ήδη δείξει απτό δείγμα γραφής ότι εννοούν έναν νέο πολιτικής και πολιτικού, αυτών που βρίσκονται στα δημόσια αξιώματα για ναυπηρετήσουν το δημόσιο συμφέρον πάνω και πέρα απ’ όλα. Επίσης αξιοσημείωτη είναι η απόφαση να μην δεχθεί το ΠΑΣΟΚ συνδρομές από επιχειρήσεις και πρόσωπα νομικού δικαίου παρά μόνον από φυσικά πρόσωπα, δηλαδή ό,τι γίνεται σε μερικές πιο προηγμένες χώρες. Γιατί ποιός ψηφίζει, οι επιχειρήσεις ή οι άνθρωποι; Βέβαια, το ακανθώδες ζήτημα της χρηματοδότησης των κομμάτων δεν εξαντλείται και δεν λύνεται εδώ. Αλλά ας έχουμε υπομονή.


Το πιο σημαντικό όμως, κατά την γνώμη μου, ήταν η απόφαση να μην γίνει καμμία αφισσοκόλληση από το ΠΑΣΟΚ. Όχι μόνον για λόγους αισθητικούς, γιατί θα γίνει ένα μεγάλο βήμα για να μας απαλλάξει από την τριτοκοσμική μουτζούρα και το σκουπιδαριό. Αλλά πάνω απ’ όλα γιατί η πρακτική της αφισοκκόλλησης είναι ενδεικτική της πολιτικής και κοινωνικής καθυστέρησης που λέγαμε πιο πάνω. Η αφισοκόλληση θα ήταν χρήσιμη, έστω και βρώμικη, εάν προσέφερε ένα απτό κοινωνικό αγαθό, δηλ. την πολιτική πληροφόρηση. Αυτό το αγαθό όμως θα χρειαζόταν μόνο λίγες αφίσσες για να προσφερθεί. Δεν απαιτείται να μουτζουρωθεί όλη η πόλη, ούτε χρειάζεται να κολλάει ο ένας πάνω στις αφίσσες του άλλου. Όταν αυτό γίνεται, τότε το «παιχνίδι» καταλήγει να είναι μηδενικού αθροίσματος, δηλαδή το δικό μου όφελος (να ακουστώ πιο πολύ) γίνεται απλά με δική σου ζημιά (που ακούγεσαι λιγότερο), χωρίς καθόλου κοινωνικό όφελος (η ουσιαστική πληροφόρηση πνίγεται). Μάλιστα, με κοινωνική ζημιά, δηλαδή το βρώμισμα του περιβάλλοντος, φυσικού ή δομημένου. Το παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος είναι γενικευμένο στην χώρα - από την διαφθορά μέχρι τον πολιτικό πολιτισμό, και από το περιβάλλον μέχρι τα κατεστημένα μικροσυμφέροντα, όλα αυτά είναι νοοτροπίες και συμπεριφορές που εμπεριέχουν τα στοιχεία που περιγράφηκαν, που αποτελούν όψεις της κοινωνικής και πολιτικής υπανάπτυξης της χώρας, και που εμποδίζουν τελικά και την οικονομική ανάπτυξη και την ευημερία της. Η απαγόρευση της αφισσοκόλλησης από το ΠΑΣΟΚ δίνει ένα ηχηρό και ισχυρό μήνυμα ανατροπής αυτών των πρακτικών.


Καλή επιτυχία σύντροφοι. Η καρδιά και ο νους μας είναι μαζί σας.

Sunday 30 August 2009

ΕΝΤΥΠΩΣΕΙΣ

«Έτσι ήρθαν τα πράγματα, μα έτσι δεν θα πάνε.»
Τίτλος μυθιστορήματος του Γιασάρ Κεμάλ

Κι άλλο καλοκαίρι πέρασε, και πολλές εντυπώσεις με κέρασε – για να παραφράσουμε το στίχο του Βαγγέλη Γερμανού. Εποχικός επισκέπτης όπως κάθε χρόνο, γέμισα εντυπώσεις, καλές και κακές. Θα σταθώ σε τρεις που πιστεύω έχουν γενικότερο ενδιαφέρον.

Φωτιές. Το θέμα των ημερών βέβαια είναι οι μεγάλες φωτιές, μεγαλύτερες ίσως και από του 2007. Για τρίτη φορά μέσα σε δύο χρόνια, όπως έγραψε ο Δ. Μητρόπουλος στα ΝΕΑ (24/8/09), δώσαμε την εικόνα ανοχύρωτης χώρας (κοινώς ξέφραγου αμπελιού), μετά τις φωτιές του 2007 και τους εμπρησμούς των πόλεςν του Δεκέμβρη 2008. Οι κυβερνητικές ευθύνες είναι αναμφίβολες. Η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή παρέλαβε μία Ολυμπιακή Ελλάδα και παραδίδει (κυριολεκτικά και μεταφορικά) στάχτες. Αλλά νομίζω ότι το πρόβλημα είναι συνθετότερο. Είναι κοινός τόπος ότι πέρα από τις αντικειμενικές φυσικές δυσκολίες (φωτιά στο ιδιαίτερα εύφλεκτο πευδάσος κάτω από θυελλώδεις ανέμους) και την αποφυγή θυμάτων, πέρα από την έλλειψη σχεδίου και συντονισμού, επιχειρησιακή ανικανότητα, μεγάλες ελλείψεις σε μέσα και προσωπικό, για τις οποίες η κυβερνητική ευθύνη είναι δεδομένη, υπάρχουν και άλλοι παράγοντες όπως αλόγιστη και άναρχη «ανάπτυξη», ατέλειωτο (και εύφλεκτο) σκουπιδιαρό (που έπαιξε μεγάλο ρόλο στην Πάρνηθα), ασυννενοησία και μικροκομματισμός (δήμαρχοι που έπαιρναν τηλέφωνο τον υπερ-υπουργό Προκόπη Παυλόπουλο να τους στείλει αεροπλάνα, λες και αυτός ήταν το Κέντρο Επιχειρήσεων της Πυροσβεστικής), ελλιπής χάραξη αντιπυρικών ζωνών και καθαρισμός των δασών οφειλόμενος σε ασυννενοησία μεταξύ δήμων, νομαρχιών και δασαρχείων, και σίγουρα πολλοί άλλοι. Νομίζω πως θα συμφωνήσω με άλλους σχολιαστές (Α. Καλοκαιρινός στα ΝΕΑ, 24/8/09, Π.Κ. Ιωακειμίδης στις 28/8/09 πάλι στα ΝΕΑ) πως αυτοί οι παράγοντες αναδεικνύουν, πέρα από κυβερνητική ανικανότητα, και βαθύτερες παθολογίες, όπως ανικανότητα της δημόσιας διοίκησης σε όλες της τις εκφάνσεις της να παράγει έργο πέρα από την απλή διεκπεραίωση, στη βάση μακρόπνοου σχεδιασμού (π.χ., καθαρισμός δασών, οργάνωση εθελοντών), αλλά και της ελληνικής κοινωνίας, παρ’ όλη την αυτοθυσία της και εθελοντική προσφορά της την ώρα της κρίσης, να προστατέψει το δημόσιο αγαθό (το δάσος!) ουσιαστικά και σε βάθος χρόνου (με σεβασμό, αποφυγή σκουπιδιών, άναρχης δόμησης, κλπ).

Αυτοκινητάκι μου ουάουα. Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης έγραψε στα ΝΕΑ προ ημερών για την μανία για επιδεικτική κατανάλωση που χαρακτηρίζει ένα κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας ακόμα και εν μέσω κρίσης. Θα συμφωνήσω (μερικώς), με την επισήμανση ότι η κατανάλωση αυτή, βοηθούμενη και πό σχετικά μέτρα του τελευταίου τριήνου) παίρνει σε μεγάλο βαθμό την μορφή λατρείας του αυτοκινήτου (που φέρνει στο μυαλό τον τίτλο απιθεώρησης προ ετών «Αγάπη μου ουάουα»!). Καμμία άλλη χρονιά δεν είδα τόσα πολλά καινούργια κυριλέ αυτοκίνητα στην χώρα μας. Οι ψυχολόγοι και κοινωνιολόγοι θα μας πουν αν αυτή η λατρεία της ελληνικής κοινωνίας προς το αυτοκίνητο και η επιδεικτική ακατανάλωση γενικότερα είναι κάτι όντως ξεχωριστό από ό,τι συμβαίνει σε άλλες χώρες, ή αν π.χ. είναι το καμάρι του αρχοντοχωριάτη που ξαφνικά μεγαλοπιάστηκε. (Εδώ δεν μπορεί κανείς παρά να θυμηθεί τα ευτράπελα που συνέβαιναν, όπως διαβάζουμε, στις μέχρι προ τινός δεξιώσεις μετά φαγητού της Προεδρίας της Δημοκρατίας για την επέτειο της Δημοκρατίας , καθώς και σε άλλες εκδηλώσεις με δωρεάν φαγητό, όπου οι συνδαιτημόνες συνωστίζονταν λες και δεν είχαν δεί ποτέ τους φαγητό!) Οι δε μαρξιστές και άλλοι θα μας πουν αν έχει να κάνει με τον γενικευμένο φετιχισμό του εμπορεύματος, όπου οι κοινωνικές σχέσεις ανταγωνισμού λόγω εκμετάλλευσης μεταλλάσσονται σε ανταγωνισμό για το ποιός έχει το καλύτερο αυτοκίνητο. Μπορεί βέβαια και να είναι η αγάπη προς την αυτονομία που αναντίρρητα χαρίζει το αυτοκίνητο. Είναι όμως αδιαμφισβήτητο (τουλάχιστον στο μυαλό του γράφοντος) ότι η επιδεικτική κατανάλωση χαρακτηρίζεται από έναν υφέρποντα ανταγωνισμό για να έχω εγώ καλύτερο αυτοκίνητο ή σπίτι ή ο,τιδήποτε από τον γείτονα, και από μία (κίβδηλη) αίσθηση καταξίωσης όταν αυτό συμβαίνει.

Πέρα από ότι αυτές οι λογικές είναι αυτο-αναιρούμενες (δεν μπορεί να είμαστε όλοι καλύτεροι από τον μέσο όρο, γιατί σαν ομάδα είμαστε ο μέσος όρος), δημιουργούν και ένα σαθρό υπόστρωμα που εμποδίζει ουσιαστικές προοδευτικές έννοιες να ριζώσουν. Π.χ., δυσκολεύουν την οικολογική πρακτική (την έμφαση σε μαζικά μέσα μεταφοράς, την προσαρμογή σε οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα, κλπ), την προσαρμογή σε μία οικονομία περισσότερης παραγωγής και λιγότερης κατανάλωσης ώστε να εξασφαλιστεί η ευημερία σε βάθος χρόνου, αλλά και την μείωση των τροχαίων ατυχημάτων, κλπ. Επιπλέον, ο αχαλίνωτος και επιδεικτικός καταναλωτισμός σε περίοδο κρίσης υποσκάπτει την κοινωνική συνοχή. Σε πιο προηγμένες βιομηχανικές χώ ρες, όπου βέβαια υπάρχει χλιδή και πλούτος πολύ περισσότερος, υπάρχουν όμως και ρεύματα σκέψης που αναδεικνύουν πιο πολύ το αδιέξοδο της επιδεικτικής κατανάλωσης. Στην Ελλάδα ακούγονται φυσικά τέτοιες απόψεις, όμως είναι απαραίτητο να ενισχυθούν και αναπτυθούν περαιτέρω στο πλαίσιο μιάς κεντροαριστεράς που επιθυμεί να παραμείνει ηγεμονική δύναμη στην ελληνική κοινωνία. Ειδικά αναφορικά με το αυτοκίνητο, μπορεί να τονισθεί περισσότερο ο χρηστικός και όχι επιδεικτικός χαρακτήρας του, οι αρετές της ευγένειας και συνεργασίας στον δρόμο αντί του ανταγωνισμού και της επιθετικότητας, και η ήπια και με (σχετικό) σεβασμό στο περιβάλλον οδήγηση.

Δημόσια διοίκηση. Σε δημόσια υπηρεσία επαρχιακής κωμόπολης, όχι πολύ μακριά από την Αθήνα, υπηρετούν 17 άτομα. Εκ των οποίων αποδίδουν έργο τα 4 (ολογράφως: τέσσερα). Το υπόλοιπο προσωπικό (δηλαδή 13/17, ποσοστό άνω του 75%) είναι ουσιαστικά υπεράριθμο. Πως απασχολούνται αυτοί οι άνθρωποι; Τύποις κάτι κάνουν, αλλά στην πράξη πίνουν καφέ και κουτσομπολεύουν. Πως τα καταφέρνουν τόσο ωραία; Απλά, δεν γνωρίζουν! Δεν γνωρίζουν π.χ. να κάνουν ένα απλό διαβιβαστικό («σας διαβιβάζουμε το τάδε έγγραφο λόγω αρμοδιότητάς σας»). Κάποιος είναι υπεύθυνος να καταχωρεί αλφαβητικά. Ο/η εν λόγω υπάλληλος γνωρίζει να καταχωρεί Α από Β, αλλλλά δεν γνωρίζει να βάζει σε σειρά το Αα και Αβ. Παλιότερα ελέγετο ότ ι οι δημόσιοι υπάλληλοι πλέκουν (τουλάχιστον οι γυναίκες) εν ώρα υπηρεσίας. Τώρα είναι πιό ειλικρινές να λέμε ότι, σε τέτοιες περιπτώσεις, απλά κοροϊδεύουν.

Δεν ξέρω πόσο γενικευμένο είναι το φαινόμενο, αν κι έχω ακούσει αρκετά άλλα τέτοια παραδείγματα για τον δημόσιο τομέα. Θέλω να πιστεύω ότι η πλειοψηφία των δημοσίων υπαλλήλων κάνει ευσυνείδητα το καθήκον της. Αλλά ακόμα και σχετικά μικρής έκτασης να είναι το φαινόμενο, είναι ιδιαίτερα απογοητευτικό και συνιστά κραυγαλέα σπατάλη πόρων. Εκτός του ότι βέβαια είναι και διαλυτικό του ηθικού των υπολοίπων. Κοντολογής, εάν τέτοια φαινόμενα δεν αντιμετωπιστούν σε βάθος, δεν μπορούμε να μιλάμε για εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών, για άνοδο ανταγωνιστικότητας και βιώσιμη ανάπτυξη στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον. Το ΠΑΣΟΚ οφείλει να αναδείξει την αναδιοργάνωση της δημόσιας διοίκησης σε κορυφαίο στρατηγικό του στόχο, που όμως αρχίζει να μπαίνει σε απτή πορεία υλοποίησης από τις πρώτες κιόλας 100 ημέρες. Οι προτάσεις που μπορούν να γίνουν προς αυτή την κατεύθυνση είναι:
• Συνιστάται επιτροπή ανώτατων δημοσίων υπαλλήλων, νομικών, συνδικαλιστών αλλά και μελών του επιχειρηματικού κόσμου που μελετά την κατάσταση στον δημόσιο τομέα και κάνει προτάσεις πολιτικής. Οι προτάσεις τίθενται σε δημόσιοοο διάλογο. Η όλη διαδικασία όμως έχει περιορισμένο χρονικό ορίζοντα. Οι παρακάτων προτάσεις μπορούν να αποτελέσουν μία βάση.
• Ετήσια αξιολόγηση προσωπικού (με συνέντευξη, σύνταξη έκθεσης από τον/ην προϊστάμενο, αλλά και σύντομη έκθεση του πώς κάθε υπάλληλος αξιολογεί τον εαυτό του και τους άλλους). Διατύπωση προσωπικών στόχων βελτίωσης ανά υπάλληλο.
• Ετήσιες επιθεωρήσεις όλων των υπηρεσιών κάθε υπουργείου. Διατύπωση εκτίμησης εάν το παραγόμενο έργο της υπηρεσίας συγκρίνεται με αυτό ομοειδών υπηρεσιών.
• Το ίδιο ισχύει μεταξύ υπηρεσιών υπουργείων (σύγκριση έργου, κλπ). Εδώ, ενεργό ρόλο μπορεί να παίξει ο Επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης.
• Καθιέρωση μετρήσιμων στόχων ανά υπηρεσία και υπάλληλο με βάση όλα τα παραπάνω, και απόδοση μπόνους ανάλογα με την επίτευξη ή όχι των στόχων αυτών.
• Διαρκής επιμόρφωση όλου του στελεχικού δυναμικού της δημόσιας διοίκησης.

Το τελευταίο μέτρο βέβαια είναι και το πιό δραστικό, και θα ξεσηκώσει ίσως και αντιδράσεις κυρίως από την Αριστερά. Και εδώ χρειάζεται να σταθούμε. Η επιλογή που διαθέτουμε δεν είναι μεταξύ μίας ισότητας παλαιομοδίτικου τύπου (π.χ., αποσύνδεση της μισθολογικής εξέλιξης από την βαθμολογική εξέλιξη που καθιέρωσε το ΠΑΣΟΚ την δεκαετία του 80) και κάποιας ανισότητας ανάμεσα στους δημόσιους υπαλλήλους. Εάν επιμείνουμε στην ισότητα θα οδηγηθούμε σε βαθμιαία απαξίωση του δημόσιου τομέα με ό,τι αυτό σημαίνει. Η μόνη επιλογή είναι μεταξύ μίας επιλεκτικής μεταχείρισης του προσωπικού με βάση τις ικανότητες και την απόδοσή τους στην βάση του «όλοι αμείβονται για την προσπάθειά τους», και μίας ανισότητας όπου οι «κάτω» τρέχουν και οι «πάνω» αμείβονται, όπως δυστυχώς τείνει όλο και πιο πολύ να γίνει η νόρμα στον ιδιωτικό τομέα. Ρεαλιστικά μιλώντας, αυτό είναι το βασικό διακύβευμα (ή αλλιώς «στοίχημα») για την σημερινή σοσιαλδημοκρατία.

Όλα αυτά μας οδηγούν στο γενικό συμπέρασμα πως για την ανασυγκρότηση της χώρας απαιτείται να συντρέξουν τριών λογιών παράγοντες. Πρώτον, μία ικανή, έντιμη και γενναία κυβέρνηση, δεύτερον, εκ βάθρων αναδιοργάνωση και ανασυγκρότηση όλης της κρατικής μηχανής, και τρίτον, σε βάθος κινητοποίηση της κοινωνίας. Έτσι μπορούμε να ελπίζουμε σε μία μάχιμη Ελλάδα, που παίρνει την τύχη της στα χέρια της, διαπνεόμενη από αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση, ευημερούσα, ισχυρή και κοινωνικά δίκαιη. Αλλιώς, η Ελλάδα που θα κληροδοτήσουμε στις επόμενες γενιές και την ιστορία θα περιθωριοποιείται βαθμιαία, θα είναι λαβωμένη και άδικη, «μοιραία και άβουλη αντάμα».

ΠΡΟΕΔΡΙΚΗ ΕΚΛΟΓΗ ΚΑΙ ΘΕΣΜΟΙ

KENT: «[...] κι ούτ’ είναι κούφιοι από καρδιά όσοι η λαλιά τους
η σιγανή δεν κουδουνίζει κούφια λόγια.»
Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, Ο Βασιλιάς Ληρ, μτφ. Βασίλη Ρώτα, εκδόσεις επικαιρότητα, 1997, σ. 24.

«... Πιστεύω στο λαό κι είμαι πάντα έτοιμος να παραδεχτώ το δίκιο του, όμως δεν έχω καθόλου σκοπό να τον παραχαϊδέψω. ...»
Φ. Ντοστογιέφσκη, Αδελφοί Καραμάζοφ, μτφ. Άρη αλεξάνδρου, Εκδόσεις Γκοβόστη 1991, τ. 3ος, σ.332.

«[...] Και θέλω να είμαι σε θέση να ακούω την αφτιασίδωτη αλήθεια.»
Ίνταρ Κρώυτσερ, διευθύνων σύμβουλος της Νορβηγικής ασφαλιστικής εταιρίας Storebrand.*

«Μην αφήσουμε αυτή την κρίση να πάει χαμένη.»
Ραμ Εμμάνιουελ, προσωπάρχης του Λευκού Οίκου

Α. Έχει ήδη ανοίξει το θέμα της Προεδρικής εκλογής του Μαρτίου 2010, με αφορμή την θέση του ΠΑΣΟΚ ότι θα καταψηφίσει τον νυν ΠτΔ για να προκαλέσει βουλευτικές εκλογές, και ότι θα τον προτείνει και θα τον ψηφίσει μέσως μετά (εάν φυσικά, όπως όλα δείχνουν, εκλεγεί) με την απλή πλειοψηφία της Βουλής. Το θέμα αναζωπυρώθηκε τελευταία με τις απόψεις των συνταγματολόγων καθηγητών Δ. Τσάτσου (κυρίως) και Γ. Κασιμάτη ότι αυτή η προοπτική αντιβαίνει, αν όχι στο γράμμα, σίγουρα στο πνεύμα του Συντάγματος. Οι θέσεις αυτές έχουν ξεσηκώσει αντιδράσεις στον χώρο του ΠΑΣΟΚ (όπως ίσως είναι αναμενόμενο). Συνταγματολόγος δεν είμαι, αλλά συμφωνώντας και με άλλους (π.χ. Γεράσιμος Μοσχονάς στα ΝΕΑ της 7/8/09 νομίζω), έχω την πεποίθηση πως το προτεινόμενο «σενάριο» για την εκλογή του ΠτΔ από το ΠΑΣΟΚ και βέβαια αντιβαίνει στο πνεύμα του Συντάγματος: Το άρθρο 32 του Συντάγματος (έκδοση της Βουλής 2006) ορίζει εκλογές πριν την προεδρική εκλογή (μόνον) σε περίπτωση που δεν εκλεγεί ΠτΔ με ευρεία πλειοψηφία από την Βουλή, έτσι ώστε ο νέος πρόεδρος να διαθέτει αυξημένο πολιτικό κύρος. Το πνεύμα της συνταγματικής διάταξης δηλαδή είναι ότι αυτές οι βουλευτικές εκλογές αφορούν μόνον την εκλογή Προέδρου και αποσυνδέονται από τον συνήθη πολιτικό/εκλογικό ανταγωνισμό. Με αυτή την βάση εκκίνησης, θεωρώ πως το όλο θέμα εγείρει μία σειρά ζητημάτων που καλό είναι να συζητηθούν σε ανοιχτό πνεύμα.

Το πρώτο θέμα είναι αυτό της ουσίας. Η βασική θέση του ΠΑΣΟΚ είναι νομίζω ότι το θέμα είναι κατ’ εξοχήν πολιτικό, όχι νομικό. Με άλλα λόγια, πάνω από το θέμα του θεσμού, δηλ. της διαδικασίας της προεδρικής εκλογής, πάνω στο οποίο έχουν άποψη οι συνταγματολόγοι (και οι συνταγματολογούντες), είναι η λαϊκή βούληση, ο λαός ο οποίος θα κρίνει τελικά αυτές τις επιλογές του ΠΑΣΟΚ (και των άλλων κομμάτων). Η άποψη ότι πάνω από τους θεσμούς υπάρχει τελικά ο λαός έχει κάποια ιστορία στο ΠΑΣΟΚ. Δεν χρειάζεται να πούμε ότι αυτή η λογική, διατυπωμένη στην ακραία της μορφή και λογική κατάληξη οδηγεί στην κανταφικής έμπνευσης τζαμαχιρία – δεν υπάρχουν θεσμοί, μόνο ο λαός. Δεν υποστηρίζεται βεβαίως αυτό τώρα, αλλά η άποψη ότι εν τέλει η γνώμη των ειδικών υπόκειται στην λαϊκή έγκριση μας πάει κοντά. (Άς αναλογιστούμε: Θα σκεφτόμασταν ποτέ να θέσουμε στην λαϊκή έγκριση την επιστημονική άποψη ενός γιατρού ή μηχανικού; Τότε γιατί να ισχύει το ανάλογο στην περίπτωση του Συντάγματος; Βέβαια, στο κοινωνικό πεδίο μπορεί να υποστηριχθεί ότι δεν υπάρχουν απόλυτες αλήθειες. Δεκτό, αλλά δεν γινόμαστε όλοι συνταγματολόγοι εάν μάθουμε ένα άρθρο του Συντάγματος, είτε οικονομολόγοι εάν μάθουμε την λέξη πληθωρισμός.) Βεβαίως, δεν είμαι «θεσμο-λάγνος», αλλά ακόμα και αυτό θα ήταν καλύτερο από την «λαο-λαγνεία» των παραπάνω απόψεων.

Το βασικό θέμα όμως είναι ότι το συλλογικό συμφέρον δεν είναι πάνω από τους θεσμούς – ΕΙΝΑΙ οι θεσμοί. Η δημοκρατία και οι θεσμοί της έχουν καθιερωθεί, μέσα από μεγάλους αγώνες, για την προστασία του λαϊκού συμφέροντος. Γιατί χωρίς τέτοιους θεσμούς δεν προστατεύονται τα ανθρώπινα δικαιώματα, ούτε και οι μεγάλες κοινωνικές κατακτήσεις. Χωρίς αυτούς τους θεσμούς οδηγούμαστε σε κοινωνία ζούγκλα, στην νέα βαρβαρότητα όπως λέγεται, όπου το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό χωρίς καμία κοινωνική προστασία (όπου π.χ., πρέπει να έχεις εφοπλιστικό όνομα για να εξιχνιαστεί η απαγωγή σου, αλλιώς...) Ο θεσμός του Προέδρου της Δημοκρατίας αποτελεί την κορωνίδα, συμβολίζει και συνοψίζει κατά κάποιο τρόπο όλο το δημοκρατικό και ευρύτερο θεσμικό πλαίσιο της χώρας, και η αποδυνάμωσή του δίνει αναπόφευκτα το σύνθημα για την αποδυνάμωση των θεσμών ευρύτερα.

Βεβαίως, η ΝΔ δεν είναι σε θέση να παραδίδει μαθήματα θεσμών, αλλά αυτό δεν αποτελεί επιχείρημα για το ΠΑΣΟΚ, καθώς ελπίζαμε και ελπίζουμε ότι το ΠΑΣΟΚ θέτει σε όλα πολύ ψηλότερα τον πήχυ. Και πάλι το θέμα έχει ευρύτερες διαστάσεις. Το ΠΑΣΟΚ θα κληθεί αύριο να πείσει την ελληνική κοινωνία να αλλάξει συμπεριφορές και νόρμες, όπως γράφω και αλλού, όπως την διαφθορά, και την γενική έλλειψη κανόνων και πειθαρχίας, όπως επίσης και να της εμπνεύσει την χρηστή διοίκηση και την συλλογική προσπάθεια. Πώς θα γίνουν όλα αυτά, όταν δημιουργείται η πεποίθηση πως η πειθαρχία είναι «για τους από κάτω», ενώ οι «από πάνω» είναι ελεύθεροι να κάνουν τους κανόνες και τις διαδικασίες λάστιχο; Ασπάζομαι πλήρως την άποψη ότι η παρούσα κυβέρνηση είναι η χειρότερη ....αποεξανέκαθεν!, και ότι καταστρέφει συστηματικά την χώρα εδώ και πεντέμισυ χρόνια. Αλλά και πάλι: εάν γίνουν εκλογές την άνοιξη του 10, οι εκλογές θα έχουν επισπευσθεί το πολύ κατά ενάμισυ χρόνο. Νομίζω ότι το κέρδος αυτό σαφώς υστερεί μπροστά στην μακροχρόνια και μόνιμη ζημιά από την υπονόμευση των θεσμών, για την οποία η προεδρική εκλογή, όπως σχεδιάζεται, δίνει το σύνθημα. Κυβερνήσεις κακές θα ξαναέρθουν, δυστυχώς, όμως οι θεσμοί και η ποιότητά τους παραμένουν.

Το δεύτερο, ίσως πιο «περιφερειακό» αλλά όχι λιγότερο σημαντικό μεγάλο θέμα, είναι ο ρόλος των διανοουμένων και των ανεξαρτήτων φωνών μέσα σε ένα κόμμα. Ο Δ. Τσάτσος δεν είναι μέλος καμιάς ελίτ ούτε και ανίερης συμμαχίας, η δε επιστημονική του σκέψη δεν συνιστά παρακμή, όπως οι καλοθελητές, ακόμα και σοβαροί άνθρωποι, ήδη μας το πρόφτασαν. Οι κκ. Τσάτσος και Κασιμάτης (αν δεν κάνω λάθος) είναι έγκριτοι επιστήμονες, που υπηρέτησαν και τίμησαν το ΠΑΣΟΚ και την Ελλάδα, ο πρώτος και ως ευρωβουλευτής και εισηγητής του ατυχήσαντος, αλλά πολύ σημαντικού, Ευρωσυντάγματος. Το χρέος τους είναι, πέρα και πάνω απ’ όλα, στις αρχές τους (τις αρχές της κεντροαριστεράς, δηλαδή), στην αλήθεια και στην Ελλάδα. Τέτοιοι διανοούμενοι είναι πολύ χρησιμότεροι και στην Ελλάδα αλλά και στο ΠΑΣΟΚ από αυτούς που ομνύουν (μόνο) στην κομματική νομιμοφροσύνη. Οι εποχές που το αντίθετο εθεωρείτο δόγμα παρήλθαν. Και κάτι ακόμα. Δεν μπορεί παρά να αξίζει επαίνου η εμφανής προσπάθεια του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ να προωθήσει την «ανοιχτή κοινωνία», θεσπίζοντας ακόμα και την ευνοϊκή μεταχείριση όσων καταγγέλουν τα κακώς κείμενα. (Κάτι που και ο γράφων, ας επιτραπεί η επισήμανση, έχει προτείνει σε αυτές τις σελίδες, υπό την μορφή του θεσμού της «σφυρίχτρας».) Υπ’ αυτήν την έννοια, είναι τουλάχιστον παράδοξο να τυχαίνει τέτοιας μεταχείρισης κάποιος ο οποίος διατύπωσε την άποψη ότι η ακολουθούμενη πολιτική είναι λανθασμένη – τι είδους ενθάρρυνση θα λάβουν άλλοι αργότερα που ενδεχομένως θα σκεφτούν να καταγγείλουν τα αναπόφευκτα κυβερνητικά στραβοπατήματα του ΠΑΣΟΚ;

Εν συνεχεία των παραπάνω είναι και η φθορά που υφίσταται ο πρώτος ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ κ. Γ. Παπακωνσταντίνου εκτιθέμενος στην καθημερινή πολιτική τριβή ως εκπρόσωπος Τύπου του Κινήματος. Οι συνταγματολόγοι δεν «τρώγονται» όπως μας είπε - μάλλον οι πολιτικοί τρώγονται -, οι έλληνες συνταγματολόγοι διατηρούν ένα ζωντανό και υψηλού επιπέδου διάλογο και νομικό πολιτισμό που βοηθάει στην εξύψωση των θεσμών στην χώρα μας. Αυτό πρέπει να έχει κατά νου ο πρώτος ευρωβουλευτής της χώρας, και αυτό πρέπει να μεταφέρει προς τα έξω. Προς το συμφέρον της χώρας, του Κινήματος αλλά και του ιδίου, ο κ. Παπακωνσταντίνου επιβάλλεται να επικεντρωθεί αποκλειστικά στα ευρωβουλευτικά του καθήκοντα.

Συναφή, και συνέχεια, είναι και τα σχετικά με την στάση του Ευ. Βενιζέλου, ο οποίος, με την άποψή του περί αυτονομίας του επιστημονικού λόγου, θεωρήθηκε ότι «κρατάει αποστάσεις» από την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ. Ο κ. Βενιζέλος έχει αυξημένο πολιτικό και ιδεολογικό κύρος μέσα στο ΠΑΣΟΚ και βεβαίως επιστημονική άποψη στο θέμα, ενώ έχει κρατήσει και υπεύθυνη εσωκομματική στάση από τον Νοέμβριο του 2007 και μετά. Έχει χρέος να πει την εμπεριστατωμένη γνώμη του, και η ηγεσία θα έχει κέρδος αν την λάβει υπ’ όψη. Η ηγεσία, το ΠΑΣΟΚ, και η Ελλάδα ωφελούνται, τουλάχιστον γενικά και μακροπρόθεσμα, όταν βρίσκονται όσο το δυνατόν κοντύτερα στην αλήθεια, όχι όταν ακούν μόνον αυτά που θέλουν να ακούσουν. Σήμερα, το δόγμα δεν μπορεί παρά να είναι: πίστη σε βασικές ιδεολογικές και προγραμματικές αρχές, η οποία οδηγεί στην συλλογικότητα, αλλά από εκεί και πέρα ανεξαρτησία γνώμης σε «περιφερειακά» ζητήματα, ειδικά όταν αυτή δεν βάζει σε κίνδυνο την ενότητα (και σε αυτήν την περίπτωση δεν την βάζει, νομίζω). Αυτό η είναι βάση πάνω στην οποία χτίζεται μία κεντροαριστερά πλατιά, πολυσυλλεκτική, συλλογική όπως λέγαμε και παραπάνω, «φαρδιά τέντα» που χωράει πολύ κόσμο, βάση ευρύτερων συναινέσεων, ζωντανή ως ιδεολογική αναζήτηση και διάλογος με την κοινωνία, και τελικά ηγεμονική δύναμη στην ελληνική κοινωνία σε βάθος χρόνου. Αν κανείς/μία θεωρεί ότι αυτά είναι θεωρητικά θέματα άνευ πρακτικής αξίας, ας περιμένει (όχι πολύ!) μέχρι η νέα κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ να βρεί μπροστά της τα δύσκολα, και η ηγεσία του να πρέπει να «πλαισιωθεί» στις δύσκολες αποφάσεις της από πολιτικούς και επιστήμονες ευρύτερου κύρους, και όχι μόνο από «τους δικούς του» - ποιός είπε ότι η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται;

Εν κατακλείδι, έχει ανοίξει πρόωρα ένα θέμα που κιδυνεύει να καταναλώσει την φαιά ουσία της χώρας για ένα μεγάλο διάστημα, και όλα αυτά γύρω από ένα θέμα που έπρεπε τελικά να ενώνει και όχι να χωρίζει (αυτός είναι νομίζω ο ουσιαστικός ρόλος του Προέδρου της Δημοκρατίας – να ενώνει πάνω από την πολιτική διαμάχη, ώστε να μην φτάσουμε πάλι σε διχασμούς και εμφυλίους, για να το θέσουμε ωμά), και γύρω από ένα πρόσωπο (τον νυν ΠτΔ) που είναι κατά γενική ομολογία επιτυχημένος και συμπαθής σε όλους (φανταστείτε και να μην ήταν)! Αλλά το πιό ουσιαστικό θέμα είναι ότι οι θεσμοί είναι συνώνυμοι με το συλλογικό συμφέρον σε βάθος χρόνου. Ότι αυτοί βρίσκονται υπό πίεση για μία σειρά λόγων (προϊούσα ανισοκατανομή εισοδήματος με ό,τι αυτό συνεπάγεται και για την ανισοκατανομή πολιτικής επιρροής, ρόλος των ΜΜΕ, κλπ.). Ότι αυτοί δεν θα αλλάξουν από την μία μέρα στην άλλη, αλλά απονεκρώνονται και διαφθείρονται βαθμιαία (ανεπαισθήτως, όπως λέει και ο ποιητής). Και ότι, τελικά, το σύνθημα που δίνεται «από πάνω» παίζει καθοριστικό ρόλο.

Β. Όλα αυτά μας οδηγούν να αναλογιστούμε το κυρίαρχο ζήτημα της χώρας, το βασικό «πρόβλημα», για να μιλήσουμε «στρογγυλά». Το βασικό πρόβλημα δεν είναι να απαλλαγούμε από μία κακή κυβέρνηση, ακόμα και τόσο κακή όσο της ΝΔ, και να εκλέξουμε μία καλή, όσο καλή κι αν είναι. Ακόμα κι αν ισχύει η απόλυτη διάκριση καλού-κακού, το ζήτημα βέβαια δεν είναι αυτό, διότι αν το πρόβλημα της Ελλάδας ήταν να βρούμε μία καλή κυβέρνηση, με τόσες αλλαγές που έχουν γίνει από εποχής Καποδίστρια και δώθε, θα την είχαμε ήδη βρει και δεν θα την αλλάζαμε. Το πρόβλημα της χώρας είναι αλλού. Είναι πρώτ΄απ’ όλα πρόβλημα κοινωνικής δικαιοσύνης. Σε αυτό το θέμα η διαφορά μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων είναι βασική και ουσιαστική, και συνηγορεί έντονα στην κυβερνητική αλλαγή. Αλλά εξ ίσου σημαντικό, και απείρως πιο μπερδεμένο, είναι ένα πλέγμα θεμάτων που μπορεί να ονομαστεί έλλειμα ανάπτυξης – ανάπτυξης όχι μόνον οικονομικής, αλλά και θεσμικής, πολιτικής και κοινωνικής. Άς δούμε πρώτα τους θεσμούς: Θεσμικό πλαίσιο υπάρχει στην χώρα, πληρέστατο (εξ όσων αντιλαμβάνομαι) και προοδευτικό. Το πρόβλημα είναι ότι δεν τηρείται, οι νόμοι και οι κανονισμοί συστηματικά παραβιάζονται. Για να κατανοήσουμε το γιατί είναι νομίζω χρήσιμο να δούμε πώς αλληλεξαρτώνται κοινωνία και πολιτική. Η πολιτική βεβαίως διαμορφώνει την κοινωνία μέσω των μέτρων πολιτικής που παίρνει. Αλλά και η κοινωνία επηρεάζει την πολιτική μέσω μίας λογικής που έχει αποκρυσταλλωθεί στο λεγόμενο «θεώρημα του μέσου ψηφοφόρου». Σύμφωνα με αυτό, ο ανταγωνισμός μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων οδηγεί στην σύγκλισή τους στις προτιμήσεις του μέσου ψηφοφόρου. Αν ένα από τα δύο κόμματα μετακινηθεί από αυτές, τότε χάνει ψήφους. Μπορεί βέβαια κανείς να υποστηρίξει ότι τα δύο μεγάλα κόμματα δεν συγκλίνουν απολύτως, έχουν μεγάλες διαφορές στην ιδεολογία και τα προγράμματά τους, άποψη που συμμερίζομαι πλήρως. Όμως θα έλεγα ότι τα μεγάλα κόμματα συγκλίνουν σε κάποιες όψεις του χαρακτήρα τους με τον χαρακτήρα του μέσου ψηφοφόρου. Εξ ού και η προσοχή στο «πολιτικό κόστος» και όχι στο ουσιαστικό συλλογικό συμφέρον, οι πελατειακές τάσεις, ο λαϊκισμός, ο πολιτικός πολιτισμός των τηλεπαραθύρων, ο πολιτικός ανταγωνισμός μεταξύ των κομμάτων τύπου κοκορομαχίας, το παρατεταμένα νοσηρό πολιτικό κλίμα, κλπ. Έχουμε δηλαδή εδώ όψεις της πολιτικής υπανάπτυξης. Από αυτήν την αλληλεπίδραση λοιπόν (αυτό που κάπου αλλού ονομάζω γαϊτανάκι κοινωνίας και πολιτικής) προκύπτει ότι κοινωνία και πολιτική βρίσκονται σε μία αμφίρροπη δυναμική που μας οδηγεί σε «ισορροπίες τύπου Νας» που διαιωνίζουν την υπανάπτυξη. (Δες άλλη καταχώρηση για την ισορροπία κατά Νας.) Αναπόσπαστο τμήμα αυτών των «υπανάπτυκτων» ισορροπιών κατά Νας είναι και η κοινωνική υπανάπτυξη, εμφανής σε κοινωνικές συμπεριφορές και νόρμες ανταγωνιστικές και όχι συνεργατικές, στην υπερβολική εξάρτηση της κοινωνίας από την πολιτική (πελατειακές σχέσεις, ανάγκη να ενταχθείς σε κομματικό «μαντρί» προκειμένου να προστατεύεσαι, κλπ.), στην άλωση της δημόσιας διοίκησης από την πολιτική, στον φόβο της κοινωνίας απέναντι σε κάθε τι καινούργιο ή που μπορεί να οδηγήσει σε εξορθολογισμό (πράγμα που επαληθεύεται από σφυγμομετρήσεις, όπως έγραψε ο Π.Κ. Ιωακειμίδης στα ΝΕΑ της 13/8/09), στην έλλειψη αξιοκρατίας, αλλά και στην περιφρόνηση του δημοσίου συμφέροντος, την διαφθορά, φθορά του περιβάλλοντος, κλπ.

Η αλλεπίδραση αυτή μεταξύ κοινωνίας και πολιτικής σημαίνει ότι κανένας από τους δύο «εταίρους» του διδύμου δεν μπορεί να κινηθεί πολύ γρήγορα προς τα πάνω, τραβώντας και τον άλλο. Αντίθετα, για τους λόγους που περιγράψαμε, ο πιό υπανάπτυκτος εταίρος τραβάει προς τα κάτω και τον άλλο – ένας π.χ. φωτισμένος πολιτικός πνίγεται μέσα στην βοή της αγοράς, ενώ οι φωτισμένες κοινωνικές δυνάμεις οδηγούνται στην περιθωριοποίηση. Έτσι, φτάνουμε σε μία κοινωνία σαν την ελληνική όπου (ο γράφων ακράδαντα πιστεύει) το σύνολο είναι κατώτερο από το άθροισμα των μονάδων, οι μονάδες είναι ως επί το πλείστον αξιόλογες (ιδιαιτέρως σε μερικές περιπτώσεις) αλλά το σύνολο κατώτερο του προσδοκωμένου. Ή, για να το πούμε αλλιώς, το σύνολο δεν ωθεί τις μονάδες προς τα πάνω αλλά προς τα κάτω.

Με αυτόν τον τρόπο, αυτές οι πολυδιάστατες κοινωνικές ισορροπίες εξελίσσονται αργά, και η ανάπτυξη (στην πλήρη της έννοια) υστερεί. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν εξελίσσονται ή βελτιώνονται καθόλου. Υπάρχει κάποια δόση αυτονομίας είτε στην πολιτική είτε στην κοινωνία που επιτρέπει στον έναν εταίρο του διδύμου να εξελιχθεί, έστω λίγο, παρασύροντας και τον άλλο. Το ερώτημα που ανακύπτει λοιπόν είναι πώς μπορούμε να επιταχύνουμε και στρέψουμε την εξελικτική διαδικασία προς την σωστή κατεύθυνση. Προσωπικά πιστεύω ότι η πολιτική έχει περισσότερα περιθώρια αυτονομίας, και έτσι είναι πιθανότερο να κάνει το άλμα, το «μπιγκ μπανγκ» προς τα πάνω, την «υπέρβαση», κάτω από κάποιες προϋποθέσεις βέβαια. (Παρενθετικά, μελαγχολεί κανείς καμμιά φορά από την κατάχρηση και φθορά ουσιαστικών πολιτικών εννοιών, όπως νέα διακυβέρνηση, επανίδρυση του κράτους, υπέρβαση - μοιάζουν με ωραίο τοπίο που έχει καταντήσει σκουπιδότοπος...) Τις προϋποθέσεις αυτές τις έχω αναλύσει εκτενώς αλλού: Καθολική κινητοποίηση της κοινωνίας με τον κατάλληλο διαφωτισμό, συνολικό σχέδιο ανασυγκρότησης, ειλικρίνεια και προσωπικό παράδειγμα προσφοράς από μέρους των πολιτικών, πειθαρχία και δέσμευση από όλους σε κανόνες, και βέβαια κοινωνική δικαιοσύνη, είναι ίσως από τις πιό σημαντικές. Ως πρακτικό μέτρο, έχω προτείνει να εκπονήσει είτε ανεώσει το ΠΑΣΟΚ έναν αυστηρό κώδικα δεοντολογίας που θα καλύπτει τους πάντες, Πρόεδρο, μέλη της κυβέρνησης, βουλευτές, άλλα στελέχη, και κριτήρια επιλογών για όλες τις κυβερνητικές και κρατικές θέσεις, ώστε να πεισθεί έμπρακτα η κοινωνία ότι η διακυβέρνηση ΠΑΣΟΚ δεν θα είναι μία απλή αλλαγή φρουράς κολλητών και «παιδιών» από γαλάζια σε πράσινα.

Νομίζω ότι η συγκυρία προσφέρει και ευκαιρίες, μέσα βέβαια στο γενικότερο γκρίζο τοπίο που διαγράφεται από την οικονομική κρίση, τα χρόνια διαρθρωτικά προβλήματα της χώρας, και την άθλια κληρονομιά που θα μας αφήσει η ΝΔ. Η ευκαιρία παρουσιάζεται γιατί ο Γιώργος Παπανδρέου, έντιμος, άφθαρτος και νεωτερίζων πολιτικός, και το ΠΑΣΟΚ, μετά την ολέθρια «νέα διακυβέρνηση» της ΝΔ, προικοδοτούνται με σημαντικό πολιτικό κεφάλαιο. Αυτό τους δίδει (ιδιαίτερα στον πρώτο) έναν σημαντικό βαθμό αυτονομίας απέναντι στις διαθέσεις του μέσου ψηφοφόρου και της κοινωνίας, που επιτρέπει ρήξεις με κατεστημένες πρακτικές στην κατεύθυνση της άμβλυνσης της πολιτικής, κοινωνικής και θεσμικής υστέρησης που περιγράφηκε πιο πάνω. ΄Ομως, η αυτονομία αυτή δεν θα ισχύει επ’ άπειρον. Πολύ γρήγορα, οι δυσκολίες της πολιτικής, συνδυασμένες με αναπόφευκτα κυβερνητικά στραβοπατήματα του ΠΑΣΟΚ και την κυνική αντεπίθεση της ΝΔ, θα εξαντλήσουν τα περιθώρια αυτά, και το ΠΑΣΟΚ θα έχει λιγότερη διάθεση για καινοτομίες. Η αναληθής αλλά κοινότυπη ρήση του «όλοι ίδιοι είναι», δουλεμένη κατάλληλα από λογής παπαγάλους, θα ηχεί μονότονα. Είναι απολύτως απαραίτητο η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ να βρεθεί έτοιμη για την επόμενη μέρα, αλλά και να προετοιμάζεται από τώρα δίνοντας το παράδειγμα για μια πραγματικά νέου τύπου διακυβέρνηση του τόπου βασισμένη σε αρχές και κανόνες. Οι επισημάνσεις που έγιναν στο παρόν άρθρο, αν και σε κριτικό τόνο, έγιναν στο πνεύμα των παραπομπών που παρατίθενται ως υπότιτλοι, και ελπίζεται ότι θα συμβάλουν στην κατεύθυνση αυτή.


* Το πλήρες απόσπασμα, από το άρθρο «Διαφωτιστική σύνοψη» – Illuminating outline – πάνω στο «Σκανδιναυϊκό μοντέλο», των Richard Milne και Andrew Ward, Financial Times, Πέμπτη 30 Ιουλίου 2009, σ. 9, έχει ως εξής: ‘Ο κ. Κρώυτσερ εξηγεί ότι οι εργαζόμενοι στην εταιρία του «απλά έρχονται και χτυπάνε την πόρτα μου. [...] Αισθάνονται (συν)υπεύθυνοι για την τύχη της εταιρίας. Και θέλω να είμαι σε θέση να ακούω την αφτιασίδωτη αλήθεια.»’

Wednesday 15 July 2009

Προτεραιότητες για το περιβάλλον

Διαβάζουμε (Μαρία Νταλιάνη, ΤΑ ΝΕΑ 14/7/09) πως το θέμα «περιβάλλον» ανεβαίνει προς τα πάνω στην πολιτική αντζέντα, αλλά προς το παρόν τα κόμματα (ακόμα και οι Οικολόγοι) δεν έχουν διατυπώσει σαφείς κεντρικές θέσεις και προτεραιότητες. Από τον κανόνα δεν φαίνεται να εξαιρείται και το ΠΑΣΟΚ, παρά την ειλικρινή ακι δηλωμένη πρόθεση του Προέδρου του να κάνει το περιβάλλον ακρογωνιαίο λίθο της πολιτικής του. (Π.χ., ένας βουλευτής του ΠΑΣΟΚ μίλησε για το τυρόγαλο και πως να μην είναι τοξική η απόρριψή του – ενδιαφέρον αλλά όχι κεντρικό ζήτημα. Επίσης, το δελτίο για το περιβάλλον που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του Κινήματος δεν φαίνεται να περιέχει και πολλά – δεν ξέρων αν υπάρχει κάτι άλλο.) Σαν συμβολή σε αυτή την αναζήτηση, θα μπορούσαν να προταθούν οι εξής κεντρικοί άξονες πολιτικής ως προτεραιότητες:

- Ατμοσφαιρική ρύπανση και μέσα μαζικής μεταφοράς: Το πρόβλημα μας αγγίζει όλους εδώ και πολλά χρόνια. Η λύση του είναι σύνθετη, περνάει μέσα από όλες τις δράσεις που περιγράφονται πιο κάτω, αλλά κατά ένα μεγάλο μέρος το πρόβλημα λύνεται μόνο με τον περιορισμό του ΙΧ και την παράλληλη ενεργή και δραστική προώθηση των μέσων μαζικής μεταφοράς. Είναι σαφές πως αυτή η δράση όχι μόνον περιορίζει την ρύπανση, αλλά και συμβάλλει στην γενικότερη αναβάθμιση της ζωής στις πόλεις, με την λύση του κυκλοφοριακού, αποσυμφόρηση, μείωση ηχητικής ρύπανσης, μείωση τροχαίων ατυχημάτων, κλπ. Η Ελλάδα χρειαζόταν και χρειάζεται ακόμα δραστική αναβάθμιση του οδικού της δικτύου. Από την άλλη μεριά, η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι από ένα σημείο και ύστερα, η ανάπτυξη μέσω δρόμων είναι αδιέξοδη, οδηγεί σε γεωμετρικά αυξανόμενη ρύπανση και συμφόρηση. Υπ’ αυτήν την έννοια, στην Ελλάδα απαιτείται μεν η ολοκλήρωση του εθνικού οδικού δικτύου, αλλά μέχρις ενός σημείου μόνο. Δεν βλέπω π.χ. τι καλό θα φέρει για την Αθήνα/Αττική το τσιμέντωμα κάθε χιλιομέτρου πρασίνου γύρω από τον Υμηττό, όπως προβλέπει το πρόσφατο (και πολυ-εξαγγελμένο) «πακέτο Σουφλιά». Άλλο να ολοκληρώσεις την Αττική οδό (π.χ. μέχρι Λαύριο, Ραφήνα) και άλλο να την περάσεις έξω από κάθε αυλή της Αττικής. Τέλος πάντων, η χώρα από εδώ και μπρος απελπιστικά αναζητάει ολοκληρωμένη και συνδυασμένη πολιτική μέσων μαζικής μεταφοράς, των μέσων που έχουν μαζικά (πράγματι) υποβαθμιστεί, συκοφαντηθεί, και δραματικά υστερήσει σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη από τον καιρό… - αλήθεια, ανέκαθεν! (Και όπου τα λογής συμφέροντα έχουν πάντα το πάνω χέρι, όπως έδειξε και η πρόσφατη εμπειρία των υδροπλάνων.) Απαιτούμενες δράσεις: Περαιτέρω ανάπτυξη του μετρό της Αθήνας, ενός από τα λίγα επιτεύγματα που μπορεί να επιδείξει η χώρα μας στον τομέα, και του κατασκευαζόμενου της Θεσσαλονίκης. Στήριξη του περιφρονημένου τραμ της Αθήνας και προώθηση κατασκευής τραμ σε άλλες μεσαίου μεγέθους πόλεις (Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Λάρισσα, Ηράκλειο, Γιάννενα, κλπ). Ριζική αναδιάρθρωση του ταλαίπωρου ΟΣΕ, μίας από τις μεγαλύτερες (και καθόλου γλυκές) αμαρτίες του νεοελληνικού κράτους. (Για να στείλουμε μία αντιπροσωπία στην Τουρκία, να πάει με το καινούριο τραίνο υψηλής ταχύτητας Κωνσταντινούπολης-Άγκυρας - μα πως γίνεται οι «άπιστοι» να κάνουν τέτοια πράγματα και μεις να μένουμε τόσο πίσω;!) Μαζικό αλλά στοχευμένο πρόγραμμα εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης του άνετου, ασφαλούς, φιλικού στον χρήστη και το περιβάλλον, και πιό φτηνού στην κατασκευή σιδηροδρόμου σε νέες βάσεις. Στοχευμένο: όχι πολλαπλές εξαγγελίες για όνειρα θερινής νυκτός, αλλά τρέχουμε δύο μεγάλα έργα και τα ολοκληρώνουμε σε εύλογο χρονικό διάστημα. Σε νέες βάσεις: Όχι μικρομπαλώματα του μουτζούρη (π.χ., «εκσυγχρονισμός» του μετρικού δικτύου στην Πελοπόννησο όπως επιχειρείται, από ποιά συμφέροντα επιβλήθηκε αυτό άραγε;) αλλά ανάπτυξη νέων σύγχρονων γραμμών. Επιβάλλεται έμφαση στον συνδυασμό των μέσων: π.χ. οι σταθμοί λεωφορείων να βρίσκονται σε άμεση σύνδεση με το τραίνο, μετρό (Αθήνα), σύνδεση επίσης λιμανιών, αεροδρομίων, με τα δίκτυα αυτά. Στις πόλεις, ενεργή στήριξη και επέκταση των λεωφορειολωρίδων.

- Διαχείριση υδάτινων πόρων. Μην γελιόμαστε, έχουμε πρόβλημα. Τα ποτάμια στερεύουν, οι υδροφόροι ορίζοντες πέφτουν και μολύνονται είτε γίνονται υφάλμυροι. Επιβάλλεται «πολιτική νερού» που θα στοχεύει να περιορίσει δραστικά την σπατάλη. Καθορίζεται μία μηνιαία βασική παροχή νερού εξειδικευόμενη κατά αριθμό μελών νοικοκυριού (αλλιώς αν στο σπίτι ζουν τέσσερεις και αλλιώς ένας), και από εκεί και πέρα η τιμή του νερού ανά μονάδα αυξάνει προοδευτικά. Η πολιτική αυτή πρέπει να ισχύσει για όλους τους Δήμους και τις εταιρείες ύδρευσης.

- Ανακύκλωση/διαχείριση απορριμάτων. Η ανακύκλωση πρέπει να μπει πιο δραστικά στην ζωή μας. Οι τεχνικές λεπτομέρειες (πώς, που γίνεται η διαλογή, κτλ) πρέπει να γίνουν αντικείμενο περισσότερης μελέτης. Στο θέμα των αποριμμάτων, το φλέγον ζήτημα είναι να βρεθούν τόποι υγιειονομικής ταφής νέου τύπου, για τους οποίους τόσο αντιδρούν οι τοπικές κοινωνίες. Μία λύση θα ήταν να ενεργοποιηθεί ο μηχανισμός της αγοράς στο θέμα. Σπεύδω να διευκρινίσω: αγορά μεταξύ των ενδιαφερομένων Δήμων. Το σύστημα μπορεί να δουλέψει ως εξής: Σε πρώτη φάση γίνεται μία πρώτη αναγνώριση των κατάλληλων θέσεων ανά Νομό ή επαρχία. Μετά καλούνται οι Δήμαρχοι να συμφωνήσουν. (Βεβαίως, οι Δήμαρχοι. Δεν είναι θέμα υπουργού ή κυβέρνησης, είναι θέμα των τοπικών κοινωνιών, οι οποίες καλούνται να αντιμετωπίσουν με την απαραίτητη ωριμότητα το θέμα.) Καθορίζονται τέλη χρήσης του ΧΥΤΑ (ή όπως λέγεται) τα οποία καταβάλλουν οι χρήστες Δήμοι στον Δήμο στου οποίου την περιφέρεια ανήκει ο ΧΥΤΑ. Πως καθορίζονται τα τέλη; Με την λογική της δημοπρασίας: Τα προτεινόμενα τέλη ανεβαίνουν, κατά την διαδικασία της διαπραγμάτευσης, μέχρις ότου πεισθεί κάποιος Δήμος να αναλάβει τον ΧΥΤΑ. Τα τέλη που εισπράττει θα πηγαίνουν στην ενίσχυση των υπηρεσιών που παρέχει ο Δήμος (και όχι βέβαια σε τερτίπια του Δημάρχου). Μα θα ρωτήσει κανείς: Δεν παίρνει ο Δήμος αρκετούς πόρους από την κεντρική κυβέρνηση για να προσφέρει τις υπηρεσίες του; Η απάντηση είναι, όχι εάν τηρούνται αξιόπιστες διαδικασίες προϋπολογισμού τόσο από την κεντρική κυβέρνηση όσο και από τους ΟΤΑ. Οι ανάγκες σε όλα τα επίπεδα είναι απεριόριστες, αλλά οι πόροι (εάν ύπάρχουν αξιόπιστοι προϋπολογισμοί) πεπερασμένοι. Έτσι, τα έξτρα έσοδα από τα τέλη των ΧΥΤΑ θα είναι χρήσιμη ανταμοιβή. Αν βέβαια οι διαδικασίες προϋπολογισμού είναι «μαϊμού», αν π.χ. όποιος ΟΤΑ φωνάξει πιο πολύ παίρνει περισσότερα από την κεντρική κυβέρνηση, τότε η όλη λογική πάει περίπατο – γιατί να αναλάβει ο οποισδήποτε Δήμος τον ΧΥΤΑ, αν η κεντρική κυβέρνηση του πληρώνει τα χρέη μετά από την κατάλληλη πίεση; Τέλος πάντων, η κεντρική διοίκηση διευκολύνει την όλη διαδικασία θέτοντας χρονικά όρια, βάζοντας πρόστιμα στους Δήμους που δεν έχουν συμφωνήσει έως τότε (και κλείνοτας του Δημάρχους σε ένα δωμάτιο έως ότου συμφωνήσουν, αν χρειαστεί!).

- Ρύπανση – μόλυνση ατμόσφαιρας, θαλασσών και ποταμών από εκπομπές αερίων ρύπων, ρίψεις χημικών, καυσίμων, βαρέων μετάλλων, κλπ. (Ασωπός, βόρειος Ευβοϊκός, κλπ. κλπ). Εδώ από την μία καθορίζονται κίνητρα στις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις για εισαγωγή νέων τεχνολογιών, φίλτρων κλπ (συμπεριλαμβανομένης και της ΔΕΗ στην Πτολεμαΐδα, Μεγαλόπολη, Κερατσίνι, Λαύριο, ή όπου αλλού τέλος πάντων), και από την άλλη εντείνεται η αστυνόμευση για να ελεγχθεί η τήρηση των κανονισμών και των συμπεφωνημένων. Ολοκλήρωση δικτύων βιολογικών καθαρισμών. Εδώ εντάσσεται και η προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος που τόσο υποφέρει από πρακτικές (παράνομης) υπεραλίευσης (ανάμεσα σε άλλα). Έλεγχος της ναυσιπλοΐας.

- Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Σε πιο μακροπρόθεσμο και στρατηγικό επίπεδο, απαιτείται ενεργή στήριξη των σχετικών επιχειρήσεων, δράσεων, έρευνας και ανάπτυξης τεχνολογίας, με αιχμή την ηλιακή, αιολική και γεωθερμική ενέργεια (φωτοβολταϊκά, ανεμόμυλοι, κλπ.), με στόχο η χώρα να μπει στην πρωτοπορία στον τομέα και η οικονομία να στραφεί εγκαίρως προς την βιομηχανική επανάσταση του 21ου αιώνα.

- Ανανέωση του θεσμικού πλαισίου για την υποστήριξη και ενίσχυση όλων των παραπάνω. Κίνητρα για ανάπτυξη νέων επιχειρήσεων εστιασμένων σε θέματα διαχείρισης περιβάλλοντος και προώθηση της ανάπτυξης και εισαγωγής νέων τεχνολογιών, ειδικά στην ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών.

- Αποτελεσματική προστασία του (υπολειπόμενου) δασικού πλούτου, με προστασία των καμένων και ενεργή αναδάσωση.

- Περιορισμός στην χρήση πλαστικών και της σακούλας μίας χρήσης πιο ειδικά. Το πλαστικό κάνει χιλιάδες χρόνια να διαλυθεί και απορροφηθεί από την φύση, πρακτικά δηλ. μένει αναλλοίωτο, και γι αυτό συνιστά μία από τις κυριότερες αιτίες ρύπανσης παγκόσμια. Ήδη μεγάλος αριθμός χωρών (συμπεριλαμβανομένης της Κίνας) έχει επιβάλει περιορισμούς στην χρήση της πλαστικής σακούλας ενώ κάποιες χώρες ήδη την έχουν τελείως απαγορεύσει. Υπάρχουν και άλλοι τρόποι να μεταφέρουμε τα ψώνια μας, χαρτοσακούλες, ανθεκτικές σακούλες πολλών χρήσεων, κλπ.

- Χαρτογράφηση αναξιοποίητων ελεύθερων χώρων στις πόλεις και συντονισμός εκστρατείας (επίλυση ιδιοκτησιακών εκκρεμοτήτων, εξεύρεση πόρων) για την ανάδειξή τους σε πάρκα και χώρους αναψυχής. Απομάκρυνση όλων των παράνομων κτισμάτων – εάν είναι καταυλισμοί, μεταφέρονται σε νέους χώρους μετά από χωροταξική μελέτη. Επίσης, κατθαρισμός των παραλιών από αυθαίρετα και «ημιυπαίθριους». Ειδικά για την Αθήνα, στην οποία οι ανάγκες για πράσινο και ελεύθερους χώρους είναι μεγάλες (αν και το ίδιο και από μία άποψη περισσότερο ισχύει και για όλες τις πόλεις της πριφέρειας), υπάρχουν μία σειρά ελεύθερων χώρων (κτήμα Βεΐκου στο Γαλάτσι, Συγγρού στο Μαρούσι/Κηφισιά, ο πολύπαθος Ελαιώνας, το απειλούμενο πρώην αεροδρόμιο στο Ελληνικό, ο Υμηττός, το «πάρκο Στρατού» στην Κατεχάκη, Γουδή, κλπ.) που επείγει να αξιοποιηθούν – όχι με την έννοια της «ανάπτυξης» (βλέπε: τσιμεντοποίησης) αλλά με την έννοια της απόδοσής τους στις τοπικές κοινωνίες για αναψυχή. Παράλληλα, ενθάρρυνση της κοινωνίας να διεκδικήσει τους ελεύθερους χώρους της και τα ήδη υπάρχοντα πάρκα πιο ενεργά. Δεν υπάρχει κουλτούρα στην Ελλάδα απόλαυσης του ελεύθερου χώρου. Η πόλη είναι φυλακή, κατάλληλη μόνο για «αποδράσεις» (όλων των τύπων), και οι χώροι αναψυχής μένουν προς χρήση των μεταναστών (κανένα πρόβλημα με αυτό) και των λογής-λογής περιθωριακών. Θα μπορούσε όμως να είναι και διαφορετικά. Οι δήμοι, κόμματα, σύλλογοι κλπ. ενθαρρύνουν την κοινωνία να δραστηριοποιηθεί περισσότερο στους ελεύθερους χώρους της, με την οργάνωση γιορτών, πικνίκ, εκδηλώσεων πολιτισμού και μαζικού αθλητισμού, κά.

- Τέλος, αλλά και ίσως πάνω απ’ όλα, απαιτείται πολύπλευρη εκστρατεία ενημέρωσης της ελληνικής κοινωνίας σχετικά με το περιβάλλον, την απειλή από την υποβάθμισή του, και τις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας (Κυότο και παρεπόμενες συνθήκες, απορρίματα, ανακύκλωση). Εισαγωγή μαθήματος περιβάλλοντος στα σχολεία (δημοτικά και γυμνάσια). Διαφώτιση από ειδικούς (ινστιτούτα, κλπ) πάνω στο τι μπορεί να κάνει πρακτικά ο πολίτης στην καθημερινή ζωή για το περιβάλλον και την εξοικονόμηση ενέργειας (π.χ., οδηγίες για την «ενεργο-νομική» οικία). Ενεργή προώθηση κουλτούρας μέσων μαζικής μεταφοράς. Τελικά, εμπέδωση στην ελληνική κοινωνία του αισθήματος ότι το περιβάλλον μας αφορά όλους, η υποβάθμισή τους θα έχει σοβαρές συνέπειες για όλους, και ότι καλούμαστε

Saturday 4 July 2009

ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ ΚΑΙ ΞΕΝΟΦΟΒΙΑ

Θησέας:
[Γ]ιατί κι ο ίδιος ξένος,
σαν και σένα, μεγάλωσα στα ξένα[…]
[…] Κι έτσι
κανένα ξένο, νά ‘ναι όπως συ τώρα,
ποτέ δεν θα τον παρατούσα, δίχως
να κάμω ό,τι μπορώ για να τον σώσω [.]

Ποιός λοιπόν τέτοιου ανθρώπου τη φιλία
θαψηφούσε […]
[…] που ήρθε ικέτης των θεών μας
και πλερώνει της χώρας μου και μένα
όχι ασήμαντο φόρο;

Σοφοκλή Οιδίπους επί Κολωνώ, μτφ. Ι.Ν. Γρυπάρη,
έκδοση «Εστίας» 2004, σ. 111 & 115

Το θέμα της μετανάστευσης και της ξενοφοβίας έχει αρχίσει και παίρνει και στην Ελλάδα πλέον μεγάλες πολιτικές διαστάσεις. Η Ελλάδα, στο ΝΑ άκρο της Ευρώπης και του παραδείσου που λέγεται Ευρωπαϊκή Ένωση, και με εκτατεμένα θαλάσσια σύνορα που δύσκολα αστυνομεύονται αποτελεσματικά, αποτελεί πρώτο σημείο άφιξης πολλών λαθρομεταναστών, πολλοί από τους οποίους «επιλέγουν» να παραμείνουν στην χώρα μας. Μετά από δύο δεκαετίες περίπου αριθμητικής αύξησης, το θέμα έχει αρχίσει να παίρνει διαστάσεις λόγω και υπαρκτών κοινωνικών προβλημάτων (γκετοποίηση, εκληματικότητα, άθλιες συνθήκες διαβίωσης) αλλά και ίσως κάποιας δυσκολίας της ελληνικής κοινωνίας να αποδεχθεί την πολυπολιτισμικότητα (αλλά ίσως και δυσκολίας των μεταναστών να αποφασίσουν να αποκαλέσουν την Ελλάδα «δεύτερη πατρίδα» τους). Η αναγωγή του ζητήματος σε μείζον πολιτικό θέμα ακολουθεί μία μάλλον πανευρωπαϊκή τάση, που είδε την σημαντική άνοδο ξενοφοβικών κομμάτων στην Βρετανία, την Ουγγαρία, Ολλανδία, κλπ, ακολουθώντας και το παλιότερο «παράδειγμα» της Γαλλίας (Λεπέν), Αυστρίας, κά.

Το θέμα μετανάστευση έχει πολλές πτυχές, και όχι εύκολες. Στον οικονομικό τομέα, οι μετανάστες ναι μεν ανταγωνίζονται τους ανειδίκευτους (ως επί το πλείστον) εργάτες, αλλά και αποτελούν φτηνό εργατικό δυναμικό που έχει αναζωογονήσει επιχειρήσεις, νοικοκυριά και την ύπαιθρο, προσφέροντας εργασία που οι αυτόχθονες περιφρονούν (γεωργία, οικιακή βοήθεια, κλπ). Οι μετανάστες τονώνουν και την δημόσια οικονομία πληρώνοντας φόρους, πράγμα του οποίου ο Θησέας του Σοφοκλή είχε πλήρη επίγνωση (σε αντίθεση με πολλούς αυτόχθονες, οι οποίοι κάλλιστα συνδυάζουν τον πατριωτισμό τους με την φοροδιαφυγή). Ταυτόχρονα, οι μετανάστες έχουν αναζωογονήσει την δημογραφία της χώρας, καίρια σε πολλές περιοχές της περιφέρειας που κινδυνεύουν από εγκατάλειψη. Πιό μακροπρόθεσμα, οι μετανάστες θα αποτελέσουν τονωτική ένεση στην δημογραφικά αδύνατη Ελλάδα και στην προβληματική της κοινωνική ασφάλιση. Στα θετικά, πρέπει ασφαλώς να συμπεριληφθεί και ο κοσμοπολιτισμός, οι γέφυρες που αναπτύσσει ένας τόπος μέσω των μετοίκων του με άλλους – γέφυρες εμπορικές, οικονομικές, πολιτιστικές, και γιατί όχι, γαστριμαργικές.

Στο κοινωνικό επίπεδο, οι μετανάστες κατηγορούνται για εγληματικότητα, αλλά όπως έγραψε ο Νίκος Μουζέλης (ΒΗΜΑ 18/6, νομίζω) δεν υπάρχει βάσιμο αποδεικτικό υλικό γι αυτήν την αιτίαση. Μάλλον απαιτούνται περισσότερες μελέτες πάνω στο θέμα. Από την άλλη μεριά, η γκετοποίηση δεν είναι εύκολη για κανένα, εάν π.χ. (όπως διαβάζουμε) σε μία γειτονιά όπως του Αγίου Παντελεήμονα στα Κάτω Πατήσια της Αθήνας φιλοξενούνται (σε τι συνθήκες άραγε;) 90 χιλιάδες ξένοι. Και παράλληλα πάνε και όλα τα ζητήματα που προκύπτουν από την πολυπολιτισμικότητα, όπως εκπαίδευση (στα σχολεία του κέντρου διαβάζουμε ότι οι έλληνες μαθητές είναι μειοψηφία, με ό,τι σημαίνει αυτό), όπως δυσκολία στην αποδοχή του «άλλου» (που προϋποθέτει την αποδοχή του «εαυτού», που είναι και η δυσκολότερη). Μείζον ζήτημα από την «αντίθετη όχθη» προκύπτει και από την άρνηση της ελληνικής Πολιτείας και κοινωνίας να παραχωρήσει, μάλλον καλύτερα: αποδώσει, την ελληνική υπηκοότητα στην δεύτερη γενιά των μεταναστών, για τους οποίους η Ελλάδα είναι η μόνη πατρίδα που έχουν γνωρίσει. Τι αισθήματα θα τους γεννιούνται από αυτή την απόρριψη, δεν είναι δύσκολο να το φανταστούμε.

Τα θέματα είναι μεγάλα. Διαβάσαμε πρόσφατα ότι και το ΠΑΣΟΚ προβληματίζεται για το θέμα, προσπαθώντας να βαδίσει μεταξύ σφύρας και άκμονος, να αφουγκραστεί δηλαδή τις ανησυχίες της κοινωνίας (και να μην την χαρίσει σύσσωμη στον ΛΑΟΣ) και να προτείνει λύσεις, αλλά και χωρίς να ενδώσει στην ξενοφοβία. Το ΠΑΣΟΚ πρότεινε διάφορα μέτρα (ανάμεσα στα οποία, αν δεν κάνω λάθος, και την μηδενική ανοχή στην λαθρομετανάστευση – για το θέμα της μηδενικής ανοχής θα γίνει προσεχώς σχόλιο στο πλαίσιο σημειώματος για τα σκάνδαλα και την διαφάνεια). Όμως, και εδώ όπως και αλλού (π.χ. οικονομία), τα (τεχνοκρατικού τύπου) μέτρα δεν αρκούν, όσο σωστά και αν είναι. Διότι το φαινόμενο δεν προβλέπεται να παρέλθει, αντιθέτως μάλιστα. Απαιτείται ειλικρινής και γενναία εξήγηση στην ελληνική κοινωνία, η οποία κατά την γνώμη μου θα στηρίζεται στα εξής βασικά σημεία:

- Η μετανάστευση, τμήμα και αποτέλεσμα της επαφής και όσμωσης μεταξύ των λαών, είναι τόσο παλιά όσο και η ανθρωπότητα. Στις σημερινές συνθήκες της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, της εύκολης μετακίνησης και επικοινωνίας, αλλά και των τεράστιων ανισοτήτων, το φαινόμενο θα ενταθεί. Δεν γίνεται δεν ξέρω κι εγώ πόσα δισεκατομμύρια ανθρώπων στον πλανήτη να ζουν σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας και καθυστέρησης και ο ευρωπαϊκός παράδεισος να παραμένει κλειστός. (Αν κανείς αμφιβάλλει για τους αριθμούς, μπορεί να ψάξει να βρει π.χ. πόσες εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι πηγαίνουν για ύπνο κάθε βράδι πεινασμένοι.) Όλες οι αναπτυγμένες χώρες είναι εστίες υποδοχής μεταναστών (νόμιμων και λαθραίων), η κάθε μία με τις ιδιομορφίες της, αλλά σε όλες το φαινόμενο έχει πάρει έκταση. Από τον κανόνα αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει εξαίρεση η Ελλάδα. Ούτε και έπρεπε να αποτελέσει εξαίρεση ακόμα και αν μπορούσε, εξελισσόμενη σε μία μικρή, κλειστή, φοβισμένη γωνιά του πλανήτη. Το φαινόμενο ‘μετανάστευση’ είναι συνώνυμο του σημερινού παγκόσμιου χωριού. Η Ελλάδα έχει τις δυνάμεις να το απορροφήσει με επιτυχία, και θα το διαχεριστεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τελικά προς όφελός της.

- Ασφαλώς απαιτείται η τεχνοκρατική διαχείριση του φαινομένου σε όλα τα επίπεδα. Αστυνόμευση συνόρων και με ευρωπαϊκή συνεργασία, πίεση προς την Τουρκία (η οποία οφείλεται να αναγνωριστεί πως έχει το δικό της ανάλογο πρόβλημα) να εφαρμόσει τις συμφωνίες για επαναπροώθηση, αστυνόμευση εντός συνόρων για μείωση εκληματικότητας αλλά και μέριμνα για στοιχειώδεις συνθήκες παραμονής έστω και των λαθραίων, διασπορά των μεταναστών ώστε να αποφεύγεται η γκετοποίηση, είναι μόνο μερικές από τις πτυχές της τεχνικής αντιμετώπισης του θέματος.

- Απατείται η μακροπρόθεσμη και σταθερή χάραξη πολιτικής ελληνοποίησης των μεταναστών που έχουν εγκατασταθεί μόνιμα στην χώρα. Φυσικά, αυτό γίνεται μετά από κάποια χρόνια για τους πρώτης γενιάς, αλλά πιο αυτοδίκαια για τους δεύτερης. Είμαστε πλέον όλοι παιδιά της Γαλλικής Επανάστασης, και υπ’ αυτήν την έννοια έλληνας πολίτης είναι όποιος/α έχει επιλέξει αυτόν τον τόπο για πατρίδα του, και αποδέχεται τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα που απορρέουν από την ελληνική Πολιτεία. Είναι θέμα ηθικής, δημοκρατίας και ανθρωπισμού, απλών δηλαδή αλλά μεγάλων αξιών, να δώσουμε την αναγνώριση σε όσους αποκαλούν την Ελλάδα πατρίδα τους. Είναι επίσης και θέμα ευρύτερου εθνικού συμφέροντος, διότι έτσι αποκτούν τις ηθικές δυνάμεις και το κίνητρο να συμβάλλουν όσο μπορούν στην προκοπή αυτού του τόπου.

- Αν αυτά τα επιχειρήματα δεν μας πείθουν, ας θυμηθούμε για μια στιγμή πως είμαστε μία χώρα/κοιτίδα μιας μεγάλης Διασποράς ανά την υφήλιο, που δικαιολογημένα καμαρώνει με τις επιτυχίες των απανταχού ελληνικής καταγωγής και με την συνεισφορά τους στις νέες τους πατρίδες. Ας αναρωτηθούμε πως θα μας φαινόταν αν ο απόδημος ελληνισμός δεν μπορούσε να έχει εκκλησίες, σχολειά, κλπ. στους νέους του τόπους, και αν καταδικαζόταν να είναι πολίτης β’ κατηγορίας επ άπειρον.

- Τέλος, πρέπει να βρούμε την δύναμη να πούμε πως η χώρα του Θησέα, που μεγάλωσε στα ξένα όπως μας θυμίζει ο Σοφοκλής, και του Οδυσσέα, που πολλών ανθρώπων ίδεν άστεα και νόον έγνω, δεν θα ξεπέσει στην ξενοφοβία και την μικροψυχία, αλλά θα παρέχει πάντα φιλό-ξενη στέγη σε όσους τελικά αναζητούν καταφύγιο εδώ. Μας εμπνέει το (υπέροχο!) κείμενο του Σοφοκλή, που, με το στόμα του κατατρεγμένου Οιδίποδα, εξαίρει την ευγένεια της ψυχής του Θησέα που του παρέχει άσυλο, ακόμα (και εδώ είναι το σημαντικό) και βάζοντας σε κίνδυνο την πόλη του. Το κείμενο είναι και λίγο προπαγανδιστικό, αφού ο Σοφοκλής θεωρεί την φιλο-ξενία και ως ανώτερη αρετή της πόλης του, της Αθήνας, αλλά και γι αυτό και πιο σημαντικό για μας, αφού περνάει αυτό ακριβώς το μήνυμα: Η φιλο-ξενία είναι πολιτισμός. Ερώτηση προς τον Υπουργό Πολιτισμού κ. Σπηλιωτόπουλο (αν βρίσκει καιρό γι αυτά): Κάνουν άραγε οι μαθητές του Λυκείου αυτό το κείμενο από μετάφραση, ώστε να καταλαβαίνουν τι διαβάζουν;

Tuesday 9 June 2009

ΠΕΝΤΕ ΔΕΣΜΕΥΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ

Το ΠΑΣΟΚ και ο ηγέτης του Γιώργος Παπανδρέου είναι οι αδιαμφισβήτητοι νικητές των Ευρωεκλογών του Ιουνίου 2009 στην Ελλάδα. Το αποτέλεσμα αυτό αποτελεί φωτεινό ορόσημο τόσο για την χώρα μας όσο και γενικότερα για την Ευρώπη, που είδε τους σοσιαλιστές, εν μέσω κρίσης οικονομικής αλλά και γενικότερης αμφισβήτησης του κυρίαρχου κοινωνικού μοντέλου, να χάνουν δυνάμεις (μέχρι συντριβής σε κάποιες περιπτώσεις). Το ΠΑΣΟΚ, που, εκτός λίαν απίθανου απροόπτου, κερδίζει αυτοδύναμα τις επόμενες εθνικές εκλογές, επωμίζεται τον ιστορικό ρόλο να σταματήσει την διάλυση και τον κατήφορο και να βάλει την χώρα σε πορεία ανασυγκρότησης.

Το διάστημα από τώρα έως τις εθνικές εκλογές αποτελεί χρυσή ευκαιρία για το ΠΑΣΟΚ. Έχοντας πλέον εμπεδώσει την προοπτική της νίκης, μπορεί τώρα πιό απερίσπαστο (παράλληλα βέβαια και με την τρέχουσα αντιπολιτευτική αντζέντα) να ασχοληθεί με την εκφορά ενός μετριοπαθούς, ουσιώδους και συγκεκριμένου πολιτικού λόγου (όπως έγραψε ο Α. Καλοκαιρινός στα ΝΕΑ της 8/6/09). Τέτοιος προγραμματικός λόγος είναι πολλαπλά αναγκαίος. Πρώτον, με το μάτι στην «επόμενη μέρα» – της ανάληψης βέβαια της διακυβέρνησης της χώρας από το ΠΑΣΟΚ. Ας μην γελιόμαστε, το κυβερνητικό έργο θα είναι δυσκολότερο από ποτέ. Τα συσσωρευμένα προβλήματα και οι αντιφάσεις είναι ιδιαίτερα πολύπλοκα/ες και οξυμένα/ες. Το ΠΑΣΟΚ θα κληθεί να ενισχύσει την οικονομία, να αναδιανείμει το εισόδημα, να διορθώσει τα δημόσια οικονομικά, να αναδιοργανώσει το κράτος, να αποκαταστήσει και βελτιώσει την δημόσια ζωή (από ποιότητα των δημοσίων υπηρεσιών μέχρι διαφθορά μέχρι περιβάλλον), τελικά να ξαναστήσει την κοινωνία στα πόδια της, να της ξαναδώσει την χαμένη της ελπίδα και αυτοπεποίθηση, να την εμψυχώσει, αλλά και να την πείσει να αλλάξει συμπεριφορές και νόρμες. Με οποιοδήποτε μέτρο σύγκρισης, θα αναλάβει τιτάνιο έργο.

Δεύτερον, ο χρόνος από τώρα έως τις εθνικές εκλογές είναι χρήσιμος ώστε το ΠΑΣΟΚ να προσεγγίσει τους απογοητευμένους και απομακρυσμένους από την πολιτική πολίτες. Εν συνεχεία, τρίτον, να χτίσει τις ευρύτερες δυνατές συναινέσεις με όλες τις κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, που υπό την αυτοδύναμη ηγεσία του ΠΑΣΟΚ είναι διατεθειμένες να συμβάλλουν στην εθνική προσπάθεια για την ανασυγκρότηση της χώρας. Τέταρτο, πιό μακρόπνοα, να αποδείξει στην πράξη ότι κριτική θεώρηση της κοινωνίας και διαχείριση των κοινών όχι μόνο είναι εφικτές, όχι μόνο είναι συμβατές, αλλά και εμπνέουν και ανοίγουν νέους δρόμους. Για μιά ακόμα φορά, το ΠΑΣΟΚ καλείται να παντρέψει το όραμα με την καθημερινή διαχείριση.

Για την επίτευξη όλων αυτών των στόχων, είναι απόλυτα αναγκαίος όρος η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης της κοινωνίας απέναντι στην πολιτική (τόσο την διαδικασία όσο και τους ανθρώπους). Είναι επίσης αναγκαίο η πολιτική (και ο κυρίαρχος από εδώ και μπρός «πολιτικός παίκτης», το ΠΑΣΟΚ) να μιλήσουν την γλώσσα της ειλικρίνειας απέναντι στους πολίτες. Ευτυχώς, το ΠΑΣΟΚ έχει ήδη σημαντικά απομακρυνθεί από τον στείρο καταγγελτικό λόγο, την «ποδοσφαιρικού τύπου» λογική (για όλα φταίνε οι άλλοι οι οποίοι δεν είναι ικανοί για τίποτα), και υποσχέσεις με μικρό πραγματικό αντίκρυσμα. Πρέπει όμως να ενταθεί η προσπάθεια να ακούγεται πιό πολύ τι θα κάνει το ΠΑΣΟΚ ως κυβέρνηση, όχι η κριτική της κυβέρνησης της ΝΔ. Η ελληνική κοινωνία έχει χορτάσει (έως αηδίας) την ΝΔ, τώρα περιμένει να ακούσει το ΠΑΣΟΚ.

Στην βάση αυτή, είναι αναγκαίο να αναληφθούν κάποιες βασικές δεσμεύσεις που θα δώσουν το στίγμα της άσκησης της εξουσίας από το ΠΑΣΟΚ. Πέντε τέτοιες προτείνονται πιό κάτω. (Αναλυτικότερες τοποθετήσεις περιέχονται σε άλλες καταχωρήσεις σε αυτήν την ιστοσελίδα.) Φυσικά αυτές οι δεσμεύσεις θα έχουν πολιτικό κόστος προεκλογικά, όμως θα διευκολύνουν πολύ μετεκλογικά. Δεδομένου του διαφορικού βαθμού δυσκολίας προ- και μετ-εκλογικά (η προοπτική της νίκης έχει εμπεδωθεί, όμως η άσκηση της εξουσίας θα είναι δύσκολη), τέτοιες δεσμεύσεις νομίζω είναι απόλυτα λογικές. Υπάρχουν διεθνή παραδείγματα (που δεν είναι του παρόντος να αναφερθούν) από κόμματα στον προθάλαμο της εξουσίας που υπόσχονται πράγματα που προφανέστατα θα τους δυσκολέψουν πολύ την ζωή (και θα τους μειώσουν την αξιοπιστία) όταν αναλάβουν την κυβέρνηση.

  • Το ΠΑΣΟΚ ενημερώνει τώρα, υπεύθυνα, την ελληνική κοινωνία για την πραγματική κατάσταση της οικονομίας, και ειδικά των δημοσίων οικονομικών. Εξηγεί το αυτονόητο, ότι δηλ. ο δημόσιος τομέας δεν έχει δικούς του πόρους, δανείζεται μόνον, και τελικά παίρνει από εμάς τους ίδιους για να ξεπληρώσει τα δανεικά. Εν τω μεταξύ, πληρώνει (πληρώνουμε) βαριούς τόκους. Γίνεται λοιπόν σαφές ότι τα περιθώρια παροχών είναι πολύ περιορισμένα. Αντίθετα, θα κληθούμε όλοι να συνεισφέρουμε στην κοινή προσπάθεια στην βάση κοινωνικής δικαιοσύνης. Το ΠΑΣΟΚ υπόσχεται προκοπή στον καθένα/μία μας μέσα από την προκοπή του συνόλου, όχι πάνω από ούτε ενάντια σε αυτήν.
  • Εδώ και τώρα, μονομερής θέσπιση αυστηρού κώδικα δεοντολογίας του ΠΑΣΟΚ (ή ενίσχυση του υπάρχοντος), με λεπτομερή περιγραφή αξιόποινων συμπεριφορών, αντίστοιχων ποινών, και διαδικασιών για την απονομή τους. Λειτουργώντας καταστατικά, ο Πρόεδρος παραπέμπει στο (αναβαθμισμένο) Πειθαρχικό Συμβούλιο και αυτό ανεξάρτητα κρίνει. Ευκαιρία να τεθούν επί τάπητος νέα θέματα όπως ασυμβίβαστο άσκησης εξουσίας με άλλες δραστηριότητες, οικονομικά των βουλευτών, σύγκρουση συμφέροντος, κά.
  • Με την ανάληψη της εξουσίας, το ΠΑΣΟΚ απευθύνεται στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, τον ενημερώνει για την πραγματική κατάσταση της οικονομίας, και ζητάει μείωση του προϋπολογισμού της ΠτηςΔ κατά 5% για τρία χρόνια. Μετά, ζητάει το ίδιο από την νέα Βουλή (δες και προηγούμενο της Ιρλανδίας). Με αυτές τις κορυφαία συμβολικές κινήσεις, ανοίγει ο δρόμος για την απαραίτητη εθνική προσπάθεια για την εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών στην βάση κοινωνικού συμβολαίου.
  • Ένα από τα πρώτα νομοθετήματα θα αφορά τον έλεγχο των οικονομικών των βουλευτών (πόθεν έσχες, κλπ.) από εξωτερικό συμβούλιο απαρτιζόμενο από ανώτατους δικαστικούς (με απόσπαση) και ορκωτούς λογιστές.
  • Δέσμευση για την αναθεώρηση του νόμου περί ευθύνης υπουργών στην βάση συναίνεσης και αυξημένης κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας.

Μετά από δύο κυβερνητικές θητείες σκανδάλων, ανικανότητας και πλήρους διάλυσης από την ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ και ο Γιώργος Παπανδρέου προσωπικά προικοδοτούνται με τεράστιο πολιτικό κεφάλαιο από τον ελληνικό λαό. Κεφάλαιο το οποίο θα επιτρέψει σημαντικές πρωτοβουλίες που αποκαθιστούν την εμπιστοσύνη της κοινωνίας απέναντι στην πολιτική και επιτρέπουν στην τελευταία να ηγηθεί της αναγκαίας εθνικής προσπάθειας σε όλα τα επίπεδα. Ο μήνας του μέλιτος όμως δεν θα διαρκέσει για πολύ. Είναι απόλυτα απαραίτητο η ανάληψη της εξουσίας να βρεί ένα ΠΑΣΟΚ έτοιμο για την επόμενη μέρα, για την υπεύθυνη άσκησή της με σκοπό την ανασυγκρότηση της χώρας.

Friday 20 February 2009

H πολιτική μετάφραση της έκθεσης Προβόπουλου

Η έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος καθηγητή κ. Γιώργου Προβόπουλου που δόθηκε στη δημοσιότητα προχθές (16/2) κάνει βαρυσήμαντες διαπιστώσεις για την ελληνική οικονομία. Παίρνοντας σαφείς αποστάσεις από την ακολουθούμενη κυβερνητική πολιτική και το περιώνυμο «Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης» (με του οποίου τις προβλέψεις και τους στόχους διαφωνεί), ο κ. Προβόπουλος μίλησε για χρόνιο και διαρθρωτικό πρόβλημα της Ελληνικής οικονομίας τονίζοντας ότι «το δημόσιο χρέος, το δεύτερο μεγαλύτερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και το έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών, το μεγαλύτερο μακράν στην Ε.Ε., είναι οι δύο μεγάλες χρόνιες ανισορροπίες της ελληνικής οικονομίας». Ο κ. Προβόπουλος μίλησε για «ένα πολυετές σχέδιο, το οποίο θα περιλαμβάνει τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που δεν υλοποιήθηκαν τα τελευταία 15 χρόνια, με άμεση προτεραιότητα τη δημοσιονομική εξυγίανση». Σαν τέτοιες αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στον δημοσιονομικό τομέα προτείνει τον περιορισμό στις μισθολογικές αυξήσεις του Δημοσίου, δραστική περιστολή της σπατάλης και συγκράτηση των δημόσιων δαπανών, και αναδιάρθρωσή τους ώστε να αποδίδουν περισσότερο, και σύλληψη της φοροδιαφυγής. Πέραν των δημοσίων οικονομικών, ο διοικητής της ΤτΕ προτείνει νέα μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού, αυξήσεις λιτότητας και στον ιδιωτικό τομέα, και τέλος απελευθέρωση της αγοράς εργασίας και όλων των αγορών προϊόντων, υπηρεσιών και παραγωγικών συντελεστών.

H δαμόκλειος σπάθη των αγορών επικρέμαται πάνω από την χώρα μας πολύ πρίν από την επιτήρηση της Κομισιόν, κατά τον κ. Προβόπουλο. Ο αγορές έχουν ήδη αρχίσει να ανεβάζουν τα επιτόκια δανεισμού 2 και 3 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από τα ισχύοντα στην υπόλοιπη ευρωζώνη, αυξάνοντας το κόστος δανεισμού με αρνητικές συνέπειες για όλη την οικονομία. Παράλληλα, η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας υποβαθμίζεται από τους διεθνείς οίκους. Όλα αυτά γίνονται, μπορούμε να συμπληρώσουμε, γιατί δεν μπορεί μία χώρα να δανείζεται επ’ άπειρον πέραν κάποιων ορίων, και να ζεί πάνω από τα εισοδήματά της με δανεικά. Κοινή λογική δηλαδή, η οποία καμμιά φορά χάνεται μέσα στον ορυμαγδό των αναλύσεων (και από τους ειδικούς). Η προσαρμογή θα γίνει, είτε από την Κομισιόν και το ΔΝΤ, είτε από τις αγορές, φαίνεται να λέει η έκθεση.

Αυτά είναι τα κακά νέα (όπως λένε οι Αγγλοσάξονες). Τα καλά νέα είναι ότι οι διαπιστώσεις αυτές έχουν αρχίσει να γίνονται κοινός τόπος πλέον από μία αυξανόμενη μερίδα της πολιτικής ηγεσίας και διανόησης της χώρας. Π.χ., ο Ευάγγελος Βενιζέλος έκανε ανάλογες επισημάνσεις στην συνέντευξή του στο Βήμα της περασμένης Κυριακής, μιλώντας για εθνικό σχέδιο εξόδου από την κρίση. Στο πρόσφατο βιβλίο του, ο Αλέκος Παπαδόπουλος φαίνεται (από δημοσιεύματα εφημερίδων και συνεντεύξεις) ότι λέει ανάλογα πράγματα. Ας επιτραπεί η επισήμανση ότι και ο γράφων έχει κατά τους τελευταίους 6 μήνες γράψει εκτεταμένα ανάλογες απόψεις σε αυτήν την ιστοσελίδα, με πιό πρόσφατη και «κωδικοποιημένη» την καταχώρηση της 8/2 (για «το νέο κοινωνικό συμβόλαιο»).

Παρενθετικά, είναι κάπως απογοητευτικό το ότι ο Συνασπισμός (αφήνουμε το ΚΚΕ έξω από την συζήτηση) βιάστηκε να χαρακτηρίσει δια στόματος Π. Λαφαζάνη τις προτάσεις αυτές ως νεοφιλελεύθερες και μονεταριστικές. Είχα πάντα μία απορία που, όσο πάει ο καιρός και ακούω τις απόψεις της αριστεράς και μιλάω με ανθρώπους της, εντείνεται: Πιστεύει η αριστερά πως η καθυστέρηση, η περιθωριοποίηση και ο οικονομικός μαρασμός της χώρας – διότι περί αυτού μιλάμε – είναι προς όφελος του συλλογικού, λαϊκού συμφέροντος; Κατά την άποψη του γράφοντος, ο οικονομικός μαρασμός θα εντείνει τις ανισότητες και θα απειλήσει την κοινωνική συνοχή. Και όχι μόνο αυτό, αλλά τα (υπαρκτά) προβλήματα θα χρησιμοποιηθούν ως δικαιολογία για την επιβολή αντιλαϊκών πολιτικών – δηλαδή μονομερών θυσιών. Μία μικρή γεύση από αυτό παίρνει κανείς από την πρόταση του κ. Προβόπουλου (και της Κομισιόν χτές) για απελευθέρωση της αγοράς εργασίας. Η μονοπωλιακή υφή πολλών αγορών στην Ελλάδα είναι γνωστή και πρέπει να καταπολεμηθεί. Αλλά στην παρούσα φάση της κρίσης, όπου τα σπασμένα τα πληρώνουν πρώτοι οι εργαζόμενοι με τα λιγότερα εργασιακά δικαιώματα, προέχει να προστατευθούν αυτά τα δικαιώματα, όχι να υπονομευθούν επιπλέον.

Ανάμεσα στους οικονομολόγους συναδέλφους, η Ελίζα Παπαδάκη σε άρθρο της στα ΝΕΑ της 18/2 (με τίτλο «Η πολιτική μετάφραση», από όπου και ο τίτλος του παρόντος σημειώματος) συνολικά αποδέχεται τις επισημάνσεις του διοικητή της ΤτΕ. Και καταλήγει διατυπώνοντας το κρίσιμο πλέον ερώτημα «πώς μια τέτοια λογική (Σημ.: οι προτάσεις Προβόπουλου) μεταφράζεται σε πολιτικές με κοινωνική αποδοχή». Εδώ νομίζω πως το πράγμα φεύγει από τα χέρια των οικονομολόγων. Η απάντηση πρέπει να δοθεί με πολιτικούς όρους, όχι με «σειρά μέτρων» τεχνοκρατικά εμπνευσμένων. Τέτοια μέτρα μόνον αντιδράσεις θα ξεσηκώσουν.

Η απάντηση στο πώς τέτοιες προτάσεις θα τύχουν της αποδοχής της κοινωνίας, είναι, μπορεί να είναι, μόνο μία. Η πολιτική ηγεσία αναλύει με σαφήνεια την κατάσταση στην κοινωνία και την καλεί να συστρατευτεί σε συλλογική προσπάθεια ανάταξης στην βάση ενός κοινωνικού συμβολαίου (δες επόμενη καταχώρηση). Οι βασικοί άξονες αυτού του συμβολαίου θα είναι το εθνικό σχέδιο (κατά τον Ε. Βενιζέλο – ή αλλιώς «συνολική πρόταση»), με κοινωνική δικαιοσύνη. Αυτό θα επιμερίζει την προσπάθεια και τα οφέλη σε όλους, ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι αντιδράσεις. «Κινητοποιούμενη σε βάθος» (όπως λέω και αλλού), η ελληνική κοινωνία συμμετέχει στην κοινή, συλλογική προσπάθεια με κοινωνική δικαιοσύνη.Απαιτείται επίσης η μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση («πλατιά συμμαχία» το λέγανε κάποτε) ανάμεσα στις ευρύτερες δυνατές κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, υπό την αυτοδύναμη ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, χωρίς υστεροβουλίες. Και τέλος, αλλά ίσως πλέον κρίσιμη συνθήκη, είναι η αναβάθμιση της εμπιστοσύνης της κοινωνίας απέναντι στην πολιτική ηγεσία. Αυτή προκύπτει με επώδυνη διαδικασία από μεριάς της πολιτικής, ανάλογη των θυσιών που αναλαμβάνει να σηκώσει η υπόλοιπη κοινωνία. Η όλη δε διαδικασία απαιτεί θάρρος και ειλικρίνεια, αλλά και μακρόπνοη ιδεολογική και προγραμματική επεξεργασία.

Κοινωνική δυσαρέσκεια ασφαλώς και υπάρχει, εντείνεται όμως από την έλλειψη αξιόπιστης προοπτικής διεξόδου. Για να προσφέρουμε καλές υπηρεσίες στον τόπο καλούμαστε να αναζητήσουμε, να εξειδικεύσουμε και να τονίσουμε τις λύσεις, όχι μόνο τα προβλήματα. Και εδώ βέβαια βρίσκεται η δυσκολία, η δυσκολία του να κρατηθεί ο μέσος δρόμος. Γιατί είναι εύκολο βέβαια να διαμαρτύρεσαι, ακόμα και δικαιολογημένα. (Και, αν γίνουμε και κυνικοί, μπορούμε να πούμε ότι η πολλή έκφραση διαμαρτυρίας καταλήγει να γίνει εμπόριο της απελπισίας.) Είναι επίσης εύκολο να μοιράζεις υποσχέσεις χωρίς αντίκρυσμα για την έξοδο από την κρίση. Είναι επίσης εύκολο, όπως και θα γίνει αν δεν προσέξουμε, τα σπασμένα της κρίσης να τα πληρώσουν μονομερώς αυτοί που πληρώνουν πάντα. Ο «δύσκολος και ανεκτίμητος» (κατά τον ποιητή) δρόμος είναι να δούμε κατάματα την αλήθεια, και να οργανώσουμε την προσπάθεια ανασυγκρότησης με κοινωνικά δίκαιο τρόπο.

Μια αναβαθμισμένη πολιτική ηγεσία καλείται να ηγηθεί της συλλογικής προσπάθειας στην βάση ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου και εθνικού σχεδίου για την βιώσιμη ανάπτυξη και για την εγγύηση της ευημερίας μακροπρόθεσμα, αλλά και για την συνολική κοινωνική και πολιτιστική ανάταξη της χώρας.

Sunday 8 February 2009

Το νέο κοινωνικό συμβόλαιο

Στις 2 Φεβρουαρίου 09, δημοσιεύτηκαν σε διπλανές στήλες στον Βρετανικό Guardian δύο κατά την γνώμη μου πολύ ενδιαφέροντα άρθρα.* Στο ένα, ο γνωστός μεγαλο-δημοσιογράφος Max Hastings (Μαξ Χαίηστινγκς) εξέφρασε την άποψη πως η παρούσα κρίση σηματοδοτεί την απαρχή ισχνών αγελάδων για την Βρετανία. Το κράτος και η κοινωνία της, λέει ο αρθρογράφος, δεν θα μπορέσουν πλέον να στηρίξουν το καταναλωτικό μοντέλο και το κράτος πρόνοιας που θεωρείται δεδομένο ως τώρα. Και αυτό διότι οι απαραίτητες προσαρμογές που πρέπει να γίνουν για να διορθωθούν τα πάσης φύσεως ελλείμματα, και να βελτιωθούν η ανταγωνιστικότητα και παραγωγικότητα στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον δεν αφήνουν τέτοια περιθώρια. Η ευημερία όπως την ξέρουμε μέχρι σήμερα τελειώνει, διατείνεται ο Hastings, και οι απαραίτητες θυσίες θα είναι επώδυνες. Συντηρητικών κατά βάση πεποιθήσεων (αν και όχι τυποποιημένος δεξιός), ο Hastings προτείνει μείωση διαφόρων «περιφερειακών» κοινωνικών παροχών, και μείωση των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων, προκειμένου το κράτος να υποστηρίξει κάποιες βασικές λειτουργίες όπως δημόσιες υπηρεσίες, υποδομές, και κοινωνική μέριμνα. Σε διπλανή στήλη, αλλά σε άλλο μήκος κύματος, ο αρχισυντάκτης για τα οικονομικά του Guardian Larry Elliott (Λάρυ Έλιοτ), αφού αναφέρει σε ρεπορτάζ από το Νταβός ότι η παρούσα δυσχερής συγκυρία μπορεί να διαρκέσει περισσότερο απ’ όσο νομίζαμε, θεωρεί ότι η ικανότητα των πάσης φύσεως οικονομικών ελίτ να διαχειριστούν την κρίση είναι μειωμένη λόγω της μειωμένης εμπιστοσύνης που αυτές απολαμβάνουν από την κοινωνία. Και αυτό γιατί έως τώρα, οι ελίτ αυτές στήριξαν ένα αντιλαϊκό οικονομικό μοντέλο βασισμένο στην (προϊούσα) ανισοκατανομή του εισοδήματος, την επιχειρηματική απληστία, και την έλλειψη κανόνων. Για να διαχειριστεί η πολιτική και οικονομική ηγεσία την κρίση, καταλήγει ο Elliott, χρειάζεται να αναστραφεί η γενικότερη αντιλαϊκή υφή των ακολουθούμενων οικονομικών πολιτικών και να αναδιανεμηθεί ο πλούτος και η οικονομική δύναμη.

Τα άρθρα αυτά σε μεγάλο βαθμό (και αλληλοσυμπληρωνόμενα) εκφράζουν κάποιες θέσεις που και εγώ έχω κατά καιρούς διατυπώσει σε αυτήν εδώ την ιστοσελίδα. (Ας σημειωθεί παρεμπιπτόντως, ότι παρά τις διαφορές τους, η Βρετανική και Ελληνική εμπειρία παρουσιάζουν και πολλά κοινά σημεία.) [Σημείωση 14/2/09: Οι απόψεις αυτές εντάσσονται στον γενικότερο προβληματισμό που επικρατεί στους κόλπους της ευρύτερης αριστεράς για το νέο τοπίο που διαμορφώνεται με και μετά την κρίση, βλ. π.χ. και σημερινή συνέντευξη στα ΝΕΑ του θεωρητικού του «τρίτου δρόμου» Anthony Giddens (Άντονυ Γκίντενς).] Ευκαιρία λοιπόν να επαναλάβω και κωδικοποιήσω κάποιες απόψεις μου. Για περισσότερες λεπτομέρειες, ο/η αναγνώστης/τρια μπορεί να ανατρέξει σε άλλες καταχωρήσεις.**

1. Η ΕΛΛΑΔΑ ΔΕΙΧΝΕΙ ΝΑ «ΜΕΝΕΙ» ΑΠΟ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΜΕΝΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ, ειδικά (όπως φαίνεται) μετά την είσοδο στην ευρωζώνη και την διεύρυνση της Ευρώπης ανατολικά. Ελλείμματα και υπερχρέωση (κράτους και ιδιωτών), καθηλωμένα εισοδήματα με άνοδο της ακρίβειας, αλλά και επιδεικτικός καταναλωτισμός από μερίδα της κοινωνίας, αύξηση της ανισοκατανομής του εισοδήματος, η απόγνωση της γενιάς των 700 ευρώ (και αν), είναι (κατά την άποψη του γράφοντος) διαφορετικές όψεις του ιδίου φαινομένου. Μπορούμε σχηματικά να πούμε ότι η Ελλάδα έχει περάσει στο μετα-βιομηχανικό στάδιο κατευθείαν ίσως από το προ-βιομηχανικό. (Στο ίδιο στάδιο βρίσκεται βέβαια και η Βρετανία, που όμως, και σε αντίθεση με την Ελλάδα, υπήρξε το λίκνο της βιομηχανικής επανάστασης.) Αλλά και στις δύο χώρες, τα φαινόμενα αυτά υποδηλώνουν δυσκολίες προσαρμογής στις νέες συνθήκες. Η παρούσα κρίση, αν δεν είναι απ’ευθείας αποτέλεσμα αυτών των αδυναμιών, σίγουρα πάντως δυσχεραίνεται από αυτές, τις φέρνει στην επιφάνεια και κάνει την αντιμετώπισή τους επιτακτική σε βάθος χρόνου. Αρχίζει να γίνεται φανερό πως η συλλογική ευημερία βαθμιαία απειλείται με ορίζοντα πολύ πέρα από αυτόν της τωρινής κρίσης.

2. Η ΛΑΪΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ, Η ΣΥΜΦΩΝΗ ΜΕ ΤΟ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΕΠΙΛΟΓΗ, ΕΙΝΑΙ Η ΣΥΝΤΕΤΑΓΜΕΝΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΑΥΤΩΝ ΤΩΝ ΑΔΥΝΑΜΙΩΝ. Η αδράνεια και θα είναι επιζήμια για το συνολικό επίπεδο ευημερίας, αλλά και θα αυξήσει τις ανισότητες, προκαλώντας κοινωνική ένταση και συγκρούσεις. Από την παράλυση και τον κακοφορμισμό των ανεπίλυτων προβλημάτων θα οφεληθούν ίσως λίγοι, αλλά θα βλαφτούν σίγουρα οι πολλοί.

3. ΤΟ ΒΑΡΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΑΚΡΟΠΡΟΘΕΣΜΗ ΑΝΑΚΑΜΨΗ ΤΟ ΕΠΩΜΙΖΕΤΑΙ ΤΟ ΠΑΣΟΚ, ηγετική και διαφωτιστική δύναμη στην ελληνική κοινωνία, που υπό την ηγεσία του Γ. Παπανδρέου αναλαμβάνει σύντομα το έργο της ανασυγκρότησης της χώρας, ύστερα απο πενταετή θητεία σκανδάλων, αντιλαϊκών πολιτικών και ακυβερνησίας της ΝΔ.

4. Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΚΑΙ ΜΑΚΡΟΠΡΟΘΕΣΜΗ ΑΝΑΚΑΜΨΗ ΣΥΝΟΨΙΖΕΤΑΙ ΜΕ ΔΥΟ ΦΡΑΣΕΙΣ: Πρώτον, στο οικονομικό πεδίο, δραστική αναβάθμιση της παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος για την ανύψωση του επιπέδου διαβίωσης για όλους – ο,τιδήποτε άλλο ευνοεί κάποιους εις βάρος κάποιων άλλων. Δεύτερον, στο κοινωνικό πεδίο, σε βάθος κινητοποίηση της κοινωνίας στην βάση ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου. Υπό την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, η κοινωνία καλείται να πάρει την τύχη της στα χέρια της μέσα από συλλογική προσπάθεια, αφήνοντας πίσω την αδιέξοδη διαμαρτυρία. Η στρατηγική αυτή περιγράφεται με περισσότερες λεπτομέρειες πιό κάτω.

5. Η ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΠΡΟΚΥΠΤΕΙ ΑΠΟ την έμφαση στην εξωστρεφή ανάπτυξη, την γνώση και καινοτομία, την ποιότητα των προϊόντων και υπηρεσιών, την υψηλή τεχνολογία, την πράσινη οικονομία, τις υψηλού επιπέδου δημόσιες υπηρεσίες, την σύγχρονη υποδομή.

6. ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΟ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΚΑΙ ΟΧΙ ΣΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΜΗΔΕΝΙΚΟΥ ΑΘΡΟΙΣΜΑΤΟΣ, δηλ. τον αδιέξοδο ανταγωνισμό μεταξύ κοινωνικών ομάδων. Η προσπάθεια και οι πόροι αποσκοπούν και ξοδεύονται για την αύξηση της πίτας και όχι για το μοίρασμά της. Ασφαλώς αναδιανομή θα υπάρξει, αλλά θα γίνει με τέτοιο τρόπο ώστε να μη υπονομεύει την συλλογική προσπάθεια.

7. ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΕΠΙΣΗΣ ΔΡΑΣΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΜΟΝΤΕΛΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΜΕΝΟ ΕΩΣ ΤΩΡΑ. Περισσότερες θυσίες (από όλους), λιγότερος καταναλωτισμός, έμφαση στην παραγωγή (και όχι την κατανάλωση), έμφαση επίσης στον μακρόπνοο προγραμματισμό. Στον δημόσιο τομέα, απαιτείται νοικοκύρεμα των δημοσίων οικονομικών, φορολογική δικαιοσύνη, δραστικός περιορισμός της σπατάλης, τέλος στην πολιτική του «δώστα όλα».

8. ΒΑΣΙΚΟΙ ΠΥΛΩΝΕΣ ΤΗΣ ΟΛΗΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑΣ είναι η αναβαθμισμένη παιδεία, η σύγχρονη δημόσια διοίκηση, η δημοκρατική και ανοιχτή κοινωνία, η χρηστή και καταστατική διοίκηση βασισμένη σε αρχές σε όλα τα επίπεδα.

9. ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ, Ο ΣΤΟΧΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΓΕΩΡΓΙΑ, που βρίσκεται αυτές τις μέρες στο επίκεντο του ενδιαφέροντος, είναι να αναβαθμισθεί ριζικά, να εξελιχθεί ποιοτικά, και να γίνει οικολογικά ευαίσθητη, προσανατολισμένη στις νέες ανάγκες και δυνατότητες των αγορών, με ενεργή συμμετοχή των αγροτών στην διαχείριση/διακίνηση του προϊόντος και πέρα από το χωράφι. Χρειάζεται η πολύπλευρη στήριξη απο την πολιτεία (τεχνικο-οικονομική ανάλυση, μάρκετινγκ, στήριξη με χαμηλότοκα, μακροπρόθεσμα δάνεια για αναδιάρθρωση καλλιεργειών στην βάση ενδελεχούς μελέτης). Αυτή είναι μόνη στρατηγική για την απαλλαγή από τα μπλόκα της (δικαιολογημένης) απελπισίας, από την σύγκρουση δίχως μέλλον.

10. ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ, Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΘΟΔΗΓΕΙΤΑΙ ΚΑΙ ΕΜΠΝΕΕΤΑΙ ΩΣΤΕ ΕΚ ΤΩΝ ΕΝΟΝΤΩΝ να προστατέψει το περιβάλλον, να παλέψει την διαφθορά και την πελατειακή συγκρότηση στις τάξεις της, να επιβάλει την αναβάθμιση του επιπέδου της δημόσιας ζωής, να δεχτεί την πολυ-πολιτισμικότητα, να μειώσει τα τροχαία, να αναδείξει τους αξιότερους να ηγηθούν προς όφελος όλων.

11. ΟΙ ΑΛΛΑΓΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΕΣ ΑΥΤΕΣ ΔΕΝ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΑΝΩΔΥΝΕΣ. Για να πετύχουν απαιτείται σε βάθος κινητοποίηση της ελληνικής κοινωνίας, στην βάση ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου, όπως αναφέρθηκε. Τρεις είναι οι άξονες αυτού του κοινωνικού συμβολαίου:

- ΠΝΕΥΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, η συμμετοχή όλων αναλογικά στις θυσίες, αλλά και στους καρπούς και τα οφέλη από την προσπάθεια. Ειδικότερα, ένας ρεαλιστικός στόχος είναι η αναχαίτιση της τάσης για αύξηση της ανισοκατανομής του εισοδήματος. Ενδεικτικά, επειδή τα δημόσια οικονομικά δεν αφήνουν περιθώρια, η Πολιτεία μπορεί να δώσει μία ήπια και στοχευμένη ενίσχυση στο πιό αδύνατο 20% του κοινωνικού σώματος, πρέπει να αφήσει ένα περίπου μεσαίο 50% όπως έχει, και να απαιτήσει περισσότερη φορολογική προσφορά από το εισοδηματικά ανώτερο 30%.

- ΕΥΡΕΙΕΣ ΣΥΝΑΙΝΕΣΕΙΣ. Χωρίς προκαταλήψεις ούτε καιροσκοπισμό, το ΠΑΣΟΚ οφείλει να αναζητήσει ανάμεσα στην υπόλοιπη πολιτική ηγεσία και την ελληνική κοινωνία τις ευρύτερες δυνατές δυνάμεις που, υπό την αυτοδύναμη ηγεσία του, είναι διατεθειμένες και μπορούν να συνεισφέρουν στην συλλογική προσπάθεια.

- ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ, έτσι ώστε όλοι να γνωρίζουν ότι καλούνται να συνεισφέρουν στην κοινή προσπάθεια, και ότι δεν επωμίζονται τα βάρη του διπλανού. Αυτό θα μειώσει τον κατακερματισμό των κοινωνικών δυνάμεων, την την ένταση μεταξύ τους, και την άρνηση προσφοράς.

12. ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΠΣ ΟΡΟΣ ΠΡΟΟΔΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΜΕΝΗ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΗΓΕΣΙΑ. Αυτό απαιτεί με την σειρά του απτά δείγματα γραφής ότι η πολιτική ηγεσία είναι πρωτοπόρα δύναμη στην μάχη της χώρας για ένα καλύτερο αύριο, και όχι μιά κλειστή, εγωϊστική συντεχνία. Θα ήταν ίσως υπερβολικό να περιμένει κανείς κάτι σαν μείωση της βουλευτικής αποζημίωσης κατά 10% όπως έγινε στην Ιρλανδία. Η κοινωνία όμως απαιτεί μέτρα όπως μορατόριουμ στις αυξήσεις στην βουλευτική αποζημίωση όσο διαρκεί η κρίση, σαν έμπρακτο δείγμα συμμετοχής του πολιτικού κόσμου στις θυσίες, και ισχυροποίηση των θεσμών διαφάνειας μέσα στην Βουλή. Επίσης, η καθιέρωση ανώτατου χρόνου υπηρεσίας βουλευτών και υπουργών θα βοηθούσε στο άνοιγμα της πολιτικής προς την κοινωνία. Το ΠΑΣΟΚ θα μπορούσε να καθιερώσει μονομερώς έναν ακόμα πιό απαιτητικό κώδικα δεοντολογίας, ο οποίος θα εφαρμόζεται απαρέγκλιτα με ευθύνη από κοινού του προέδρου και της επιτροπής δεοντολογίας.

13. ΕΧΕΙ Η ΕΛΛΑΔΑ ΤΙΣ ΥΛΙΚΕΣ ΚΑΙ ΗΘΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΩΣΤΕ ΝΑ ΠΕΤΥΧΕΙ ΕΝΑ ΤΕΤΟΙΟ ΕΓΧΕΙΡΗΜΑ ΟΠΩΣ Η ΣΕ ΒΑΘΟΣ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ? Ασφαλέστατα ναί. Η Ελλάδα είναι μία κατά βάση πλούσια χώρα, ώστε κάποια μικρή οικονομία δεν θα πλήξει το συνολικό επίπεδο ευημερίας δραματικά. Έχει επίσης μεγάλα ηθικά και ψυχικά αποθέματα – ο κυνισμός δεν έχει διαβρώσει βαθιά το συλλογικό υποσυνείδητο (ακόμα;), και υπάρχει ακόμα αρκετή καλή θέληση, αισιοδοξία και κοινωνική αλληλεγγύη. Τα κρίσιμα σημεία κατά την γνώμη μου είναι τα τρία που αναφέρθηκαν - κοινωνικό συμβόλαιο με κοινωνική δικαιοσύνη και συνολική πρόταση, ώστε να υπάρχει σαφής και δίκαιος επιμερισμός βαρών και ωφελειών.

14. ΑΣ ΣΥΝΟΨΙΣΟΥΜΕ: Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η ΜΟΝΗ ΠΟΥ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΜΑΣ ΒΓΑΛΕΙ ΑΠΟ ΤΟ ΤΕΛΜΑ ΚΑΙ ΝΑ ΕΓΓΥΗΘΕΙ ΤΗΝ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΕΥΗΜΕΡΙΑ ΣΕ ΒΑΘΟΣ ΧΡΟΝΟΥ. Η λύση των προβλημάτων με συντεταγμένη πορεία, η οικονομική ανασυγκρότηση στην βάση της συμμετοχής όλων και της δικαιοσύνης, είναι η μόνη αξιόπιστη, λαϊκή στρατηγική για την αντιμετώπιση μιάς κρίσης που πιθανόν σηματοδοτεί την άφιξη μίας νέας εποχής.


*Σημείωση: Τα άρθρα μπορούν να βρεθούν (στα Αγγλικά) στις ιστοσελίδες:
http://www.guardian.co.uk/commentisfree/2009/feb/02/hastings-max-recession
και
http://www.guardian.co.uk/business/2009/feb/02/economics-davos-credit-crunch-banking

**Σημείωση 2: Το κείμενο αυτό είχε γραφτεί και αναρτηθεί όταν διάβασα για το βιβλίο του Αλέκου Παπαδόπουλου που πρόσφατα παρουσιάστηκε. Απ’ ό,τι διάβασα σε συνέντευξη του ίδιου του ΑΠ στα ΝΕΑ (το βιβλίο δεν το έχω διαβάσει), οι θέσεις που παρουσιάζει είναι θαραλλέες και επίσης συγγενείς με όσα γράφονται εδώ.