Wednesday 15 July 2009

Προτεραιότητες για το περιβάλλον

Διαβάζουμε (Μαρία Νταλιάνη, ΤΑ ΝΕΑ 14/7/09) πως το θέμα «περιβάλλον» ανεβαίνει προς τα πάνω στην πολιτική αντζέντα, αλλά προς το παρόν τα κόμματα (ακόμα και οι Οικολόγοι) δεν έχουν διατυπώσει σαφείς κεντρικές θέσεις και προτεραιότητες. Από τον κανόνα δεν φαίνεται να εξαιρείται και το ΠΑΣΟΚ, παρά την ειλικρινή ακι δηλωμένη πρόθεση του Προέδρου του να κάνει το περιβάλλον ακρογωνιαίο λίθο της πολιτικής του. (Π.χ., ένας βουλευτής του ΠΑΣΟΚ μίλησε για το τυρόγαλο και πως να μην είναι τοξική η απόρριψή του – ενδιαφέρον αλλά όχι κεντρικό ζήτημα. Επίσης, το δελτίο για το περιβάλλον που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του Κινήματος δεν φαίνεται να περιέχει και πολλά – δεν ξέρων αν υπάρχει κάτι άλλο.) Σαν συμβολή σε αυτή την αναζήτηση, θα μπορούσαν να προταθούν οι εξής κεντρικοί άξονες πολιτικής ως προτεραιότητες:

- Ατμοσφαιρική ρύπανση και μέσα μαζικής μεταφοράς: Το πρόβλημα μας αγγίζει όλους εδώ και πολλά χρόνια. Η λύση του είναι σύνθετη, περνάει μέσα από όλες τις δράσεις που περιγράφονται πιο κάτω, αλλά κατά ένα μεγάλο μέρος το πρόβλημα λύνεται μόνο με τον περιορισμό του ΙΧ και την παράλληλη ενεργή και δραστική προώθηση των μέσων μαζικής μεταφοράς. Είναι σαφές πως αυτή η δράση όχι μόνον περιορίζει την ρύπανση, αλλά και συμβάλλει στην γενικότερη αναβάθμιση της ζωής στις πόλεις, με την λύση του κυκλοφοριακού, αποσυμφόρηση, μείωση ηχητικής ρύπανσης, μείωση τροχαίων ατυχημάτων, κλπ. Η Ελλάδα χρειαζόταν και χρειάζεται ακόμα δραστική αναβάθμιση του οδικού της δικτύου. Από την άλλη μεριά, η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι από ένα σημείο και ύστερα, η ανάπτυξη μέσω δρόμων είναι αδιέξοδη, οδηγεί σε γεωμετρικά αυξανόμενη ρύπανση και συμφόρηση. Υπ’ αυτήν την έννοια, στην Ελλάδα απαιτείται μεν η ολοκλήρωση του εθνικού οδικού δικτύου, αλλά μέχρις ενός σημείου μόνο. Δεν βλέπω π.χ. τι καλό θα φέρει για την Αθήνα/Αττική το τσιμέντωμα κάθε χιλιομέτρου πρασίνου γύρω από τον Υμηττό, όπως προβλέπει το πρόσφατο (και πολυ-εξαγγελμένο) «πακέτο Σουφλιά». Άλλο να ολοκληρώσεις την Αττική οδό (π.χ. μέχρι Λαύριο, Ραφήνα) και άλλο να την περάσεις έξω από κάθε αυλή της Αττικής. Τέλος πάντων, η χώρα από εδώ και μπρος απελπιστικά αναζητάει ολοκληρωμένη και συνδυασμένη πολιτική μέσων μαζικής μεταφοράς, των μέσων που έχουν μαζικά (πράγματι) υποβαθμιστεί, συκοφαντηθεί, και δραματικά υστερήσει σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη από τον καιρό… - αλήθεια, ανέκαθεν! (Και όπου τα λογής συμφέροντα έχουν πάντα το πάνω χέρι, όπως έδειξε και η πρόσφατη εμπειρία των υδροπλάνων.) Απαιτούμενες δράσεις: Περαιτέρω ανάπτυξη του μετρό της Αθήνας, ενός από τα λίγα επιτεύγματα που μπορεί να επιδείξει η χώρα μας στον τομέα, και του κατασκευαζόμενου της Θεσσαλονίκης. Στήριξη του περιφρονημένου τραμ της Αθήνας και προώθηση κατασκευής τραμ σε άλλες μεσαίου μεγέθους πόλεις (Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Λάρισσα, Ηράκλειο, Γιάννενα, κλπ). Ριζική αναδιάρθρωση του ταλαίπωρου ΟΣΕ, μίας από τις μεγαλύτερες (και καθόλου γλυκές) αμαρτίες του νεοελληνικού κράτους. (Για να στείλουμε μία αντιπροσωπία στην Τουρκία, να πάει με το καινούριο τραίνο υψηλής ταχύτητας Κωνσταντινούπολης-Άγκυρας - μα πως γίνεται οι «άπιστοι» να κάνουν τέτοια πράγματα και μεις να μένουμε τόσο πίσω;!) Μαζικό αλλά στοχευμένο πρόγραμμα εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης του άνετου, ασφαλούς, φιλικού στον χρήστη και το περιβάλλον, και πιό φτηνού στην κατασκευή σιδηροδρόμου σε νέες βάσεις. Στοχευμένο: όχι πολλαπλές εξαγγελίες για όνειρα θερινής νυκτός, αλλά τρέχουμε δύο μεγάλα έργα και τα ολοκληρώνουμε σε εύλογο χρονικό διάστημα. Σε νέες βάσεις: Όχι μικρομπαλώματα του μουτζούρη (π.χ., «εκσυγχρονισμός» του μετρικού δικτύου στην Πελοπόννησο όπως επιχειρείται, από ποιά συμφέροντα επιβλήθηκε αυτό άραγε;) αλλά ανάπτυξη νέων σύγχρονων γραμμών. Επιβάλλεται έμφαση στον συνδυασμό των μέσων: π.χ. οι σταθμοί λεωφορείων να βρίσκονται σε άμεση σύνδεση με το τραίνο, μετρό (Αθήνα), σύνδεση επίσης λιμανιών, αεροδρομίων, με τα δίκτυα αυτά. Στις πόλεις, ενεργή στήριξη και επέκταση των λεωφορειολωρίδων.

- Διαχείριση υδάτινων πόρων. Μην γελιόμαστε, έχουμε πρόβλημα. Τα ποτάμια στερεύουν, οι υδροφόροι ορίζοντες πέφτουν και μολύνονται είτε γίνονται υφάλμυροι. Επιβάλλεται «πολιτική νερού» που θα στοχεύει να περιορίσει δραστικά την σπατάλη. Καθορίζεται μία μηνιαία βασική παροχή νερού εξειδικευόμενη κατά αριθμό μελών νοικοκυριού (αλλιώς αν στο σπίτι ζουν τέσσερεις και αλλιώς ένας), και από εκεί και πέρα η τιμή του νερού ανά μονάδα αυξάνει προοδευτικά. Η πολιτική αυτή πρέπει να ισχύσει για όλους τους Δήμους και τις εταιρείες ύδρευσης.

- Ανακύκλωση/διαχείριση απορριμάτων. Η ανακύκλωση πρέπει να μπει πιο δραστικά στην ζωή μας. Οι τεχνικές λεπτομέρειες (πώς, που γίνεται η διαλογή, κτλ) πρέπει να γίνουν αντικείμενο περισσότερης μελέτης. Στο θέμα των αποριμμάτων, το φλέγον ζήτημα είναι να βρεθούν τόποι υγιειονομικής ταφής νέου τύπου, για τους οποίους τόσο αντιδρούν οι τοπικές κοινωνίες. Μία λύση θα ήταν να ενεργοποιηθεί ο μηχανισμός της αγοράς στο θέμα. Σπεύδω να διευκρινίσω: αγορά μεταξύ των ενδιαφερομένων Δήμων. Το σύστημα μπορεί να δουλέψει ως εξής: Σε πρώτη φάση γίνεται μία πρώτη αναγνώριση των κατάλληλων θέσεων ανά Νομό ή επαρχία. Μετά καλούνται οι Δήμαρχοι να συμφωνήσουν. (Βεβαίως, οι Δήμαρχοι. Δεν είναι θέμα υπουργού ή κυβέρνησης, είναι θέμα των τοπικών κοινωνιών, οι οποίες καλούνται να αντιμετωπίσουν με την απαραίτητη ωριμότητα το θέμα.) Καθορίζονται τέλη χρήσης του ΧΥΤΑ (ή όπως λέγεται) τα οποία καταβάλλουν οι χρήστες Δήμοι στον Δήμο στου οποίου την περιφέρεια ανήκει ο ΧΥΤΑ. Πως καθορίζονται τα τέλη; Με την λογική της δημοπρασίας: Τα προτεινόμενα τέλη ανεβαίνουν, κατά την διαδικασία της διαπραγμάτευσης, μέχρις ότου πεισθεί κάποιος Δήμος να αναλάβει τον ΧΥΤΑ. Τα τέλη που εισπράττει θα πηγαίνουν στην ενίσχυση των υπηρεσιών που παρέχει ο Δήμος (και όχι βέβαια σε τερτίπια του Δημάρχου). Μα θα ρωτήσει κανείς: Δεν παίρνει ο Δήμος αρκετούς πόρους από την κεντρική κυβέρνηση για να προσφέρει τις υπηρεσίες του; Η απάντηση είναι, όχι εάν τηρούνται αξιόπιστες διαδικασίες προϋπολογισμού τόσο από την κεντρική κυβέρνηση όσο και από τους ΟΤΑ. Οι ανάγκες σε όλα τα επίπεδα είναι απεριόριστες, αλλά οι πόροι (εάν ύπάρχουν αξιόπιστοι προϋπολογισμοί) πεπερασμένοι. Έτσι, τα έξτρα έσοδα από τα τέλη των ΧΥΤΑ θα είναι χρήσιμη ανταμοιβή. Αν βέβαια οι διαδικασίες προϋπολογισμού είναι «μαϊμού», αν π.χ. όποιος ΟΤΑ φωνάξει πιο πολύ παίρνει περισσότερα από την κεντρική κυβέρνηση, τότε η όλη λογική πάει περίπατο – γιατί να αναλάβει ο οποισδήποτε Δήμος τον ΧΥΤΑ, αν η κεντρική κυβέρνηση του πληρώνει τα χρέη μετά από την κατάλληλη πίεση; Τέλος πάντων, η κεντρική διοίκηση διευκολύνει την όλη διαδικασία θέτοντας χρονικά όρια, βάζοντας πρόστιμα στους Δήμους που δεν έχουν συμφωνήσει έως τότε (και κλείνοτας του Δημάρχους σε ένα δωμάτιο έως ότου συμφωνήσουν, αν χρειαστεί!).

- Ρύπανση – μόλυνση ατμόσφαιρας, θαλασσών και ποταμών από εκπομπές αερίων ρύπων, ρίψεις χημικών, καυσίμων, βαρέων μετάλλων, κλπ. (Ασωπός, βόρειος Ευβοϊκός, κλπ. κλπ). Εδώ από την μία καθορίζονται κίνητρα στις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις για εισαγωγή νέων τεχνολογιών, φίλτρων κλπ (συμπεριλαμβανομένης και της ΔΕΗ στην Πτολεμαΐδα, Μεγαλόπολη, Κερατσίνι, Λαύριο, ή όπου αλλού τέλος πάντων), και από την άλλη εντείνεται η αστυνόμευση για να ελεγχθεί η τήρηση των κανονισμών και των συμπεφωνημένων. Ολοκλήρωση δικτύων βιολογικών καθαρισμών. Εδώ εντάσσεται και η προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος που τόσο υποφέρει από πρακτικές (παράνομης) υπεραλίευσης (ανάμεσα σε άλλα). Έλεγχος της ναυσιπλοΐας.

- Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Σε πιο μακροπρόθεσμο και στρατηγικό επίπεδο, απαιτείται ενεργή στήριξη των σχετικών επιχειρήσεων, δράσεων, έρευνας και ανάπτυξης τεχνολογίας, με αιχμή την ηλιακή, αιολική και γεωθερμική ενέργεια (φωτοβολταϊκά, ανεμόμυλοι, κλπ.), με στόχο η χώρα να μπει στην πρωτοπορία στον τομέα και η οικονομία να στραφεί εγκαίρως προς την βιομηχανική επανάσταση του 21ου αιώνα.

- Ανανέωση του θεσμικού πλαισίου για την υποστήριξη και ενίσχυση όλων των παραπάνω. Κίνητρα για ανάπτυξη νέων επιχειρήσεων εστιασμένων σε θέματα διαχείρισης περιβάλλοντος και προώθηση της ανάπτυξης και εισαγωγής νέων τεχνολογιών, ειδικά στην ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών.

- Αποτελεσματική προστασία του (υπολειπόμενου) δασικού πλούτου, με προστασία των καμένων και ενεργή αναδάσωση.

- Περιορισμός στην χρήση πλαστικών και της σακούλας μίας χρήσης πιο ειδικά. Το πλαστικό κάνει χιλιάδες χρόνια να διαλυθεί και απορροφηθεί από την φύση, πρακτικά δηλ. μένει αναλλοίωτο, και γι αυτό συνιστά μία από τις κυριότερες αιτίες ρύπανσης παγκόσμια. Ήδη μεγάλος αριθμός χωρών (συμπεριλαμβανομένης της Κίνας) έχει επιβάλει περιορισμούς στην χρήση της πλαστικής σακούλας ενώ κάποιες χώρες ήδη την έχουν τελείως απαγορεύσει. Υπάρχουν και άλλοι τρόποι να μεταφέρουμε τα ψώνια μας, χαρτοσακούλες, ανθεκτικές σακούλες πολλών χρήσεων, κλπ.

- Χαρτογράφηση αναξιοποίητων ελεύθερων χώρων στις πόλεις και συντονισμός εκστρατείας (επίλυση ιδιοκτησιακών εκκρεμοτήτων, εξεύρεση πόρων) για την ανάδειξή τους σε πάρκα και χώρους αναψυχής. Απομάκρυνση όλων των παράνομων κτισμάτων – εάν είναι καταυλισμοί, μεταφέρονται σε νέους χώρους μετά από χωροταξική μελέτη. Επίσης, κατθαρισμός των παραλιών από αυθαίρετα και «ημιυπαίθριους». Ειδικά για την Αθήνα, στην οποία οι ανάγκες για πράσινο και ελεύθερους χώρους είναι μεγάλες (αν και το ίδιο και από μία άποψη περισσότερο ισχύει και για όλες τις πόλεις της πριφέρειας), υπάρχουν μία σειρά ελεύθερων χώρων (κτήμα Βεΐκου στο Γαλάτσι, Συγγρού στο Μαρούσι/Κηφισιά, ο πολύπαθος Ελαιώνας, το απειλούμενο πρώην αεροδρόμιο στο Ελληνικό, ο Υμηττός, το «πάρκο Στρατού» στην Κατεχάκη, Γουδή, κλπ.) που επείγει να αξιοποιηθούν – όχι με την έννοια της «ανάπτυξης» (βλέπε: τσιμεντοποίησης) αλλά με την έννοια της απόδοσής τους στις τοπικές κοινωνίες για αναψυχή. Παράλληλα, ενθάρρυνση της κοινωνίας να διεκδικήσει τους ελεύθερους χώρους της και τα ήδη υπάρχοντα πάρκα πιο ενεργά. Δεν υπάρχει κουλτούρα στην Ελλάδα απόλαυσης του ελεύθερου χώρου. Η πόλη είναι φυλακή, κατάλληλη μόνο για «αποδράσεις» (όλων των τύπων), και οι χώροι αναψυχής μένουν προς χρήση των μεταναστών (κανένα πρόβλημα με αυτό) και των λογής-λογής περιθωριακών. Θα μπορούσε όμως να είναι και διαφορετικά. Οι δήμοι, κόμματα, σύλλογοι κλπ. ενθαρρύνουν την κοινωνία να δραστηριοποιηθεί περισσότερο στους ελεύθερους χώρους της, με την οργάνωση γιορτών, πικνίκ, εκδηλώσεων πολιτισμού και μαζικού αθλητισμού, κά.

- Τέλος, αλλά και ίσως πάνω απ’ όλα, απαιτείται πολύπλευρη εκστρατεία ενημέρωσης της ελληνικής κοινωνίας σχετικά με το περιβάλλον, την απειλή από την υποβάθμισή του, και τις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας (Κυότο και παρεπόμενες συνθήκες, απορρίματα, ανακύκλωση). Εισαγωγή μαθήματος περιβάλλοντος στα σχολεία (δημοτικά και γυμνάσια). Διαφώτιση από ειδικούς (ινστιτούτα, κλπ) πάνω στο τι μπορεί να κάνει πρακτικά ο πολίτης στην καθημερινή ζωή για το περιβάλλον και την εξοικονόμηση ενέργειας (π.χ., οδηγίες για την «ενεργο-νομική» οικία). Ενεργή προώθηση κουλτούρας μέσων μαζικής μεταφοράς. Τελικά, εμπέδωση στην ελληνική κοινωνία του αισθήματος ότι το περιβάλλον μας αφορά όλους, η υποβάθμισή τους θα έχει σοβαρές συνέπειες για όλους, και ότι καλούμαστε

Saturday 4 July 2009

ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ ΚΑΙ ΞΕΝΟΦΟΒΙΑ

Θησέας:
[Γ]ιατί κι ο ίδιος ξένος,
σαν και σένα, μεγάλωσα στα ξένα[…]
[…] Κι έτσι
κανένα ξένο, νά ‘ναι όπως συ τώρα,
ποτέ δεν θα τον παρατούσα, δίχως
να κάμω ό,τι μπορώ για να τον σώσω [.]

Ποιός λοιπόν τέτοιου ανθρώπου τη φιλία
θαψηφούσε […]
[…] που ήρθε ικέτης των θεών μας
και πλερώνει της χώρας μου και μένα
όχι ασήμαντο φόρο;

Σοφοκλή Οιδίπους επί Κολωνώ, μτφ. Ι.Ν. Γρυπάρη,
έκδοση «Εστίας» 2004, σ. 111 & 115

Το θέμα της μετανάστευσης και της ξενοφοβίας έχει αρχίσει και παίρνει και στην Ελλάδα πλέον μεγάλες πολιτικές διαστάσεις. Η Ελλάδα, στο ΝΑ άκρο της Ευρώπης και του παραδείσου που λέγεται Ευρωπαϊκή Ένωση, και με εκτατεμένα θαλάσσια σύνορα που δύσκολα αστυνομεύονται αποτελεσματικά, αποτελεί πρώτο σημείο άφιξης πολλών λαθρομεταναστών, πολλοί από τους οποίους «επιλέγουν» να παραμείνουν στην χώρα μας. Μετά από δύο δεκαετίες περίπου αριθμητικής αύξησης, το θέμα έχει αρχίσει να παίρνει διαστάσεις λόγω και υπαρκτών κοινωνικών προβλημάτων (γκετοποίηση, εκληματικότητα, άθλιες συνθήκες διαβίωσης) αλλά και ίσως κάποιας δυσκολίας της ελληνικής κοινωνίας να αποδεχθεί την πολυπολιτισμικότητα (αλλά ίσως και δυσκολίας των μεταναστών να αποφασίσουν να αποκαλέσουν την Ελλάδα «δεύτερη πατρίδα» τους). Η αναγωγή του ζητήματος σε μείζον πολιτικό θέμα ακολουθεί μία μάλλον πανευρωπαϊκή τάση, που είδε την σημαντική άνοδο ξενοφοβικών κομμάτων στην Βρετανία, την Ουγγαρία, Ολλανδία, κλπ, ακολουθώντας και το παλιότερο «παράδειγμα» της Γαλλίας (Λεπέν), Αυστρίας, κά.

Το θέμα μετανάστευση έχει πολλές πτυχές, και όχι εύκολες. Στον οικονομικό τομέα, οι μετανάστες ναι μεν ανταγωνίζονται τους ανειδίκευτους (ως επί το πλείστον) εργάτες, αλλά και αποτελούν φτηνό εργατικό δυναμικό που έχει αναζωογονήσει επιχειρήσεις, νοικοκυριά και την ύπαιθρο, προσφέροντας εργασία που οι αυτόχθονες περιφρονούν (γεωργία, οικιακή βοήθεια, κλπ). Οι μετανάστες τονώνουν και την δημόσια οικονομία πληρώνοντας φόρους, πράγμα του οποίου ο Θησέας του Σοφοκλή είχε πλήρη επίγνωση (σε αντίθεση με πολλούς αυτόχθονες, οι οποίοι κάλλιστα συνδυάζουν τον πατριωτισμό τους με την φοροδιαφυγή). Ταυτόχρονα, οι μετανάστες έχουν αναζωογονήσει την δημογραφία της χώρας, καίρια σε πολλές περιοχές της περιφέρειας που κινδυνεύουν από εγκατάλειψη. Πιό μακροπρόθεσμα, οι μετανάστες θα αποτελέσουν τονωτική ένεση στην δημογραφικά αδύνατη Ελλάδα και στην προβληματική της κοινωνική ασφάλιση. Στα θετικά, πρέπει ασφαλώς να συμπεριληφθεί και ο κοσμοπολιτισμός, οι γέφυρες που αναπτύσσει ένας τόπος μέσω των μετοίκων του με άλλους – γέφυρες εμπορικές, οικονομικές, πολιτιστικές, και γιατί όχι, γαστριμαργικές.

Στο κοινωνικό επίπεδο, οι μετανάστες κατηγορούνται για εγληματικότητα, αλλά όπως έγραψε ο Νίκος Μουζέλης (ΒΗΜΑ 18/6, νομίζω) δεν υπάρχει βάσιμο αποδεικτικό υλικό γι αυτήν την αιτίαση. Μάλλον απαιτούνται περισσότερες μελέτες πάνω στο θέμα. Από την άλλη μεριά, η γκετοποίηση δεν είναι εύκολη για κανένα, εάν π.χ. (όπως διαβάζουμε) σε μία γειτονιά όπως του Αγίου Παντελεήμονα στα Κάτω Πατήσια της Αθήνας φιλοξενούνται (σε τι συνθήκες άραγε;) 90 χιλιάδες ξένοι. Και παράλληλα πάνε και όλα τα ζητήματα που προκύπτουν από την πολυπολιτισμικότητα, όπως εκπαίδευση (στα σχολεία του κέντρου διαβάζουμε ότι οι έλληνες μαθητές είναι μειοψηφία, με ό,τι σημαίνει αυτό), όπως δυσκολία στην αποδοχή του «άλλου» (που προϋποθέτει την αποδοχή του «εαυτού», που είναι και η δυσκολότερη). Μείζον ζήτημα από την «αντίθετη όχθη» προκύπτει και από την άρνηση της ελληνικής Πολιτείας και κοινωνίας να παραχωρήσει, μάλλον καλύτερα: αποδώσει, την ελληνική υπηκοότητα στην δεύτερη γενιά των μεταναστών, για τους οποίους η Ελλάδα είναι η μόνη πατρίδα που έχουν γνωρίσει. Τι αισθήματα θα τους γεννιούνται από αυτή την απόρριψη, δεν είναι δύσκολο να το φανταστούμε.

Τα θέματα είναι μεγάλα. Διαβάσαμε πρόσφατα ότι και το ΠΑΣΟΚ προβληματίζεται για το θέμα, προσπαθώντας να βαδίσει μεταξύ σφύρας και άκμονος, να αφουγκραστεί δηλαδή τις ανησυχίες της κοινωνίας (και να μην την χαρίσει σύσσωμη στον ΛΑΟΣ) και να προτείνει λύσεις, αλλά και χωρίς να ενδώσει στην ξενοφοβία. Το ΠΑΣΟΚ πρότεινε διάφορα μέτρα (ανάμεσα στα οποία, αν δεν κάνω λάθος, και την μηδενική ανοχή στην λαθρομετανάστευση – για το θέμα της μηδενικής ανοχής θα γίνει προσεχώς σχόλιο στο πλαίσιο σημειώματος για τα σκάνδαλα και την διαφάνεια). Όμως, και εδώ όπως και αλλού (π.χ. οικονομία), τα (τεχνοκρατικού τύπου) μέτρα δεν αρκούν, όσο σωστά και αν είναι. Διότι το φαινόμενο δεν προβλέπεται να παρέλθει, αντιθέτως μάλιστα. Απαιτείται ειλικρινής και γενναία εξήγηση στην ελληνική κοινωνία, η οποία κατά την γνώμη μου θα στηρίζεται στα εξής βασικά σημεία:

- Η μετανάστευση, τμήμα και αποτέλεσμα της επαφής και όσμωσης μεταξύ των λαών, είναι τόσο παλιά όσο και η ανθρωπότητα. Στις σημερινές συνθήκες της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, της εύκολης μετακίνησης και επικοινωνίας, αλλά και των τεράστιων ανισοτήτων, το φαινόμενο θα ενταθεί. Δεν γίνεται δεν ξέρω κι εγώ πόσα δισεκατομμύρια ανθρώπων στον πλανήτη να ζουν σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας και καθυστέρησης και ο ευρωπαϊκός παράδεισος να παραμένει κλειστός. (Αν κανείς αμφιβάλλει για τους αριθμούς, μπορεί να ψάξει να βρει π.χ. πόσες εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι πηγαίνουν για ύπνο κάθε βράδι πεινασμένοι.) Όλες οι αναπτυγμένες χώρες είναι εστίες υποδοχής μεταναστών (νόμιμων και λαθραίων), η κάθε μία με τις ιδιομορφίες της, αλλά σε όλες το φαινόμενο έχει πάρει έκταση. Από τον κανόνα αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει εξαίρεση η Ελλάδα. Ούτε και έπρεπε να αποτελέσει εξαίρεση ακόμα και αν μπορούσε, εξελισσόμενη σε μία μικρή, κλειστή, φοβισμένη γωνιά του πλανήτη. Το φαινόμενο ‘μετανάστευση’ είναι συνώνυμο του σημερινού παγκόσμιου χωριού. Η Ελλάδα έχει τις δυνάμεις να το απορροφήσει με επιτυχία, και θα το διαχεριστεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τελικά προς όφελός της.

- Ασφαλώς απαιτείται η τεχνοκρατική διαχείριση του φαινομένου σε όλα τα επίπεδα. Αστυνόμευση συνόρων και με ευρωπαϊκή συνεργασία, πίεση προς την Τουρκία (η οποία οφείλεται να αναγνωριστεί πως έχει το δικό της ανάλογο πρόβλημα) να εφαρμόσει τις συμφωνίες για επαναπροώθηση, αστυνόμευση εντός συνόρων για μείωση εκληματικότητας αλλά και μέριμνα για στοιχειώδεις συνθήκες παραμονής έστω και των λαθραίων, διασπορά των μεταναστών ώστε να αποφεύγεται η γκετοποίηση, είναι μόνο μερικές από τις πτυχές της τεχνικής αντιμετώπισης του θέματος.

- Απατείται η μακροπρόθεσμη και σταθερή χάραξη πολιτικής ελληνοποίησης των μεταναστών που έχουν εγκατασταθεί μόνιμα στην χώρα. Φυσικά, αυτό γίνεται μετά από κάποια χρόνια για τους πρώτης γενιάς, αλλά πιο αυτοδίκαια για τους δεύτερης. Είμαστε πλέον όλοι παιδιά της Γαλλικής Επανάστασης, και υπ’ αυτήν την έννοια έλληνας πολίτης είναι όποιος/α έχει επιλέξει αυτόν τον τόπο για πατρίδα του, και αποδέχεται τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα που απορρέουν από την ελληνική Πολιτεία. Είναι θέμα ηθικής, δημοκρατίας και ανθρωπισμού, απλών δηλαδή αλλά μεγάλων αξιών, να δώσουμε την αναγνώριση σε όσους αποκαλούν την Ελλάδα πατρίδα τους. Είναι επίσης και θέμα ευρύτερου εθνικού συμφέροντος, διότι έτσι αποκτούν τις ηθικές δυνάμεις και το κίνητρο να συμβάλλουν όσο μπορούν στην προκοπή αυτού του τόπου.

- Αν αυτά τα επιχειρήματα δεν μας πείθουν, ας θυμηθούμε για μια στιγμή πως είμαστε μία χώρα/κοιτίδα μιας μεγάλης Διασποράς ανά την υφήλιο, που δικαιολογημένα καμαρώνει με τις επιτυχίες των απανταχού ελληνικής καταγωγής και με την συνεισφορά τους στις νέες τους πατρίδες. Ας αναρωτηθούμε πως θα μας φαινόταν αν ο απόδημος ελληνισμός δεν μπορούσε να έχει εκκλησίες, σχολειά, κλπ. στους νέους του τόπους, και αν καταδικαζόταν να είναι πολίτης β’ κατηγορίας επ άπειρον.

- Τέλος, πρέπει να βρούμε την δύναμη να πούμε πως η χώρα του Θησέα, που μεγάλωσε στα ξένα όπως μας θυμίζει ο Σοφοκλής, και του Οδυσσέα, που πολλών ανθρώπων ίδεν άστεα και νόον έγνω, δεν θα ξεπέσει στην ξενοφοβία και την μικροψυχία, αλλά θα παρέχει πάντα φιλό-ξενη στέγη σε όσους τελικά αναζητούν καταφύγιο εδώ. Μας εμπνέει το (υπέροχο!) κείμενο του Σοφοκλή, που, με το στόμα του κατατρεγμένου Οιδίποδα, εξαίρει την ευγένεια της ψυχής του Θησέα που του παρέχει άσυλο, ακόμα (και εδώ είναι το σημαντικό) και βάζοντας σε κίνδυνο την πόλη του. Το κείμενο είναι και λίγο προπαγανδιστικό, αφού ο Σοφοκλής θεωρεί την φιλο-ξενία και ως ανώτερη αρετή της πόλης του, της Αθήνας, αλλά και γι αυτό και πιο σημαντικό για μας, αφού περνάει αυτό ακριβώς το μήνυμα: Η φιλο-ξενία είναι πολιτισμός. Ερώτηση προς τον Υπουργό Πολιτισμού κ. Σπηλιωτόπουλο (αν βρίσκει καιρό γι αυτά): Κάνουν άραγε οι μαθητές του Λυκείου αυτό το κείμενο από μετάφραση, ώστε να καταλαβαίνουν τι διαβάζουν;