Η έκθεση του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος καθηγητή κ. Γιώργου Προβόπουλου που δόθηκε στη δημοσιότητα προχθές (16/2) κάνει βαρυσήμαντες διαπιστώσεις για την ελληνική οικονομία. Παίρνοντας σαφείς αποστάσεις από την ακολουθούμενη κυβερνητική πολιτική και το περιώνυμο «Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης» (με του οποίου τις προβλέψεις και τους στόχους διαφωνεί), ο κ. Προβόπουλος μίλησε για χρόνιο και διαρθρωτικό πρόβλημα της Ελληνικής οικονομίας τονίζοντας ότι «το δημόσιο χρέος, το δεύτερο μεγαλύτερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και το έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών, το μεγαλύτερο μακράν στην Ε.Ε., είναι οι δύο μεγάλες χρόνιες ανισορροπίες της ελληνικής οικονομίας». Ο κ. Προβόπουλος μίλησε για «ένα πολυετές σχέδιο, το οποίο θα περιλαμβάνει τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που δεν υλοποιήθηκαν τα τελευταία 15 χρόνια, με άμεση προτεραιότητα τη δημοσιονομική εξυγίανση». Σαν τέτοιες αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στον δημοσιονομικό τομέα προτείνει τον περιορισμό στις μισθολογικές αυξήσεις του Δημοσίου, δραστική περιστολή της σπατάλης και συγκράτηση των δημόσιων δαπανών, και αναδιάρθρωσή τους ώστε να αποδίδουν περισσότερο, και σύλληψη της φοροδιαφυγής. Πέραν των δημοσίων οικονομικών, ο διοικητής της ΤτΕ προτείνει νέα μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού, αυξήσεις λιτότητας και στον ιδιωτικό τομέα, και τέλος απελευθέρωση της αγοράς εργασίας και όλων των αγορών προϊόντων, υπηρεσιών και παραγωγικών συντελεστών.
H δαμόκλειος σπάθη των αγορών επικρέμαται πάνω από την χώρα μας πολύ πρίν από την επιτήρηση της Κομισιόν, κατά τον κ. Προβόπουλο. Ο αγορές έχουν ήδη αρχίσει να ανεβάζουν τα επιτόκια δανεισμού 2 και 3 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από τα ισχύοντα στην υπόλοιπη ευρωζώνη, αυξάνοντας το κόστος δανεισμού με αρνητικές συνέπειες για όλη την οικονομία. Παράλληλα, η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας υποβαθμίζεται από τους διεθνείς οίκους. Όλα αυτά γίνονται, μπορούμε να συμπληρώσουμε, γιατί δεν μπορεί μία χώρα να δανείζεται επ’ άπειρον πέραν κάποιων ορίων, και να ζεί πάνω από τα εισοδήματά της με δανεικά. Κοινή λογική δηλαδή, η οποία καμμιά φορά χάνεται μέσα στον ορυμαγδό των αναλύσεων (και από τους ειδικούς). Η προσαρμογή θα γίνει, είτε από την Κομισιόν και το ΔΝΤ, είτε από τις αγορές, φαίνεται να λέει η έκθεση.
Αυτά είναι τα κακά νέα (όπως λένε οι Αγγλοσάξονες). Τα καλά νέα είναι ότι οι διαπιστώσεις αυτές έχουν αρχίσει να γίνονται κοινός τόπος πλέον από μία αυξανόμενη μερίδα της πολιτικής ηγεσίας και διανόησης της χώρας. Π.χ., ο Ευάγγελος Βενιζέλος έκανε ανάλογες επισημάνσεις στην συνέντευξή του στο Βήμα της περασμένης Κυριακής, μιλώντας για εθνικό σχέδιο εξόδου από την κρίση. Στο πρόσφατο βιβλίο του, ο Αλέκος Παπαδόπουλος φαίνεται (από δημοσιεύματα εφημερίδων και συνεντεύξεις) ότι λέει ανάλογα πράγματα. Ας επιτραπεί η επισήμανση ότι και ο γράφων έχει κατά τους τελευταίους 6 μήνες γράψει εκτεταμένα ανάλογες απόψεις σε αυτήν την ιστοσελίδα, με πιό πρόσφατη και «κωδικοποιημένη» την καταχώρηση της 8/2 (για «το νέο κοινωνικό συμβόλαιο»).
Παρενθετικά, είναι κάπως απογοητευτικό το ότι ο Συνασπισμός (αφήνουμε το ΚΚΕ έξω από την συζήτηση) βιάστηκε να χαρακτηρίσει δια στόματος Π. Λαφαζάνη τις προτάσεις αυτές ως νεοφιλελεύθερες και μονεταριστικές. Είχα πάντα μία απορία που, όσο πάει ο καιρός και ακούω τις απόψεις της αριστεράς και μιλάω με ανθρώπους της, εντείνεται: Πιστεύει η αριστερά πως η καθυστέρηση, η περιθωριοποίηση και ο οικονομικός μαρασμός της χώρας – διότι περί αυτού μιλάμε – είναι προς όφελος του συλλογικού, λαϊκού συμφέροντος; Κατά την άποψη του γράφοντος, ο οικονομικός μαρασμός θα εντείνει τις ανισότητες και θα απειλήσει την κοινωνική συνοχή. Και όχι μόνο αυτό, αλλά τα (υπαρκτά) προβλήματα θα χρησιμοποιηθούν ως δικαιολογία για την επιβολή αντιλαϊκών πολιτικών – δηλαδή μονομερών θυσιών. Μία μικρή γεύση από αυτό παίρνει κανείς από την πρόταση του κ. Προβόπουλου (και της Κομισιόν χτές) για απελευθέρωση της αγοράς εργασίας. Η μονοπωλιακή υφή πολλών αγορών στην Ελλάδα είναι γνωστή και πρέπει να καταπολεμηθεί. Αλλά στην παρούσα φάση της κρίσης, όπου τα σπασμένα τα πληρώνουν πρώτοι οι εργαζόμενοι με τα λιγότερα εργασιακά δικαιώματα, προέχει να προστατευθούν αυτά τα δικαιώματα, όχι να υπονομευθούν επιπλέον.
Ανάμεσα στους οικονομολόγους συναδέλφους, η Ελίζα Παπαδάκη σε άρθρο της στα ΝΕΑ της 18/2 (με τίτλο «Η πολιτική μετάφραση», από όπου και ο τίτλος του παρόντος σημειώματος) συνολικά αποδέχεται τις επισημάνσεις του διοικητή της ΤτΕ. Και καταλήγει διατυπώνοντας το κρίσιμο πλέον ερώτημα «πώς μια τέτοια λογική (Σημ.: οι προτάσεις Προβόπουλου) μεταφράζεται σε πολιτικές με κοινωνική αποδοχή». Εδώ νομίζω πως το πράγμα φεύγει από τα χέρια των οικονομολόγων. Η απάντηση πρέπει να δοθεί με πολιτικούς όρους, όχι με «σειρά μέτρων» τεχνοκρατικά εμπνευσμένων. Τέτοια μέτρα μόνον αντιδράσεις θα ξεσηκώσουν.
Η απάντηση στο πώς τέτοιες προτάσεις θα τύχουν της αποδοχής της κοινωνίας, είναι, μπορεί να είναι, μόνο μία. Η πολιτική ηγεσία αναλύει με σαφήνεια την κατάσταση στην κοινωνία και την καλεί να συστρατευτεί σε συλλογική προσπάθεια ανάταξης στην βάση ενός κοινωνικού συμβολαίου (δες επόμενη καταχώρηση). Οι βασικοί άξονες αυτού του συμβολαίου θα είναι το εθνικό σχέδιο (κατά τον Ε. Βενιζέλο – ή αλλιώς «συνολική πρόταση»), με κοινωνική δικαιοσύνη. Αυτό θα επιμερίζει την προσπάθεια και τα οφέλη σε όλους, ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι αντιδράσεις. «Κινητοποιούμενη σε βάθος» (όπως λέω και αλλού), η ελληνική κοινωνία συμμετέχει στην κοινή, συλλογική προσπάθεια με κοινωνική δικαιοσύνη.Απαιτείται επίσης η μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση («πλατιά συμμαχία» το λέγανε κάποτε) ανάμεσα στις ευρύτερες δυνατές κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, υπό την αυτοδύναμη ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, χωρίς υστεροβουλίες. Και τέλος, αλλά ίσως πλέον κρίσιμη συνθήκη, είναι η αναβάθμιση της εμπιστοσύνης της κοινωνίας απέναντι στην πολιτική ηγεσία. Αυτή προκύπτει με επώδυνη διαδικασία από μεριάς της πολιτικής, ανάλογη των θυσιών που αναλαμβάνει να σηκώσει η υπόλοιπη κοινωνία. Η όλη δε διαδικασία απαιτεί θάρρος και ειλικρίνεια, αλλά και μακρόπνοη ιδεολογική και προγραμματική επεξεργασία.
Κοινωνική δυσαρέσκεια ασφαλώς και υπάρχει, εντείνεται όμως από την έλλειψη αξιόπιστης προοπτικής διεξόδου. Για να προσφέρουμε καλές υπηρεσίες στον τόπο καλούμαστε να αναζητήσουμε, να εξειδικεύσουμε και να τονίσουμε τις λύσεις, όχι μόνο τα προβλήματα. Και εδώ βέβαια βρίσκεται η δυσκολία, η δυσκολία του να κρατηθεί ο μέσος δρόμος. Γιατί είναι εύκολο βέβαια να διαμαρτύρεσαι, ακόμα και δικαιολογημένα. (Και, αν γίνουμε και κυνικοί, μπορούμε να πούμε ότι η πολλή έκφραση διαμαρτυρίας καταλήγει να γίνει εμπόριο της απελπισίας.) Είναι επίσης εύκολο να μοιράζεις υποσχέσεις χωρίς αντίκρυσμα για την έξοδο από την κρίση. Είναι επίσης εύκολο, όπως και θα γίνει αν δεν προσέξουμε, τα σπασμένα της κρίσης να τα πληρώσουν μονομερώς αυτοί που πληρώνουν πάντα. Ο «δύσκολος και ανεκτίμητος» (κατά τον ποιητή) δρόμος είναι να δούμε κατάματα την αλήθεια, και να οργανώσουμε την προσπάθεια ανασυγκρότησης με κοινωνικά δίκαιο τρόπο.
Μια αναβαθμισμένη πολιτική ηγεσία καλείται να ηγηθεί της συλλογικής προσπάθειας στην βάση ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου και εθνικού σχεδίου για την βιώσιμη ανάπτυξη και για την εγγύηση της ευημερίας μακροπρόθεσμα, αλλά και για την συνολική κοινωνική και πολιτιστική ανάταξη της χώρας.
Friday, 20 February 2009
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment