Saturday 20 September 2008

OA (= Ολυμπιακή Αμαρτία)

Και αισίως φτάνουμε στην τελευταία πράξη του δράματος. Ο μεγάλος ασθενής της μεταπολιτευτικής πραγματικότητας, η Ολυμπιακή βέβαια, οδεύει προς κλείσιμο, ή πώληση, ή ίσως έναν συνδυσμό των δύο (κατά τον Αλέκο Αλαβάνο). Υπό το βάρος συνεχών και συσσωρευμένων ζημιών, υπό την πίεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που απαγορεύει την κρατική στήριξη στις αεροπορικές εταιρίες, υπό το άγρυπνο βλέμμα των ανταγωνιστών – εγχώριων και ξένων - που αναμφίβολα πιέζουν στο παρασκήνιο, ο Υπουργός Μεταφορών κ. Χατζηδάκης παρουσίασε ένα σχέδιο για οριστική επίλυση του προβλήματος. Απ’ όσο έγινε γνωστό (και κατανοητό), το σχέδιο προβλέπει το κλείσιμο της εταιρίας με την τωρινή μορφή, την μεταβίβαση των περιουσιακών της στοιχείων και του έργου της σε τρεις εταιρίες-θυγατρικές της εταιρίας-κέλυφος «Πάνθεον» (οι οποίες προσφέρουν πτητικό έργο, επίγεια εξυπηρέτηση και υπηρεσίες τεχνικής βάσης), και την εισαγωγή ιδιωτών επενδυτών στην Πάνθεον αρχικά σε ποσοστό 49% και σταδιακά σε 100%. Μόλις ολοκληρωθεί αυτή η διαδικασία, οι Ολυμπιακές Αερογραμμές και η Ολυμπιακή Αεροπορία-Υπηρεσίες παύουν και νομικά να υφίστανται. Η νέα εταιρία θα έχει περίπου το 65% του μεγέθους της σημερινής, δηλαδή το πτητικό της έργο (κυρίως;) περικόπτεται αρκετά δραστικά. Το σχέδιο έχει λάβει το πράσινο φως από την Κομισιόν.

Το σχέδιο είναι φιλόδοξο θα έλεγε κανείς, υπό την έννοια ότι προσπαθεί να τετραγωνίσει τον κύκλο, καθώς φιλοδοξεί να πετύχει εκεί που προηγούμενες απόπειρες πώλησης απέτυχαν και να δημιουργήσει μία κερδοφόρα, βιώσιμη εταιρία σε δύσκολες διεθνώς συνθήκες (βλ. παρακάτω). Πολλά από τα σημεία του παραμένουν, τουλάχιστον για το κοινό, ασαφή. Γράφτηκε στον ξένο τύπο ότι η Ολυμπιακή καλείται να επιστρέψει στο Ελληνικό Κράτος τις επιδοτήσεις που εμμέσως και κατά παράβαση της Κοινοτικής νομοθεσίας έχει λάβει κατά καιρούς. Αληθεύει αυτό; Και ποιός θα αναλάβει το κόστος; Τι θα συνεισφέρει ο ιδιώτης επενδυτής που θα αναλάβει τελικά το 100% της νέας εταιρίας; Η νέα εταιρία θα πετάει με σήμα τους κύκλους και την εμπορική ονομασία «Ολυμπιακή»; (Έτσι γράφτηκε χωρίς να επιβεβαιωθεί.) Παραπέρα, θα είναι ο ιδώτης επενδυτής αξιόπιστος; Θα έχει αξιόπιστο και δυναμικό σχέδιο ανάπτυξης της εταιρίας σε καθαρά πλέον ιδωτικοοικονομική βάση; Ή μήπως θα θέλει να πάρει την Ολυμπιακή-Πάνθεον για εξυπηρέτηση άλλων σκοπών, από το να «βάλει χέρι» στα φιλέτα της επίγειας εξυπηρέτησης, τεχνικής βάσης, και της ιδιωτικής εκμετάλλευσης των αεροδρομίων, μέχρι την μεταφορά του πτητικού έργου στην δική του (ξένη;) βάση, είτε την σταδιακή συρρίκνωση της εταιρίας με το ξήλωμα των περιουσιακών της στοιχείων και την εκμετάλλευση των δικαιωμάτων (slots) στα μεγάλα αεροδρόμια του εξωτερικού; Τι θα γίνει τελικά (αλλά εξ ίσου σημαντικά) με τους εργαζόμενους στις υφιστάμενες εταιρίες;

Ο ιστορικός του μέλλοντος θα έχει πολλά να πει για την «ΟΑ», ή πιο σωστά, Ολυμπιακή Αμαρτία. Για την (κακο)διαχείρισή της από όλες (κατά πάσα πιθανότητα) τις μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις. Για μία εταιρία που έγινε λεία των κομματικών στρατών με τους παχυλούς μισθούς αντί να στελεχωθεί με καταρτισμένο και δραστήριο προσωπικό. Για ένα κράτος που είδε την ΟΑ ως προέκτασή του, και δεν διαχώρισε τους λογαριασμούς του μαζί της. (Έτσι, δημόσιοι υπάλληλοι εν υπηρεσία ταξίδευαν χωρίς να «κοστίζουν» στο κράτος, αλλά και η ΟΑ δεν απέδιδε τις εισφορές της στο Δημόσιο. Τώρα όμως, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο απαιτεί την απόδοση των οφειλομένων εισφορών χωρίς να αναγνωρίζει τις πτητικές υπηρεσίες που προσέφερε η ΟΑ στο Δημόσιο.) Για αφειδώς δωρεάν εισιτήρια σε πολιτικούς, κομματικούς παρατρεχάμενους και κουστωδίες. Για εργαζόμενους που σκέφτονταν και δρούσαν συντεχνιακά, προβάλλοντας μαξιμαλιστικές διεκδικήσεις και απολαμβάνοντας αδικαιολόγητες χαριστικές επιδοτήσεις (αφειδώς δωρεάν εισιτήρια) σε βάρος μίας προβληματικής επιχείρησης, για προσωπικό που είδε την ΟΑ μόνο ως ευκαιρία προς εκμετάλλευση. Για αποσπασματικές λύσεις, ανεβοκατεβάσματα διοικήσεων, και έλλειψη σαφούς και μακροπρόθεσμου οράματος. Για διαχείριση, εν τέλει, που έγινε με τα κριτήρια ενός πελατοκεντρικού κράτους και όχι με τα κριτήρια μιας επιχείρησης που σκοπεύει να γίνει βιώσιμη και να αναπτυχθεί. Η εικόνα αυτή είναι ομολογουμένως πολύ σχηματική, και αδικεί σίγουρα πολλούς (εργαζόμενους, διοικήσεις, ίσως και κάποιες πολιτικές ηγεσίες) που πίστεψαν και πάσχισαν για κάτι καλύτερο. Παρ’ όλ’ αυτά, και παρ’ ότι δεν γνωρίζω και πολλές λεπτομέρειες, νομίζω πως στην περίπτωση της Ολυμπιακής μπορούμε ξεκάθαρα να μιλάμε για μία συλλογική αποτυχία, που μάλιστα αναδεικνύει ανάγλυφα πολλές από τις παθογένειες της μεταπολιτευτικής Ελλάδας.

Ο ιστορικός θα πει επίσης για μια επιχείρηση που συρρικνωνόταν ενώ διεθνώς ο τομέας γνώριζε άνθιση (με την παγκοσμιοποίηση, την αλλαγή καθεστώτος στην ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια, και την οικονομική άνοδο του ευρύτερου γεωγραφικού χώρου της ανατολικής Μεσογείου και Μέσης Ανατολής). Για μία μεταφορική επιχείρηση απαραίτητη στην Ελλάδα με την πολύ φτωχή συγκοινωνιακή υποδομή και την ιδιαίτερη γεωμορφολογία (νησιά, βουνά, κλπ). Για την επιχείρηση στυλοβάτη του τουρισμού, αλλά και την γέφυρα με την απανταχού ομογένεια.

Ερωτήματα γεννώνται επίσης για την κυβέρνηση της ΝΔ που παρέλαβε την εταιρία στην θέση που επιχειρεί να την πάει τώρα (νέα Ολυμπιακή με νέα δομή – Ολυμπιακές Αερογραμμές και Ολυμπιακή Αεροπορία-Υπηρεσίες – και με την πρώτη ελεύθερη βαρών) πριν 4,5 χρόνια, αλλά την άφησε να σέρνεται και να απαξιώνεται περαιτέρω (κάποιοι θα έλεγαν όπως και τις άλλες εταιρίες μεταφορών όπως τον ΟΣΕ, αλλά και το ΕΣΥ, κλπ, σε μία συστηματική προσπάθεια απαξίωσης του δημόσιου τομέα). Για έναν υπουργό, τον κ. Χατζηδάκη, που τώρα αναλαμβάνει να «σώσει» την Ολυμπιακή αφού ως Ευρωβουλευτής την κατακεραύνωνε σωρηδόν με τις επερωτήσεις του, δίνοντας ασφαλώς και επιχειρήματα στους ανταγωνιστές της.

Αλλά αυτά είναι πλέον ιστορία. Το ζήτημα είναι τι μπορεί να περισωθεί τώρα, ώστε να συνεχίσει να υπάρχει η Ολυμπιακή (με κάποια μορφή), προσφέροντας σύγχρονο και όσο το δυνατό εκτεταμένο συγκοινωνιακό έργο στην χώρα μας, και αποτρέποντας αερομεταφορικό μονοπώλιο. Το σχέδιο που παρουσιάστηκε είναι σίγουρα το τελευταίο. Εάν αποτύχει, είναι σίγουρο πως η Ευρωπαϊκή Ένωση θα ασκήσει αφόρητες πιέσεις για τελικό κλείσιμο της Ολυμπιακής. Παράλληλα, οι διεθνείς συνθήκες είναι ιδιαίτερα δύσκολες για τις αεροπορικές εταιρίες, με την ύφεση που πλήττει τις οικονομίες, την άνοδο της τιμής των καυσίμων, και την πίεση στις παραδοσιακές εταιρίες από τις (λεγόμενες) εταιρίες χαμηλού κόστους,. Είναι γνωστό ότι στην Ευρώπη υπάρχει υπερπροσφορά εταιριών και πτητικού έργου (π.χ., πολύ μεγαλύτερη από την ανάλογου μεγέθους αγορά των ΗΠΑ), και κοινό μυστικό ότι ο τρέχων αεροπορικός χάρτης δεν είναι βιώσιμος. Γι αυτό και παρατηρούνται συγχωνεύσεις μεταξύ εταιριών (π.χ. KLM-Air France), διάφορες πτωχεύσεις (μικρότερων εταιριών που προστίθενται όμως στις παλιότερες της SwissAir και της Sabena), ενώ έχει αρχίσει να διαφαίνεται ο σχηματισμός τριών αξόνων εταιριών (ή συμμαχιών) παν-Ευρωπαϊκής εμβέλειας, με βάση τις KLM-Air France (που θα πάρουν και την Alitalia;), British Airways (που φλερτάρει και με την Iberia), και Lufthansa (που έχει αν δεν κάνω λάθος και τα διάδοχα σχήματα των SwissAir και Sabena). Ευχής εργο θα ήταν να εντασσόταν η Ολυμπιακή σε κάποιο από αυτά τα σχήματα, αλλά όπως δείχνει η εμπειρία των επανειλλημμένων και αποτυχημένων διαγωνισμών πώλησης στο παρελθόν, αυτό μάλλον δεν είναι εφικτό.

Όλα αυτά συγκλίνουν στο ότι άλλη ευκαιρία δεν θα υπάρξει. Αλλά ακόμα και τώρα, στο παρά δύο, τίποτα δεν είναι δεδομένο και οι δυσκολίες μεγάλες. Πέρα από την αβεβαιότητα που χαρακτηρίζει το σχέδιο, όπως περιγράφηκε πιο πάνω, αναφύονται τώρα και οι πολιτικές δυσκολίες. Οι εργαζόμενοι αντιδρούν (δικαολογημένα σε κάποιο βαθμό, παίρνοντας υπ’ όψη την αβεβαιότητα που χαρακτηρίζει το προτεινόμενο σχέδιο ως προς αυτούς). Η αντιπολίτευση όλων των αποχρώσεων επίσης αντιδρά σφόδρα, είτε από (δικαιολογημένη!) έλλειψη εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Καραμανλή (που, ας θυμηθούμε, απαξιώνει συστηματικά τον δημόσιο τομέα), είτε και από κεκτημένη αντιπολιτευτική ταχύτητα. Και ναι μεν τέτοιο αντιπολιτευτικό μένος από κόμματα που εμφορούνται από αντι-συστημικές λογικές όπως το ΚΚΕ και ο Συνασπισμός δεν ξενίζει, όμως η σφοδρή κριτική από το ΠΑΣΟΚ (π.χ. εκφράσεις όπως «ταφόπλακα», Απ. Καλαμάνης, ανάλογα και ο αρμόδιος τομεάρχης Ν. Σηφουνάκης) μαρτυρά – πάντα κατά την ταπεινή άποψη του γράφοντος, και ας μου συγχωρεθεί η αμετροέπεια - έλλειψη πολιτικής ωριμότητας και ίσως άγνοια των ευρύτερων δεδομένων.

Εδώ δίνεται χρυσή ευκαιρία στο ΠΑΣΟΚ, παρά την αντιπάθειά του (και μου) στην κυβέρνηση της ΝΔ και τον κ. Χατζηδάκη ειδικά, και παράλληλα με εποικοδομητική κριτική, να παίξει καταλυτικό ρόλο στις εξελίξεις, πείθοντας ακόμα περισσότερο την ελληνική κοινωνία ότι έχει το πολιτικό εκτόπισμα να αναλάβει τις τύχες της χώρας. Ειδικότερα, μπορεί να μεσολαβήσει μεταξύ κυβέρνησης και εργαζομένων, πείθοντας τους δε να ακολουθήσουν (αλλιώς αυτοκτονούν επαγγελματικά), αλλά και απαιτώντας από τους μεν (κυβέρνηση) μια σειρά από ρεαλιστικά εχέγγυα στην όλη διαδικασία. Εχέγγυα που θα διασφαλίζουν:
- Την τύχη των εργαζομένων με τον καλύτερο τρόπο.
- Ότι ο επενδυτής θα έχει σχέδιο να «δουλέψει» και αναπτύξει την εταιρία, βασισμένο σε αξιόπιστο και δυναμικό business plan, και όχι να την εκμεταλλευτεί ξηλώνοντάς την.
- Ότι ο επενδυτής θα βάλει το χέρι στην τσέπη, και δεν θα πάρει απλά τζάμπα προίκα.

Έστω και στο παρά δύο, η ελληνική κοινωνία, και το ΠΑΣΟΚ, ηγετική και διαφωτιστική δύναμη μέσα σε αυτήν, μπορούν να δείξουν ότι ξεπερνούν κάποιες από τις παθογένειες του παρελθόντος, να αναιρέσουν εν μέρει την συλλογική αποτυχία που περιγράφηκε πιο πάνω, και να συμβάλουν στην ανάπτυξη αξιόπιστων αεροπορικών συγκοινωνιών προς όφελος του συλλογικού συμφέροντος.

Saturday 13 September 2008

El Sistema

Μια βραδιά του Σεπτέμβρη του 2007, στο διεθνούς φήμης φεστιβάλ κλασικής μουσικής του Λονδίνου BBC Proms, εμφανίστηκαν τρεις ορχήστρες νέων – η Ευρωπαϊκή Ορχήστρα νέων, μία Βρετανική, και η ορχήστρα νέων της Βενεζουέλας «Σιμόν Μπολιβάρ». Τώρα, λίγο πολύ όλοι ξέρουμε τι συστηματική δουλειά, οργάνωση, και χρήμα (μην γελιόμαστε) απαιτεί μία σοβαρή ορχήστρα κλασικής μουσικής, κια ακόμα περισσότερο μία ορχήστρα νέων οι οποίες ακριβώς για το ν λόγο αυτό σπανίζουν. Έτσι, μία φτωχή χώρα σαν την Βενεζουέλα δεν είναι εύκολο να έχει σοβαρή ορχήστρα νέων – σίγουρα επρόκειτο περί λάθους. Κι όμως. Η ορχήστρα αυτή, υπό την διεύθυνση του χαρισματικού νεαρού (τότε 27 ετών – ναί, εικοσιεφτά) αρχιμουσικού Gustavo Dudamel έκλεψε την παράσταση – η εκτέλεσή της ήταν καθ’ όλα άψογη, διακρινόμενη από υψηλό επαγγελματισμό, ευαισθησία, αλλά και νεανική χάρη και χιούμορ.

Η παράσταση αυτή έκανε γνωστό στο ευρύτερο κοινό το «Εθνικό Δίκτυο Ορχηστρών Νέων και Παίδων της Βενεζουέλας». Είναι ένα ευρύ δίκτυο ορχηστρών, πλέον των 100, αλλά ακόμα πιο θεμελιακά, ένα σύστημα μουσικής παιδείας των νέων. Περίπου 100.000 παιδιά συγκαταλέγονται στις τάξεις του (στοιχεία από την Wikipedia). Κορωνίδα του συστήματος είναι η ορχήστρα «Σιμόν Μπολιβάρ» και προϊόν του (ούτως ειπείν), ανάμεσα σε άλλους, ο Dudamel που ήδη κάνει καριέρα σε μεγάλες διεθνείς ορχήστρες.

Ιδρυμένο από τον (συνάδελφο) οικονομολόγο και ερασιτέχνη μουσικό José Antonio Abreu, και πιο γνωστό ως El Sistema, Το Σύστημα, το Δίκτυο έχει διπλό σκοπό: Την παροχή αφ’ ενός μουσικής εκπαίδευσης υψηλού επιπέδου στους νέους της Βενεζουέλας, αλλά και αφ’ ετέρου (και εδώ είναι το ιδιαίτερα σημαντικό) το Σύστημα υπηρετεί και ριζοσπαστικό κοινωνικό σκοπό, καθώς μεγάλο μέρος των νέων που μπαίνουν στο σύστημα προέρχονται από τα φτωχότερα στρώματα της κοινωνίας, και ακόμα περισσότερο από νεολαία που ζει στην μέσα στην εξαθλίωση, στο έγκλημα και τα ναρκωτικά. Η δωρεάν παρεχόμενη μουσική εκαπίδευση αποσκοπεί, και το πετυχαίνει, στο να τραβήξει τα παιδιά αυτά από την φτώχεια και την εξαθλίωση. Αλλά παράλληλα με αυτά πετυχαίνει και έναν τρίτο σκοπό, ο οποίος είναι το σπάσιμο του ελιτισμού που παραδοσιακά «δέρνει» την κλασική μουσική και η σύνδεσή της με τα ευρύτερα κοινωνικά στρώματα ανεξαρτήτως κοινωνικο-οικονομικής θέσης. Γι αυτό τον λόγο, ο διεθνούς φήμης Βρετανός αρχιμουσικός (μαέστρος) sir Simon Rattle θεωρεί το El Sistema ως «το πιο σημαντικό πράγμα που γίνεται στην κλασική μουσική παγκοσμίως». Ήδη η ιδέα έχει βρει μιμητές, με το Βρετανικό σύστημα να ιδρύεται υπό την ηγεσία του βιολοντσελίστα Julian Lloyd Webber.

Θα μπορούσαμε να χαρακτησίσουμε το El Sistema σαν ένα πολύ καλό παράδειγμα του τι μπορεί να πετύχει μία κοινωνία όταν κινητοποιείται σε βάθος. Και αυτό τώρα μας φέρνει στα δικά μας για δύο λόγους: Πρώτον γιατί, όπως γράφω και αλλού, η καθολική, σε βάθος κινητοποίηση είναι αναγκαία για να μπορέσει η ελληνική κοινωνία να «κάνει το άλμα προς τα εμπρός» και να πετύχει στόχους σε όλους τους τομείς, από την πάταξη της διαφθοράς, μέχρι το περιβάλλον, την κοινωνική και πολιτιστική πρόοδο, την καθημερινότητα, την μαζική υγεία, κλπ. Και δεύτερον γιατί ακριβώς αυτή η κινητοποίηση απαιτείται στον χώρο της κλασικής μουσικής όπου δυστυχώς υστερούμε σημαντικά.

Χωρίς να παραγνωρίζω ούτε τις άλλες μορφές τέχνης (οι οποίες με ενδιαφέρουν και συγκινούν όσο και η μουσική) αλλά ούτε και τις άλλες μορφές μουσικής (ειδικά την δική μας, από την δημοτική, λαϊκή, ρεμπέτικη, έντεχνη λαϊκή, μέχρι την τζαζ, ρόκ, διεθνή, κλπ, οι οποίες θεωρώ ότι εμφορούνται από γνήσιο συναίσθημα και ταλέντο – αλλά όχι πάντα) πρέπει να δηλώσω εξ αρχής ότι προσωπικά έχω αδυναμία στην κλασική μουσική και τον υπέροχο κόσμο της. Την θεωρώ ότι αγγίζει την τελειότητα τόσο ως προς την τεχνική που απαιτείται, αλλά και επίσης ως προς την εκφραστική λεπτότητα, την γκάμα, την ποικιλία και το βάθος των συναισθημάτων που προξενεί. Η κλασική μουσική επίσης έχει το πλεονέκτημα ότι μπορεί να συναντηθεί γόνιμα με όλες τις άλλες μορφές μουσικής, και να τις μπολιάσει με την τεχνική της αρτιότητα στην εκτέλεση και το συναισθηματικό βάθος στην σύνθεση. Το ζητούμενο είναι η καλή μουσική, οποιουδήποτε είδους, αλλά βασικό – νομίζω – συστατικό και προαπαιτούμενο οποιασδήποτε καλής μουσικής είναι η παιδεία κλασικής μουσικής. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι η κλασική μουσική και η παιδεία της αναπτύσσονται σε χώρες με υψηλό οικονομικό, κοινωνικό και μορφωτικό επίπεδο. Είναι βέβαια μουσική σε κάποια απόσταση από μεγάλο μέρος της κοινωνίας, αλλά γίνεται παντού προσπάθεια να ξεπεραστούν τα στεγανά και η κλασική μουσική να προσεγγίσει ευρύτερα ακροατήρια.

Στην πορεία της Ελλάδας για περαιτέρω, διαρκή πολιτιστική άνοδο, και για προσέγγιση της διεθνούς πολιτιστικής πρωτοπορείας, νομίζω ότι πρέπει να τεθεί ως βασικός στόχος η πλατιά μουσική παιδεία με κύριο πυλώνα την κλασική μουσική. Το Βενεζουελανό «Σύστημα» δείχνει έναν εμπνευσμένο δρόμο. Συνδυάζει υψηλής στάθμης μουσική παιδεία, ριζοσπαστική κοινωνική προσφορά, και λαϊκή συμμετοχή στην τέχνη. Χρειάζεται βέβαια καθολική κινητοποίηση, δουλειά σε βάθος χρόνου ( στην Βενεζουέλα που άρχισε το 1975 τα αποτελέσματα γίνονται ορατά τώρα), στήριξη και πόρους, ενώ τα αποτελέσματα είναι αβέβαια κυρίως λόγω του χρονικού ορίζοντα. Αλλά αξίζει τον κόπο!

Οι προτάσεις που γίνονται εδώ είναι οι εξής.

- Πρώτ’ απ’ όλα, μετάκληση της ορχήστρας «Σιμόν Μπολιβάρ» για σειρά συναυλιών στην Ελλάδα (δηλαδή, όποτε καταφέρουμε να μπούμε στο φορτωμένο πρόγραμμά της).
- Μετάκληση του εμπνευσμένου δάσκαλου και ιδρυτή του El Sistema José Antonio Abreu για διαλέξεις. Μετάκληση επίσης άλλων σχετικών ειδικών από την Βενεζουέλα αλλά και από χώρες που ξεκινούν τώρα (π.χ. Βρετανία).
- Εισαγωγή σοβαρής θεωρητικής και πρακτικής (εκμάθηση οργάνου από όλους) μουσικής παιδείας στο δημοτικό και εν συνεχεία στο Γυμνάσιο. Πυλώνας του «Ελληνικού Συστήματος» θα είναι το σχολείο σε όλες του τις βαθμίδες. Έμφαση, αλλά χωρίς αποκλειστικότητα, στην κλασική μουσική.
- Εισαγωγή του θεσμού των μαθητικών ορχηστρών (σε όλα τα επίπεδα, και με έμφαση στις κατά τόπους δυνατότητες), και ενδυνάμωση των χορωδιών. Δημιουργία του «Εθνικού Ορχηστρικού Δικτύου» (ΕΟΔ) κατά τα Βενεζουελανά πρότυπα.
- Επέκταση του θεσμού του Μουσικού Σχολείου.
- Εισαγωγή μουσικής παιδείας σε κέντρα κοινωνικής αποκατάστασης (τοξικομανών, ψυχοπαθών, αργότερα φυλακές).
- Ίδρυση από όλους τους Δήμους Αθλητικών/Πολιτιστικών Κέντρων/Στεκιών (βλέπε και αλλού πάνω σε αυτό).
- Διαρκής προσπάθεια από τις ορχήστρες, τα Μέγαρα μουσικής και την Λυρική Σκηνή για επαφή με ευρείες λαϊκές μάζες και προσέγγιση κυρίως των νέων (με συναυλίες-εμπειρίες για μαθητές και οικογένειες). Περιοδείες ανά την χώρα.
- Δημιουργία ή ενίσχυση της ορχήστρας νέων, και ειδικότερα:
- Ενίσχυση της μεικτής ελληνοτουρκικής ορχήστρας νέων και των πολιτιστικών ανταλλαγών γενικότερα (κατά τα πρότυπα της μεικτής Ισραηλινοπαλαιστινιακής ορχήστρας East-West Divan Orchestra που ιδρύθημε και τελεί υπό την ηγεσία του κορυφαίου μαέστρου Daniel Barenboim).
- Γενικότερα, εξέταση της δυνατότητας το ελληνικό «Σύστημα» να είναι μεικτό ελληνοτουρκικό. Τι καλύτερο από το να προστεθεί ένας ακόμα στόχος στο Σύστημα ο οποίος να είναι η φιλία των λαών!

Sunday 7 September 2008

ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ

Παρά την μεγάλη πρόοδο και την συνεχή και αξιοσημείωτη προσπάθεια εκπαιδευτικών και νεολαίας, ο χώρος της Παιδείας παραμένει ο κατεξοχήν χώρος των δυσκολιών και των αντιφάσεων. Μεγάλα βήματα έχουν γίνει με την κατάργηση αναχρονιστικών θεσμών όπως η πανεπιστημιακή Έδρα, την επέκταση της κτιριακής υποδομής και την ίδρυση εκπαιδευτικών ιδρυμάτων σε όλη την χώρα. Παράλληλα όμως, παραμένει μεγάλο ζητούμενο η ποιότητα της παρεχομένης εκπαίδευσης. Στην μέση εκπαίδευση, η έμφαση εξακολουθεί να δίδεται στον άκρατο ακαδημαϊσμό. Εδώ έχει σημασία να αναφέρουμε τα αποτελέσματα των φετινών εισαγωγικών εξετάσεων στα πανεπιστήμια, τα οποία δείχνουν (αν δεν κάνω λάθος) 45.000 (ναι, σαραπέντε χιλιάδες) μαθητές να μην έχουν πιάσει την βάση. Σύμφωνοι, το σχολείο πρέπει να δοκιμάζει ως ένα βαθμό τους μαθητές, και υπ’ αυτή την έννοια κάποιοι πάντα θα αποτυγχάνουν. Όταν όμως ο άριθμός είναι τόσο ψηλός, τότε, κατά την άποψη του γράφοντος, μιλάμε για αποτυχία όχι των μαθητών αλλά του σχολείου και του συστήματος γενικά - ενός σχολείου και ενός συστήματος που δεν μπορούν να διδάξουν στους μαθητές ύλη ανάλογη σε δυσκολία και περιεχόμενο με τις ικανότητες και τα ενδιαφέροντά τους. Μία παραπέρα αντίφαση είναι ότι οι αποτυχόντες αυτοί δεν θα εισαχθούν ούτε σε τμήματα ΑΕΙ και ΤΕΙ τα οποία μικρές μόνον απαιτήσεις έχουν από ακαδημαϊκού τύπου γνώση (π.χ.,τμήματα ανθοκομίας) τα οποία τώρα κινδυνεύουν να κλείσουν από έλλειψη εισακτέων. (Η γενική υποψία είναι ότι αυτό είναι σκόπιμο, ώστε να οδηγηθούν οι υποψήφιοι στα ιδιωτικά κολλέγια. Αλλά εκεί δεν πρέπει να έχουν την βάση για να εισαχθούν;)

Το σύστημα παραμένει εξετασιοκεντρικό στις τελευταίες τάξεις και η παραπαιδεία ανθεί. Το σχολείο χαρακτηρίζεται από την αποστήθιση και μηχανιστική αναπαραγωγή γνώσης περιορισμένου εύρους, και την έλλειψη αυτού που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «δημιουργία στην γνώση» (μέσα σε κάποια πλαίσια βέβαια), με την προσωπική έρευνα, την κριτική ματιά, και την εκμάθηση της «πλοήγησης» μέσα στον απέραντο ωκεανό της σύγχρονης γνώσης. (Εδώ ας μου επιτραπεί να προσθέσω και την προσωπική μου παρατήρηση της πλειοψηφίας των προπτυχιακών ελλήνων φοιτητών στο πανεπιστήμιο όπου διδάσκω: μηχανιστική επικέντρωση σε ένα σύγγραμμα, άγνοια του τι σημαίνει προσωπική έρευνα και συγγραφή δοκιμίου, κλπ.). Το σχολείο βρίσκεται επίσης αγκυλωμένο στην λογική της εκμάθησης των αρχαίων. Όπως πιο αναλυτικά υποστηρίζει ο γράφων σε άλλη καταχώρηση, προτείνεται η κατάργηση του μαθήματος της αρχαίας ελληνικής γλώσσας ως μαθήματος κορμού. Τα αρχαία διδάσκονται μόνο ως μάθημα επιλογής. Οι απελευθερωνόμενες ώρες διδακτικού έργου διοχετεύονται, πρώτον, στην ενίσχυση της εκμάθησης της νέας ελληνικής, δεύτερον, στην διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής γραμματείας από μετάφραση, τρίτον στην διδασκαλία παγκόσμιας (Σαίξπηρ, Γκαίτε, κλπ), όπως βέβαια και μοντέρνας ελληνικής λογοτεχνίας. Η πρόταση αυτή βασίζεται σε ψύχραιμη ανάλυση του πώς θα αξιοποιηθούν οι δυνατότητες της ελληνικής νεολαίας κατά τον καλύτερο τρόπο, και πώς θα έλθει η νεολαία καλύτερα σε επαφή με τα μηνύματα της αρχαίας ελληνικής και παγκόσμιας γραμματείας, αποκτώντας σύγχρονη, κριτική και πολυ-πολιτισμική παιδεία.

Η πλειοψηφία των πανεπιστημίων βρίσκεται σε καθεστώς οργανωτικής και λειτουργικής αφασίας, οφειλόμενης κατά κύριο λόγο στο περίφημο (ή διαβόητο;) «πανεπιστημιακό άσυλο» που κάποτε προστάτευσε την ελευθερία της έκφρασης στο πανεπιστήμιο, αλλά που τώρα δεν εξυπηρετεί κανένα σκοπό, παρά έχει μεταλλαχθεί σε τροχοπέδη οποιασδήποτε αλλαγής είτε εξορθολογισμού. Τα μεγάλα ζητούμενα παραμένουν συνολικά η ποιοτική αναβάθμιση, η παροχή γενικών δεξιοτήτων έτσι ώστε να διευκολύνεται η επαγγελματική αποκατάσταση των πτυχιούχων, ο προσανατολισμός σε σύγχρονες ειδικότητες, η σύνδεση της παραγωγής με την γνώση και η περαιτέρω ενίσχυση της επαγγελματικά προσανατολισμένης παιδείας στα τελευταία χρόνια του σχολείου. Ο τελευταίος χρόνος του σχολείου να είναι προπανεπιστημιακός και προσανατολισμένος στις εισαγωγικές, ώστε να αντιμετωπίζεται το σχολείο σοβαρά από τους μαθητές και όχι ως πάρεργο.(Αυτό άλλωστε γίνεται τώρα στην πράξη, καθώς οι μαθητές της τελευταίας τάξης – και ίσως κάποιοι από τους διδάσκοντες - «κωλοβαράνε» - με συγχωρείτε για την έκφραση αλλά είναι η καταλληλότερη – την μέρα στο σχολείο, κάνοντας οικονομία δυνάμεων για το απόγευμα στο φροντιστήριο.) Παράλληλα, ανοίγουν περισσότερες πανεπιστημιακές θέσεις με την νομιμοποίηση των κολλεγίων (δες παρακάτω) και την άνοδο του γενικού επιπέδου έτσι ώστε να απορροφώνται περισσότεροι υποψήφιοι από τα δημόσια ΑΕΙ και ΤΕΙ από τμήματα που τώρα κινδυνεύουν να κλείσουν από έλλειψη εισακτέων.

Παράλληλα θα πρέπει να αντιμετωπισθεί το θέμα των λογής-λογής κολλεγίων που παρέχουν κάποιου είδους διδασκαλία σε συνεργασία με ξένα πανεπιστήμια (όχι εκ των καλυτέρων). Εδώ, η ζωή (όπως λέμε) έχει ξεπεράσει την θεωρία. Η ζήτηση για τις υπηρεσίες των κολλεγίων αυτών είναι μεγάλη, ως εναλλακτική λύση των σπουδών στο εξωτερικό. Είναι άδικο για την νεολαία που στρέφεται σε αυτή την κατεύθυνση να της απαγορεύεται ο δρόμος αυτός. Αντιβαίνει επίσης στην λογική να επιτρέπεται ο ιδιωτικός τομέας σε όλους τους άλλους τομείς δραστηριότητας (συμπεριλαμβανομένης της Παιδείας στις άλλες βαθμίδες) εκτός από την Ανώτατη Παιδεία. Επομένως, η λειτουργία των κολλεγίων αυτών πρέπει να επιτραπεί αν μη τι άλλο ως θέμα κοινής λογικής. (Ήδη μία αρχή έχει γίνει με τον Νόμο Στυλιανίδη που πέρασε από την Βουλή μεσούντος του Αυγούστου προκειμένου να μην υπάρξουν αντιδράσεις.) Παράλληλα θα πρέπει να γίνει αντιληπτό πως το κύριο ζητούμενο είναι η αναβάθμιση της δημόσιας Ανώτατης Παιδείας που είναι και η οδός που επιλέγει η μεγάλη πλειοψηφία της νεολαίας.

Παιδεία, ο κατ’ εξοχήν χώρος των αντιφάσεων. Οι μαθητές που στενάζουν κάτω από την πίεση σε όλα τα επίπεδα, τα αρχαία που όλο διδάσκονται χωρίς κατ’ ουσία τίποτα να διδάσκεται και εκτρέπουν από τον πραγματικό στόχο της διδασκαλίας της ουσίας της αρχαίας γραμματείας (όπως και της διεθνούς), μαθητές που μέσα στον κυκκεώνα της γνώσης και τον ορυμαγδό αντικρουόμενων απόψεων εθίζονται στις 100 σελίδες της «ύλης» και την μονολιθικότητα της άποψης, το φροντιστήριο που κάνει ό,τι και το σχολείο με το διπλό κόστος, οι γονείς που υφίστανται βαριά οικονομική αφαίμαξη με τα φροντιστήρια αλλά θα εδιαμαρτύροντο σφόδρα και στην παραμικρή σκέψη για δίδακτρα στην ανώτατη παιδεία, μαθητές που «τα δίνουν όλα» στις εισαγωγικές εξετάσεις για το παν/μιο αλλά «αράζουν» μόλις μπουν (εκεί που θα έπρεπε να ξεκινάει η συστηματική προσπάθεια), παν/μιο που εν τέλει απαιτεί τόσες θυσίες για είσοδο χωρίς να εξασφαλίζει προοπτικές επαγγελματικής εξέλιξης, ίσως ούτε καν προσαρμογής στο γρήγορα εξελισσόμενο περιβάλλον των σύγρχονων κοινωνιών. Κυρίες και κύριοι, ώρα για αλλαγή ρότας.

Προτάσεις
- Ελάφρυνση του ακαδημαϊκού και εξετασιοκεντρικού χαρακτήρα του σχολείου στο δημοτικό και το γυμνάσιο, με μείωση της δουλειάς στο σπίτι.
- Περαιτέρω, για τον ίδιο σκοπό, εισαγωγή μαθημάτων τρέχοντος και πρακτικού ενδιαφέροντος (μαζική κουλτούρα, πολιτικό σύστημα, κυκλοφοριακή αγωγή και αγωγή υγείας, κλπ).
- Κατάργηση του ενός και μοναδικού συγγράματος, ίδρυση και εμπλουτισμός σχολικών βιβλιοθηκών ώστε να είναι δυνατή η συγγραφή δοκιμίων και μικρών ερευνητικών εργασιών από τους μαθητές.
- Ενίσχυση της επαγγελματικής εκπαίδευσης στην Μέση Εκπαίδευση.
- Κατάργηση της διδασκαλίας των αρχαίων, διδασκαλία της αρχαίας γραμματείας (όσο και της παγκόσμιας) από μετάφραση – δες σχετική καταχώρηση.
- Εισαγωγή μαθημάτων-πρακτικής μουσικής και θεάτρου στα σχολεία σε όλες τι βαθμίδες, σε συνδυασμό με την επέκταση του θεσμού του ολοήμερου σχολείου. Ενίσχυση του θεσμού της χορωδίας και ορχήστρας με αξιοποίηση των κατά τόπους δυνατοτήτων (δηλ. πολυσυλλεκτική προσέγγιση). Σύνδεση με το Εθνικό Ορχηστρικό Δίκτυο (ΕΟΔ) – δες προσεχώς σχετική καταχώρηση ("El Sistema").
- Η τελευταία χρονιά του Λυκείου γίνεται προ-Πανεπιστημιακός χρόνος με μαθήματα μόνο κατεύθυνσης. Αυτό χωρίς αύξηση του ηλικιακού ορίου αποφοίτησης (18). (Νομίζω αυτό είναι και κοντά στις προτάσεις Βερέμη που κατατέθηκαν πρόσφατα.) Το «πακέτο» μαθημάτων κατεύθυνσης είναι ευέλικτο (δηλ. ο μαθητής/τρια καθορίζει το ακριβές περιεχόμενο), μέσα βέβαια σε κάποια όρια.
- Ευελιξία στα «μονοπάτια της παιδείας». Αυτό είναι μια καινοτόμος έννοια, και θα χρειαστεί καιρός μέχρι να βρεθούν οι κατάλληλες ρυθμίσεις στην πράξη, αλλά αξίζει τον κόπο. Η έννοια είναι πολλαπλή και σημαίνει ότι η ακαδημαϊκή πορεία του μαθητή δεν είναι απολίθωμα αλλά ζωντανή επιλογή μέσα σε ρευστό περιβάλλον. Περιλαμβάνει το ευέλικτο πακέτο μαθημάτων κατεύθυνσης (δες παραπάνω), συνδυασμούς γνωστικών αντικειμένων μέσα στα Παν/μια (π.χ., Οικονομικά και Λογιστική, με ποσοστό 50-50, και πολλά, πολλά άλλα – τα λεγόμενα συνδυασμένα πτυχία, στα αγγλικά: joint courses), και την δυνατότητα μετατροπής κατεύθυνσης σπουδών από το Πτυχίο στο μετατυχιακό επίπεδο (π.χ., από Ιατρική σε Μοριακή Βιολογία – ανάλογα βέβαια με την φύση του αντικειμένου). Αυτή η ευελιξία θα δώσει την ευκαιρία στους μαθητές να κάνουν επιλογές μαθημάτων/κετεύθυνσης σπουδών κοντύτερα στις κλίσεις και τα ενδιαφέροντά τους, θα τους δίνει την ευκαιρία να προσαρμόζονται στο ραγδαία εξελισσόμενο περιβάλλον των γνωστικών αντικειμένων αλλά και της αγοράς εργασίας, ενώ θα τους μειώνει και το άγχος με την γνώση ότι η επιλογή που κάνεις στα 18 δεν σε δεσμεύει για μια ζωή.
- Κατάργηση του (λεγόμενου) Πανεπιστημιακού ασύλου. Απαγόρευση εισόδου στα Παν/μια παντός μη έχοντος εργασία με έλεγχο σε όλες τις εισόδους.
- Εξορθολογισμός των πανεπιστημιακών σπουδών με θέσπιση χρονοδιαγράμματος στις σπουδές (χρόνος – ανωτατος επιτρεπόμενος - και δομή – Κηπουρική ΙΙ αφού περάσεις την Κηπουρική Ι – σπουδών). Θέσπιση θεσμού φοιτητή μερικής απασχόλησης, με ανάλογη επιμήκυνση του χρόνου σπουδών.
- Τέλος, αντιμετώπιση του θεσμού των «κολλεγίων» μέσα από ρεαλιστική οπτική γωνία – όπως γράφτηκε και παραπάνω, το κύριο ζήτημα κατά τον γράφοντα είναι ότι τα κολλέγια αυτά δείχνουν να εξυπηρετούν μία γνήσια κοινωνική ανάγκη, την επιθυμία απόκτισης πτυχίων από μερίδα της νεολαίας που δεν έχει άλλη δυνατότητα εντός της χώρας, και πτυχίων τα οποία έχουν κάποιο αντίκρυσμα στην αγορά εργασίας. Ένταξη των κολλεγίων αυτών σε σαφές και αυστηρό θεσμικό πλαίσιο ωστε να μην ασκούν αθέμιτο ανταγωνισμό στα δημόσια παν/μια. Και υπενθύμιση του βασικού δεδομένου, ότι η μεγάλη πλειψηφία της νεολαίας περνάει από το δημόσιο παν/μιο (τουλάχιστον στο προπτυχιακό επίπεδο), έστι ώστε η μεγάλη προτεραιότητα προς το δημόσιο συμφέρον να είναι ο εξορθολογισμός και η αναβάθμιση του δημοσίου παν/μίου.

ΚΑΛΑ ΚΡΑΣΑ

Στο φύλλο του Σαββάτου 6ης Σεπτεμβρίου, η Βρεττανική Guardian συμπεριέλαβε ένα ένθετο με το πρώτο μέρος ενός οδηγού για κρασιά (μέρος πρώτο: κόκκινο, το δεύτερο μέρος θα δημοσιευόταν σήμερα 7 Σεπτεμβρίου στην αδελφή έκδοση της Guardian, τον Observer). Σ’ αυτό το πρώτο μέρος λοιπόν δημοσιεύτηκε ένας περιληπτικός χάρτης με τις κύριες οινοπαραγωγές χώρες (σύνολο 13, αντιγράφω τυχαία, ΗΠΑ, Χιλή, Βρεττανία (;), Πορτογαλία, Ισπανία, Αργεντινή, Ιταλία, Γαλλία, Γερμανία, Αυστραλία, Νότια Αφρική, Κίνα, Νέα Ζηλανδία), όπως τουλάχιστον τις βλέπει ο συντάκτης του αφιερώματος. (Ίσως με βάση τα μεγέθη παραγωγής, με στοιχεία του Διεθνούς Οργανισμού Αμπέλου και Οίνου.)

Ναι, σωστά είδατε. Η Ελλάδα δεν εμφανίζεται στον χάρτη, ούτε εκπροσωπείται ανάμεσα στις ποικιλίες σταφυλιού/κρασιού που προβάλλονται στο πρώτο μέρος (κόκκινο κρασί). Αυτό επικυρώνει την πάγια παρατήρηση/άποψη του γράφοντος ότι στην Βρεττανική μαζική αγορά, δηλ. τα σουπερμάρκετ, εμφανίζονται κρασιά από όλο τον κόσμο εκτός από την Ελλάδα. Και αυτά τα πολύ λίγα ελληνικά που εμφανίζονται, δυστυχώς κατά κανόνα δυσφημίζουν το ελληνικό κρασί (ας μην τα αναφέρουμε). Βέβαια, εάν κανείς είναι αποφασισμένος να βρει καλό ελληνικό κρασί, μπορεί να βρει σε εξειδικευμένες κάβες – αυτός όμως δεν είναι τρόπος να προσεγγίσεις ευρύ καταναλωτικό κοινό και να προωθήσεις εξαγωγές. Και ακόμα ευρύτερα, η εικόνα αυτή δυστυχώς συνοψίζει και την κατάσταση με τα ελληνικά τρόφιμα και αγροτικά προϊόντα γενικά, τα οποία εκτός λίγων εξαιρέσεων δεν δείχνουν να φτάνουν στην αγορά εδώ σε αξιοσημείωτα μεγέθη.

Τι φταίει και η Ελλάδα, χώρα οινοποιός για χιλιάδες συνεχή χρόνια, και με, πιστεύουμε, καλό προϊόν, δεν μπορεί να καταφέρει να προωθήσει το κρασί της (σε αντίθεση με άλλες χώρες όπου το κρασί είναι πολύ πρόσφατη υπόθεση); Πολλά μπορεί να ειπωθούν εδώ. Πρώτ’ απ’ όλα μεγάλο μέρος της παραγωγής καταναλώνεται εγχωρίως. Έπειτα, το καλό ελληνικό κρασί δείχνει να είναι κάπως ακριβό σε σχέση με την ποιότητά του – για να συναγωνιστείς σε διεθνείς αγορές χρειάζεται ευνοϊκός συνδυασμός ποιότητας-τιμής, κι όχι μόνον ένα από τα δύο. Οι λόγοι έχουν να κάνουν με τον μικρό κλήρο, την χαμηλή παραγωγικότητα, την γενικότερη ακρίβεια (στα μεροκάματα, τον εξοπλισμό, τα φάρμακα). Αλλά πέρα από αυτούς τους βασικούς παράγοντες, αναφύονται και άλλα εύλογα ερωτήματα. Τι κάνουν οι ιδιώτες παραγωγοί και οι συνεταιρισμοί για την προβολή του ελληνικού κρασιού διεθνώς; Τι κάνουν για να κερδίσουν την μάχη της ποιότητας – ειδικότερα οι δεύτεροι; Αλλά παραπέρα, τι κάνει η Πολιτεία, τα Υπουργεία Εμπορίου («Ανάπτυξης» το λένε τώρα) και Γεωργίας (υπάρχει ακόμα;), ο Οργανισμός Προωθήσεως Εξαγωγών, το Υπουργείο Εξωτερικών με την οικονομική διπλωματία (ναι, υπάρχει και αυτή); Υπάρχει οικονομικός/εμπορικός ακόλουθος στην εδώ πρεσβεία μας, και αν ναι, κάνει άραγε τίποτα, ή παίρνει απλά τον αέρα του εις τας Αγγλίας, κάνοντας και κανα μαστεράκι τζάμπα – ως είθισται να κάνουν οι αξιοκρατικά (εδώ γελάνε) επιλεγμένοι κάτοχοι τέτοιων θέσεων;

Μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι δεν μας ενδιαφέρει να προωθήσουμε το ελληνικό κρασί διεθνώς, ότι δεν έχουμε πλεόνασμα παραγωγής προς εξαγωγή. Αλλά κάποια σημάδια άλλα δείχνουν, τα μηνύματα λένε ότι οι παραγωγοί υποφέρουν από χαμηλές τιμές και αδιάθετο προϊόν. Η Ελλάδα πάσχει από χρόνιο έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο, και δεν θα αργήσει η μέρα που αυτό θα εμφανιστεί και στον τομέα του κρασιού ειδικά. Αφήστε δε που μαζί με το καλό κρασί μία χώρα «πουλάει» και κουλτούρα ευρύτερα, από υψηλής ποιότητας γευσιγνωστικό και οικολογικό τουρισμό, μέχρι γενικότερη κουζίνα, αισθητική και τρόπο ζωής. Πιστεύουμε πως η απουσία της Ελλάδας από το διεθνές γίγνεσθαι σε αυτό τον τομέα (όπως και σε άλλους) συνιστά μία συλλογική αποτυχία με ευρείας κλίμακας επιπτώσεις (στις εξαγωγές, απασχόληση, εισοδήματα, αλλά και εικόνα, «ίματζ»). Η αντιμετώπιση της κατάστασης πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα, και να έλθει με συνολική, σε βάθος, και κυρίως συντονισμένη,κινητοποίηση όλων των ενδιαφερομένων, κοινωνίας (ιδιωτών, συνεταιρισμών, κοινοτήτων παραγωγών) και Πολιτείας (ΟΠΕ, Υπουργείου Ανάπτυξης, και οικονομικής διπλωματίας του ΥΠΕΞ). Αιχμή του δόρατος θα πρέπει να είναι η μάχη της ποιότητας, και με δεδομένο ότι αυτή έχει κερδηθεί, η διεθνής, συγκροτημένη και μελετημένη, επικοινωνιακή προβολή του ελληνικού κρασιού.