Saturday, 4 July 2009

ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΣ ΚΑΙ ΞΕΝΟΦΟΒΙΑ

Θησέας:
[Γ]ιατί κι ο ίδιος ξένος,
σαν και σένα, μεγάλωσα στα ξένα[…]
[…] Κι έτσι
κανένα ξένο, νά ‘ναι όπως συ τώρα,
ποτέ δεν θα τον παρατούσα, δίχως
να κάμω ό,τι μπορώ για να τον σώσω [.]

Ποιός λοιπόν τέτοιου ανθρώπου τη φιλία
θαψηφούσε […]
[…] που ήρθε ικέτης των θεών μας
και πλερώνει της χώρας μου και μένα
όχι ασήμαντο φόρο;

Σοφοκλή Οιδίπους επί Κολωνώ, μτφ. Ι.Ν. Γρυπάρη,
έκδοση «Εστίας» 2004, σ. 111 & 115

Το θέμα της μετανάστευσης και της ξενοφοβίας έχει αρχίσει και παίρνει και στην Ελλάδα πλέον μεγάλες πολιτικές διαστάσεις. Η Ελλάδα, στο ΝΑ άκρο της Ευρώπης και του παραδείσου που λέγεται Ευρωπαϊκή Ένωση, και με εκτατεμένα θαλάσσια σύνορα που δύσκολα αστυνομεύονται αποτελεσματικά, αποτελεί πρώτο σημείο άφιξης πολλών λαθρομεταναστών, πολλοί από τους οποίους «επιλέγουν» να παραμείνουν στην χώρα μας. Μετά από δύο δεκαετίες περίπου αριθμητικής αύξησης, το θέμα έχει αρχίσει να παίρνει διαστάσεις λόγω και υπαρκτών κοινωνικών προβλημάτων (γκετοποίηση, εκληματικότητα, άθλιες συνθήκες διαβίωσης) αλλά και ίσως κάποιας δυσκολίας της ελληνικής κοινωνίας να αποδεχθεί την πολυπολιτισμικότητα (αλλά ίσως και δυσκολίας των μεταναστών να αποφασίσουν να αποκαλέσουν την Ελλάδα «δεύτερη πατρίδα» τους). Η αναγωγή του ζητήματος σε μείζον πολιτικό θέμα ακολουθεί μία μάλλον πανευρωπαϊκή τάση, που είδε την σημαντική άνοδο ξενοφοβικών κομμάτων στην Βρετανία, την Ουγγαρία, Ολλανδία, κλπ, ακολουθώντας και το παλιότερο «παράδειγμα» της Γαλλίας (Λεπέν), Αυστρίας, κά.

Το θέμα μετανάστευση έχει πολλές πτυχές, και όχι εύκολες. Στον οικονομικό τομέα, οι μετανάστες ναι μεν ανταγωνίζονται τους ανειδίκευτους (ως επί το πλείστον) εργάτες, αλλά και αποτελούν φτηνό εργατικό δυναμικό που έχει αναζωογονήσει επιχειρήσεις, νοικοκυριά και την ύπαιθρο, προσφέροντας εργασία που οι αυτόχθονες περιφρονούν (γεωργία, οικιακή βοήθεια, κλπ). Οι μετανάστες τονώνουν και την δημόσια οικονομία πληρώνοντας φόρους, πράγμα του οποίου ο Θησέας του Σοφοκλή είχε πλήρη επίγνωση (σε αντίθεση με πολλούς αυτόχθονες, οι οποίοι κάλλιστα συνδυάζουν τον πατριωτισμό τους με την φοροδιαφυγή). Ταυτόχρονα, οι μετανάστες έχουν αναζωογονήσει την δημογραφία της χώρας, καίρια σε πολλές περιοχές της περιφέρειας που κινδυνεύουν από εγκατάλειψη. Πιό μακροπρόθεσμα, οι μετανάστες θα αποτελέσουν τονωτική ένεση στην δημογραφικά αδύνατη Ελλάδα και στην προβληματική της κοινωνική ασφάλιση. Στα θετικά, πρέπει ασφαλώς να συμπεριληφθεί και ο κοσμοπολιτισμός, οι γέφυρες που αναπτύσσει ένας τόπος μέσω των μετοίκων του με άλλους – γέφυρες εμπορικές, οικονομικές, πολιτιστικές, και γιατί όχι, γαστριμαργικές.

Στο κοινωνικό επίπεδο, οι μετανάστες κατηγορούνται για εγληματικότητα, αλλά όπως έγραψε ο Νίκος Μουζέλης (ΒΗΜΑ 18/6, νομίζω) δεν υπάρχει βάσιμο αποδεικτικό υλικό γι αυτήν την αιτίαση. Μάλλον απαιτούνται περισσότερες μελέτες πάνω στο θέμα. Από την άλλη μεριά, η γκετοποίηση δεν είναι εύκολη για κανένα, εάν π.χ. (όπως διαβάζουμε) σε μία γειτονιά όπως του Αγίου Παντελεήμονα στα Κάτω Πατήσια της Αθήνας φιλοξενούνται (σε τι συνθήκες άραγε;) 90 χιλιάδες ξένοι. Και παράλληλα πάνε και όλα τα ζητήματα που προκύπτουν από την πολυπολιτισμικότητα, όπως εκπαίδευση (στα σχολεία του κέντρου διαβάζουμε ότι οι έλληνες μαθητές είναι μειοψηφία, με ό,τι σημαίνει αυτό), όπως δυσκολία στην αποδοχή του «άλλου» (που προϋποθέτει την αποδοχή του «εαυτού», που είναι και η δυσκολότερη). Μείζον ζήτημα από την «αντίθετη όχθη» προκύπτει και από την άρνηση της ελληνικής Πολιτείας και κοινωνίας να παραχωρήσει, μάλλον καλύτερα: αποδώσει, την ελληνική υπηκοότητα στην δεύτερη γενιά των μεταναστών, για τους οποίους η Ελλάδα είναι η μόνη πατρίδα που έχουν γνωρίσει. Τι αισθήματα θα τους γεννιούνται από αυτή την απόρριψη, δεν είναι δύσκολο να το φανταστούμε.

Τα θέματα είναι μεγάλα. Διαβάσαμε πρόσφατα ότι και το ΠΑΣΟΚ προβληματίζεται για το θέμα, προσπαθώντας να βαδίσει μεταξύ σφύρας και άκμονος, να αφουγκραστεί δηλαδή τις ανησυχίες της κοινωνίας (και να μην την χαρίσει σύσσωμη στον ΛΑΟΣ) και να προτείνει λύσεις, αλλά και χωρίς να ενδώσει στην ξενοφοβία. Το ΠΑΣΟΚ πρότεινε διάφορα μέτρα (ανάμεσα στα οποία, αν δεν κάνω λάθος, και την μηδενική ανοχή στην λαθρομετανάστευση – για το θέμα της μηδενικής ανοχής θα γίνει προσεχώς σχόλιο στο πλαίσιο σημειώματος για τα σκάνδαλα και την διαφάνεια). Όμως, και εδώ όπως και αλλού (π.χ. οικονομία), τα (τεχνοκρατικού τύπου) μέτρα δεν αρκούν, όσο σωστά και αν είναι. Διότι το φαινόμενο δεν προβλέπεται να παρέλθει, αντιθέτως μάλιστα. Απαιτείται ειλικρινής και γενναία εξήγηση στην ελληνική κοινωνία, η οποία κατά την γνώμη μου θα στηρίζεται στα εξής βασικά σημεία:

- Η μετανάστευση, τμήμα και αποτέλεσμα της επαφής και όσμωσης μεταξύ των λαών, είναι τόσο παλιά όσο και η ανθρωπότητα. Στις σημερινές συνθήκες της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, της εύκολης μετακίνησης και επικοινωνίας, αλλά και των τεράστιων ανισοτήτων, το φαινόμενο θα ενταθεί. Δεν γίνεται δεν ξέρω κι εγώ πόσα δισεκατομμύρια ανθρώπων στον πλανήτη να ζουν σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας και καθυστέρησης και ο ευρωπαϊκός παράδεισος να παραμένει κλειστός. (Αν κανείς αμφιβάλλει για τους αριθμούς, μπορεί να ψάξει να βρει π.χ. πόσες εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι πηγαίνουν για ύπνο κάθε βράδι πεινασμένοι.) Όλες οι αναπτυγμένες χώρες είναι εστίες υποδοχής μεταναστών (νόμιμων και λαθραίων), η κάθε μία με τις ιδιομορφίες της, αλλά σε όλες το φαινόμενο έχει πάρει έκταση. Από τον κανόνα αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει εξαίρεση η Ελλάδα. Ούτε και έπρεπε να αποτελέσει εξαίρεση ακόμα και αν μπορούσε, εξελισσόμενη σε μία μικρή, κλειστή, φοβισμένη γωνιά του πλανήτη. Το φαινόμενο ‘μετανάστευση’ είναι συνώνυμο του σημερινού παγκόσμιου χωριού. Η Ελλάδα έχει τις δυνάμεις να το απορροφήσει με επιτυχία, και θα το διαχεριστεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τελικά προς όφελός της.

- Ασφαλώς απαιτείται η τεχνοκρατική διαχείριση του φαινομένου σε όλα τα επίπεδα. Αστυνόμευση συνόρων και με ευρωπαϊκή συνεργασία, πίεση προς την Τουρκία (η οποία οφείλεται να αναγνωριστεί πως έχει το δικό της ανάλογο πρόβλημα) να εφαρμόσει τις συμφωνίες για επαναπροώθηση, αστυνόμευση εντός συνόρων για μείωση εκληματικότητας αλλά και μέριμνα για στοιχειώδεις συνθήκες παραμονής έστω και των λαθραίων, διασπορά των μεταναστών ώστε να αποφεύγεται η γκετοποίηση, είναι μόνο μερικές από τις πτυχές της τεχνικής αντιμετώπισης του θέματος.

- Απατείται η μακροπρόθεσμη και σταθερή χάραξη πολιτικής ελληνοποίησης των μεταναστών που έχουν εγκατασταθεί μόνιμα στην χώρα. Φυσικά, αυτό γίνεται μετά από κάποια χρόνια για τους πρώτης γενιάς, αλλά πιο αυτοδίκαια για τους δεύτερης. Είμαστε πλέον όλοι παιδιά της Γαλλικής Επανάστασης, και υπ’ αυτήν την έννοια έλληνας πολίτης είναι όποιος/α έχει επιλέξει αυτόν τον τόπο για πατρίδα του, και αποδέχεται τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα που απορρέουν από την ελληνική Πολιτεία. Είναι θέμα ηθικής, δημοκρατίας και ανθρωπισμού, απλών δηλαδή αλλά μεγάλων αξιών, να δώσουμε την αναγνώριση σε όσους αποκαλούν την Ελλάδα πατρίδα τους. Είναι επίσης και θέμα ευρύτερου εθνικού συμφέροντος, διότι έτσι αποκτούν τις ηθικές δυνάμεις και το κίνητρο να συμβάλλουν όσο μπορούν στην προκοπή αυτού του τόπου.

- Αν αυτά τα επιχειρήματα δεν μας πείθουν, ας θυμηθούμε για μια στιγμή πως είμαστε μία χώρα/κοιτίδα μιας μεγάλης Διασποράς ανά την υφήλιο, που δικαιολογημένα καμαρώνει με τις επιτυχίες των απανταχού ελληνικής καταγωγής και με την συνεισφορά τους στις νέες τους πατρίδες. Ας αναρωτηθούμε πως θα μας φαινόταν αν ο απόδημος ελληνισμός δεν μπορούσε να έχει εκκλησίες, σχολειά, κλπ. στους νέους του τόπους, και αν καταδικαζόταν να είναι πολίτης β’ κατηγορίας επ άπειρον.

- Τέλος, πρέπει να βρούμε την δύναμη να πούμε πως η χώρα του Θησέα, που μεγάλωσε στα ξένα όπως μας θυμίζει ο Σοφοκλής, και του Οδυσσέα, που πολλών ανθρώπων ίδεν άστεα και νόον έγνω, δεν θα ξεπέσει στην ξενοφοβία και την μικροψυχία, αλλά θα παρέχει πάντα φιλό-ξενη στέγη σε όσους τελικά αναζητούν καταφύγιο εδώ. Μας εμπνέει το (υπέροχο!) κείμενο του Σοφοκλή, που, με το στόμα του κατατρεγμένου Οιδίποδα, εξαίρει την ευγένεια της ψυχής του Θησέα που του παρέχει άσυλο, ακόμα (και εδώ είναι το σημαντικό) και βάζοντας σε κίνδυνο την πόλη του. Το κείμενο είναι και λίγο προπαγανδιστικό, αφού ο Σοφοκλής θεωρεί την φιλο-ξενία και ως ανώτερη αρετή της πόλης του, της Αθήνας, αλλά και γι αυτό και πιο σημαντικό για μας, αφού περνάει αυτό ακριβώς το μήνυμα: Η φιλο-ξενία είναι πολιτισμός. Ερώτηση προς τον Υπουργό Πολιτισμού κ. Σπηλιωτόπουλο (αν βρίσκει καιρό γι αυτά): Κάνουν άραγε οι μαθητές του Λυκείου αυτό το κείμενο από μετάφραση, ώστε να καταλαβαίνουν τι διαβάζουν;

No comments: